Την έκδοση των δύο υπηκόων της ΠΓΔΜ στην πατρίδα τους -οι διωκτικές αρχές της οποίας τους ζητούν, καθώς τους αποδίδουν κατηγορίες για εμπλοκή στο λεγόμενο σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών, επί πρωθυπουργίας Νίκολα Γκρούεφσκι- εισηγήθηκε προς το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης, ο εισαγγελέας της έδρας, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η συνεδρίαση του Συμβουλίου διεκόπη και θα επαναληφθεί την ερχόμενη Παρασκευή, οπότε θα ανακοινωθεί η απόφαση. Η διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών, ύστερα από αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης, που επικαλέστηκαν λόγους προστασίας των καταζητούμενων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι καταζητούμενοι, όταν κλήθηκαν να τοποθετηθούν γιατί δεν επιθυμούν την έκδοσή τους στην ΠΓΔΜ, εξέφρασαν «φόβους για τη ζωή τους», ενώ ισχυρίστηκαν ότι στην πατρίδα τους «δεν θα τύχουν δίκαιης δίκης».
Αρνήθηκαν δε τις εις βάρος τους κατηγορίες, χαρακτηρίζοντας «πολιτική» την δίωξή τους. Για κατασκευασμένες κατηγορίες έκαναν, μεταξύ άλλων, λόγο οι υπερασπιστές τους, θίγοντας μία σειρά από νομικά ζητήματα. Νωρίτερα, στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε ακαδημαϊκός που, σύμφωνα με την υπεράσπιση, εξετάστηκε με την ιδιότητα του καθηγητή διεθνούς δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων της γειτονικής χώρας, ενώ προηγήθηκε η κατάθεση του δικηγόρου των συλληφθέντων στην ΠΓΔΜ.
Οι δύο καταζητούμενοι, 51 και 35 ετών, είχαν συλληφθεί τον περασμένο Οκτώβριο στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, όταν προσπάθησαν να ταξιδέψουν με πλαστά βουλγαρικά διαβατήρια στη Βουδαπέστη. Οι Έλληνες αστυνομικοί διαπίστωσαν τότε, ότι εις βάρος τους εκκρεμούν διεθνή εντάλματα («ερυθρές αγγελίες») της Interpol, βάσει των οποίων οι διωκτικές αρχές της ΠΓΔΜ τούς κατηγορούν για «παράνομη παρακολούθηση μέσω σύστασης συμμορίας» και «διάπραξη εγκλημάτων υψηλής τεχνολογίας».
Οι συγκεκριμένες πράξεις συνδέονται με την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, η οποία είχε βυθίσει τη γειτονική χώρα σε πολιτική κρίση, ενώ, σύμφωνα με τα διωκτικά έγγραφα, τελέστηκαν όσο υπηρετούσαν στην υπηρεσία αντικατασκοπίας της ΠΓΔΜ. Οι συλληφθέντες παραμένουν υπό κράτηση, ενώ -στο μεταξύ- έχουν καταθέσει αίτηση χορήγησης ασύλου στην Ελλάδα.