Ανατριχιαστικές οι αποκαλύψεις για την απαγωγή και δολοφονία του επιχειρηματία Γιάννη Κυπριωτάκη τον Μάιο του 2009, στην Κρήτη, που συγκλόνισε την κοινή γνώμη. Οι δράστες είχαν συμφωνήσει εξ’ αρχής ότι θα σκότωναν τον επιχειρηματία, ανεξάρτητα από το αν θα αποσπούσαν ή όχι τα λύτρα από την οικογένεια του θύματος.

Σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης, «αρχηγός» της συμμορίας που απήγαγε και δολοφόνησε τον επιχειρηματία, καίγοντάς τον ζωντανό μέσα στο αυτοκίνητό του, ήταν ο 34χρονος Γιάννης Σταυρουλάκης.

Το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου είναι αποκαλυπτικό του τρόπου που έδρασαν οι τρεις κατηγορούμενοι, ο Ηρακλειώτης και τα δύο ξαδέλφια από τη Συρία, οι οποίοι σήμερα είναι προφυλακισμένοι στις φυλακές Νεάπολης, Αλικαρνασσού και Χανίων, αντίστοιχα. Το εγκληματικό προφίλ των τριών προκαλεί ανατριχίλα αφού, όπως αναφέρεται, είχαν προσυμφωνήσει να σκοτώσουν το θύμα τους είτε αποσπούσαν τα λύτρα είτε όχι. Εν ολίγοις από τη στιγμή που πέτυχαν να απομονώσουν και να απαγάγουν τον 50χρονο, η υπόθεση παρέπεμπε στο χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου.

Ο 34χρονος, που είναι πατέρας ενός μικρού παιδιού, στην απολογία του αρνήθηκε ότι συμμετείχε στη δολοφονία του άτυχου επιχειρηματία και μάλιστα είχε ισχυριστεί ότι οι δύο συγκατηγορούμενοί του απείλησαν τη ζωή του αλλά και της οικογένειάς του προκειμένου να τον εκφοβίσουν.

Ωστόσο με βάση το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου -η δίκη έχει προσδιοριστεί για τις 19 Νοεμβρίου στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Κρήτης- ο 34χρονος Ηρακλειώτης φέρεται να είχε τον πρώτο λόγο στη δραματική υπόθεση. Σύμφωνα με πληροφορίες, αναφέρεται χαρακτηριστικά για τον ρόλο του Σταυρουλάκη: «Για την καλύτερη οργάνωση και λειτουργία της ομάδας, αποφασίστηκε η αρχηγία να αναληφθεί από τον 34χρονο, ο οποίος ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία, γνώριζε την ελληνική γλώσσα, ήταν Κρητικός και είχε υπόψη τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον Νομό Ηρακλείου και ήταν πλούσιοι. Επιπλέον διέθετε δικό του αυτοκίνητο».

Όπως αποκαλύπτεται, ο Σταυρουλάκης, ο 28χρονος Αμέρ -ο οποίος με βάση το βούλευμα ήταν δεύτερος στην ιεραρχία- και ο 26χρονος Ουσάμα, είχαν καταρτίσει λίστα με τα υποψήφια θύματα τους, τα οποία είχαν προσυμφωνήσει -όπως επισημαίνεται- να σκοτώσουν σε περίπτωση που κάτι
πήγαινε στραβά.

Τα χρέη στις Τράπεζες αλλά και ο τζόγος ήταν οι λόγοι που ώθησαν τον 34χρονο να αποκαλύψει το σχέδιο του στους δύο αλλοδαπούς και από κοινού να συμφωνήσουν για την εκτέλεσή του.

