Λόγω των μέτρων προστασίας για τον κορονοϊό, η δίκη για το κύκλωμα ναρκωτικών που φέρεται να δρούσε εντός του ΑΠΘ και γύρω από αυτό, διεκόπη και μεταφέρθηκε την 1η Σεπτεμβρίου.
Για την υπόθεση παραπέμφθηκαν να δικαστούν στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης 60 κατηγορούμενοι, από τους οποίους σχεδόν οι μισοί βρίσκονται προσωρινά κρατούμενοι σε φυλακές της χώρας και το ανώτατο όριο της προφυλάκισής τους -που είναι το 18μηνο- συμπληρώνεται στις 11 Ιουνίου.
Με δεδομένη την απόφαση διακοπής και ενόψει της συμπλήρωσης του 18μηνου της προφυλάκισης, το δικαστήριο αποφάσισε για τους προσωρινά κρατούμενους (28 στον αριθμό) να αφεθούν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους και καταβολή χρηματικής εγγυοδοσίας ύψους 4.000 ευρώ. Οι όροι αφορούν την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους δύο φορές τον μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής διαμονής τους.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία και με σχετική εισήγηση του εισαγγελέα της έδρας. Η δικαστής που μειοψήφησε διατύπωσε -μεταξύ άλλων- την άποψη ότι η δίκη θα έπρεπε να αναβληθεί και αφού οριστεί νέα δικάσιμος να διεξαχθεί στο αμφιθέατρο της Εθνικής Σχολής Δικαστών, στις εγκαταστάσεις της, στον Φοίνικα Θεσσαλονίκης.
Προηγουμένως, οι δικηγόροι των κατηγορουμένων ζήτησαν την αναβολή ή τη διακοπή της δίκης, τονίζοντας ότι υπό τις παρούσες συνθήκες και με δεδομένο ότι πρόκειται για πολυπρόσωπη δίκη δεν μπορούν να τηρηθούν εντός του ακροατηρίου τα προβλεπόμενα υγειονομικά μέτρα προστασίας από την πανδημία. Προς υποστήριξη του αιτήματός τους κλήθηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Στάθης Κουτσοχήνας, ο οποίος επικαλέστηκε τις σχετικές αποφάσεις της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας και τις οδηγίες του ΕΟΔΥ.
Η δίκη ξεκίνησε τυπικά στις αρχές του προηγούμενου μήνα, αλλά μεταφέρθηκε για σήμερα (χωρίς να ξεκινήσει επί της ουσίας η αποδεικτική διαδικασία), εξαιτίας των μέτρων για την αποφυγή εξάπλωσης της Covid-19. Όπως και στην προηγούμενη δικάσιμο (στις 7 Απριλίου) έτσι και τώρα, το δικαστήριο διέταξε να μην γίνει η μεταγωγή των κρατουμένων στο δικαστικό μέγαρο της Θεσσαλονίκης.
Η δικογραφία αποδίδει στους κατηγορούμενους το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, πράξη που -σύμφωνα με παράγοντες της δίκης- επισύρει ποινή έως ισόβια κάθειρξη. Η εις βάρος τους αποδιδόμενη δράση αποκαλύφθηκε ύστερα από πολύμηνες έρευνες της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης που κορυφώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2018 με τη σύλληψη των φερόμενων ως μελών της εγκληματικής οργάνωσης. Ως ηγετικά στελέχη εμφανίζονται Αλβανοί υπήκοοι, ενώ στη διακίνηση συμμετείχαν και αραβικής καταγωγής άτομα.
Για την ταυτοποίησή τους, οι διωκτικές Αρχές χρησιμοποίησαν το μέτρο της φωτογράφισης και βιντεοσκόπησης με τεχνικά μέσα για να αποτυπώσουν τη δράση του κυκλώματος (κυρίως διακίνησης χασίς). Μέσω του πλούσιου φωτογραφικού και βιντεοληπτικού υλικού που περιλαμβάνεται στη δικογραφία -παράλληλα με τη φυσική επιτήρηση των χώρων του ΑΠΘ– οι αστυνομικοί κατέγραψαν επί 57 ημέρες τις καθημερινές κινήσεις των εμπλεκόμενων προσώπων εντός της Πανεπιστημιούπολης.
Σύμφωνα με τα διωκτικά έγγραφα, ημερησίως φαίνεται ότι πραγματοποιούνταν 500 αγοραπωλησίες ναρκωτικών με την τιμή πώλησης να διαμορφώνεται σε 5 ευρώ ανά αυτοσχέδιο τσιγάρο ή γραμμάριο και τον «τζίρο» κατά το διάστημα της αστυνομικής έρευνας να διαμορφώνεται σε 570.000 ευρώ.