Ελεύθερος έφυγε από το γραφείο του ανακριτή ο 63χρονος ο οποίος φέρεται ότι έστελνε απειλητικά μηνύματα στην υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη, Αικατερίνη Παπακώστα, ενόψει της ψήφισης για τη συμφωνία των Πρεσπών.
Ο κατηγορούμενος μετά την απολογία του για το κακούργημα της απειλής βίας κατά του πολιτικού Σώματος της Κυβέρνησης της Βουλής, αφέθηκε ελεύθερος με τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
Ο 63χρονος είχε στο πλευρό του συγγενείς και φίλους αλλά και την πρώην βουλευτή Ραχήλ Μακρή, η οποία -όπως δήλωσε- βρέθηκε στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων ως ένδειξη συμπαράστασης στον άνεργο ναυτικός.
Ο κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της απολογίας του αρνήθηκε την κατηγορία, αποδεχόμενος, ωστόσο, ότι έστειλε δύο μηνύματα στο κινητό της υφυπουργού τα οποία ανέφεραν «Έρχεται Γουδί» και «Η Μακεδονία δεν πωλείται». Μάλιστα, ζήτησε να δοθεί συμπληρωματική κατάθεση από την Αικ. Παπακώστα. «Εάν η μηνύτρια θεωρεί ότι η στάση της είναι απόλυτα νόμιμη και σύμφωνη με το καθήκον της ουδένα φόβο είναι δυνατόν να της προκαλέσει ενδεχόμενη μελλοντική δικαστική διερεύνηση του επίδικου ζητήματος και πρέπει συνεπώς για να μην είναι αόριστη η κατηγορία να κληθεί σε συμπληρωματική κατάθεση και να αιτιολογήσει για ποιο λόγο η πιθανότητα άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος της είναι δυνατόν να της προκαλέσει φόβο» όπως αναφέρει στο υπόμνημά του.
Σχετικά με τα μηνύματα υποστήριξε ότι: «Η φράση “Έρχεται Γουδί” είναι μια ρητορική φράση η οποία παραπέμπει σε απόδοση νομικών ευθυνών και μάλιστα για το συγκεκριμένο ζήτημα έχει ειπωθεί στην ελληνική Βουλή από τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε βάρος του οποίου πρέπει να ασκηθεί άμεσα ποινική δίωξη σε ενδεχόμενο δικής μου παραπομπής» ενώ πρόσθεσε πως «ουδεμία απειλή άσκησης βίας από εμένα προς τη μηνύτρια υφίσταται, αλλά μια έκφραση ρητορικής προσωπικής απόψεως».
Ο 63χρονος βγαίνοντας από το ανακριτικό γραφείο δήλωσε πως για τον ίδιο η συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί εθνική καταστροφή, επισημαίνοντας: «Σαφώς θα συνεχίσω να στέλνω τη θέση μου, χωρίς να στέλνω μηνύματα».
Οι συνήγοροί του, Γιώργος Ράπτης και Ιωνάθαν Κωνσταντίνου, ανέφεραν με τη σειρά τους: «Ο εντολέας μου εξέφρασε μια γνώμη, την οποία μονίμως μετέδωσε σε μια βουλευτή του ελληνικού κοινοβουλίου που λέει ότι από τις πράξεις και οι παραλείψεις της μπορεί να οδηγήσουν σε άσκηση ποινικής δίωξης. Ουδέποτε ασκήθηκε βία ή αποπειράθηκε βία. Δεν υπάρχει καμία σχέση με οργανωμένο ή μη σχέδιο, όπως υποστηρίζουν βουλευτές. Η δημοκρατία δεν απειλείται και δεν εκβιάζεται».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως θα προσφύγει στη δικαιοσύνη σε βάρος εκείνων που τον χαρακτήρισαν ακροδεξιό.