Ειδικότερα στο βούλευμα αναφέρεται ότι «όλοι μαζί συμφώνησαν να συγκροτήσουν μία ομάδα με σκοπό τη διάπραξη στο μέλλον απαγωγών, εύπορων ανθρώπων, ώστε να εξαναγκάζουν τους οικείους τους για την απελευθέρωσή τους. Τα λύτρα θα μοιράζονταν εξίσου και σε περίπτωση που αντιμετώπιζαν άρνηση καταβολής των λύτρων ή κινδύνευαν να αποκαλυφθεί η ταυτότητα τους από τον απαχθέντα, θα προέβαιναν άμεσα στη θανάτωση του».

Οι συναντήσεις των τριών άρχισαν να «πυκνώνουν» ενώ οι λεπτομέρειες για τη «λίστα των θυμάτων» συζητούνταν στο υπόγειο διαμέρισμα του 28χρονου Αμέρ.

Ξενοδόχος το πρώτο υποψήφιο θύμα

Το πρώτο υποψήφιο θύμα απαγωγής ήταν ένας ξενοδόχος. Ο Σταυρουλάκης τον γνώριζε από παλιά λόγω του επαγγέλματός του ως ελαιοχρωματιστής. Όπως αναφέρεται, το βράδυ της 21ης Απριλίου 2009 οι τρεις μετέβησαν στην περιοχή των Γουβών και από ’κει ο 34χρονος τηλεφώνησε στο κινητό του ξενοδόχου. Προφασιζόμενος ότι κατέχει φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζεται η σύζυγός του να ερωτοτροπεί, τον κάλεσε να συναντηθούν για να τους τις παραδώσει.

Ο άνθρωπος απέκλεισε κάθε επικοινωνία με τους δράστες και έτσι το σχέδιο της απαγωγής ματαιώθηκε. Όμως οι κατηγορούμενοι δεν εγκατέλειψαν την ιδέα και επιχείρησαν και δεύτερη φορά με σκοπό να απομονώσουν τον ξενοδόχο και να τον απαγάγουν. Και πάλι όμως απέτυχαν.

Καρέ – καρέ η απαγωγή του Γ. Κυπριωτάκη

Το ενδιαφέρον των δραστών στρέφεται πλέον στο επόμενο θύμα και συγκεκριμένα στον 50χρονο Γ. Κυπριωτάκη, ο οποίος είχε βιοτεχνία χρωμάτων στη Βιομηχανική και ήταν εργολάβος έργων ελαιοχρωματισμού σε μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες.

Όπως είναι γνωστό, ο Σταυρουλάκης κατάφερε να τον οδηγήσει στην περιοχή των Βασιλειών δήθεν για να του υποδείξει κάποια οικοδομή, το μεσημέρι της 18ης Μαΐου.

Ο ανυποψίαστος άνδρας πράγματι μετέβη στην περιοχή όπου εκεί πλέον ο Σταυρουλάκης του ζήτησε να τον ακολουθήσει με το αυτοκίνητό του. Οι δύο Σύριοι ήταν κρυμμένοι μέσα στο αυτοκίνητο του 34χρονου. Όταν πλέον τον οδήγησε σε ερημική τοποθεσία, οι δύο αλλοδαποί ξεπρόβαλαν με κουκούλες, τον ακινητοποίησαν, τον έδεσαν χειροπόδαρα με πλαστικούς σφιγκτήρες, του φόρεσαν κουκούλα και τον έβαλαν στο πορτ – παγκάζ του αυτοκινήτου του.

Το τζιπ του Κυπριωτάκη ανέλαβε να οδηγήσει ο Αμέρ, ενώ ο Σταυρουλάκης ακολουθούσε με το δικό του, με συνοδηγό τον Ουσάμα. Οι τρεις κατευθύνθηκαν για τους Ασκούς, τόπο καταγωγής του 34χρονου, προκειμένου να καλυφθούν κάτω από συστάδες δέντρων υπό τον φόβο εντοπισμού του αυτοκινήτου του απαχθέντος.

Όπως αναφέρεται τη φύλαξη του επιχειρηματία ανέλαβαν τα δύο ξαδέλφια από τη Συρία, ενώ ο Σταυρουλάκης επέστρεψε στο σπίτι του για να μην καταλάβει κάτι η σύζυγός του. Νωρίτερα είχε δώσει εντολή για την απενεργοποίηση όλων των τηλεφώνων κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Στις 6.19 της 19ης Μαΐου γίνεται η πρώτη κλήση του θύματος προς τη σύζυγό του για τα λύτρα. Οι απαγωγείς ζητούν 300.000 ευρώ. Ο 50χρονος της ζητά να μην εμπλέξει την Αστυνομία και έτσι η γυναίκα ενημερώνει τα τρία της παιδιά και όλοι μαζί ξεκινούν τις προσπάθειες συγκέντρωσης των χρημάτων.

Η δεύτερη κλήση στη σύζυγο γίνεται στις 9.10 της ίδιας ημέρας από τον Σταυρουλάκη. Της ζητά 500.000 ευρώ για την απελευθέρωση του άνδρα της. Τότε η γυναίκα, κατόπιν συμβουλών των οικείων της, αναγκάζεται να καταφύγει στην Αστυνομία. Στις 14.10 ακολουθεί και δεύτερη κλήση από τον κατηγορούμενο, ενώ στις 16.48 ο απαγωγέας μέσω κινητού μεταδίδει ηχογραφημένο μήνυμα του Γ. Κυπριωτάκη προς τη σύζυγό του, την οποία καλεί να συγκεντρώσει τουλάχιστον το ποσό των 300.000 ευρώ.

Τελικώς η οικογένεια συγκεντρώνει το ποσό των 154.000 ευρώ, το οποίο παραδίδεται σε γέφυρα στην εθνική οδό, στο ύψος των Γουβών, με τη δέσμευση ότι δύο ώρες αργότερα ο 50χρονος θα αφεθεί ελεύθερος.

Η δολοφονία

Τα λύτρα παρέλαβαν ο Σταυρουλάκης με τον 28χρονο Αμέρ, ενώ ο «Βενιαμίν» φυλούσε τον επιχειρηματία. Όπως αναφέρεται, οι δύο επέστρεψαν στο κρησφύγετο όπου μοίρασαν τα χρήματα στα τρία. «Επειδή όμως είχαν υπόνοιες ότι πιθανόν ο Γιάννης Κυπριωτάκης είχε αναγνωρίσει κάποιον από αυτούς αφού και οι δύο αλλοδαποί είχαν εργαστεί στο παρελθόν σε συνεργείο βαφής του απαχθέντα, ενώ ο Σταυρουλάκης κινούνταν στον επαγγελματικό του χώρο, αποφάσισαν και ενώ βρίσκονταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, να τον σκοτώσουν. Έτσι με έναν αυτοσχέδιο βρόγχο (πλαστικό ιμάντα) που τύλιξαν γύρω από το λαιμό του και αφού τον χτύπησαν με πέτρες στο κεφάλι, σφίγγοντας το βρόγχο και πιέζοντας τον ταυτόχρονα με τα χέρια τους πέριξ του λαιμού, τον θανάτωσαν».
Στην συνέχεια απανθράκωσαν το πτώμα, βάζοντας φωτιά στο τζιπ του θύματος.

Οι κατηγορίες

Οι τρεις έγκλειστοι αντιμετωπίζουν τις εξής κακουργηματικές κατηγορίες:
– συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση προς διάπραξη των κακουργημάτων της αρπαγής με σκοπό την είσπραξη λύτρων και της ανθρωποκτονίας από πρόθεση
– αρπαγή με σκοπό την είσπραξη λύτρων
– ανθρωποκτονία εκ προθέσεως κατά συναυτουργία
– διακεκριμένη περίπτωση φθοράς πράγματος ιδιαίτερα μεγάλης αξίας στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από δύο
– περιύβριση νεκρού κατά συναυτουργία.

Πηγή: goodnet.gr