Στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Καλαμάτας βρέθηκε την περασμένη Τετάρτη ο άνδρας που το Νοέμβριο του 2020, στον Πύργο Διρού, δολοφόνησε τη σύζυγό του πυροβολώντας τη στο κεφάλι, παρουσία της 15χρονης κόρης τους.

Στην πρωτόδικη δίκη, ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη χωρίς να του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό. Το δικαστήριο τον είχε χαρακτηρίσει ως «μια αυταρχική, βίαιη, συγκρουσιακή, καχύποπτη και εμμονική προσωπικότητα».

Σύμφωνα με το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, που δημοσιεύει το patrisnews, ο άνδρας παρουσίαζε σταδιακά όλο και πιο επικίνδυνη συμπεριφορά απέναντι στην οικογένειά του. Παρότι έπασχε από ψυχιατρικά προβλήματα, αρνιόταν να ακολουθήσει οποιαδήποτε θεραπεία, με αποτέλεσμα η κατάσταση στο σπίτι να επιδεινώνεται διαρκώς.

Οι συχνές εκρήξεις βίας του, που ξεσπούσαν για ασήμαντους λόγους, είχαν γίνει καθημερινότητα για την οικογένειά του, με τη σύζυγό του να είναι το βασικό θύμα. Η παθολογική ζήλια του τον οδηγούσε να ελέγχει κάθε της κίνηση, γεμάτος αβάσιμες υποψίες.

Ο γιος της οικογένειας συχνά παρενέβαινε για να προστατεύσει τη μητέρα του από τις επιθέσεις του πατέρα. Λίγο πριν από τη μοιραία ημέρα, οι εντάσεις είχαν κορυφωθεί, αναγκάζοντας τη γυναίκα και την κόρη τους να φύγουν για λίγες ημέρες από το σπίτι.

Φίλοι και συγγενείς προσπάθησαν να γεφυρώσουν τις διαφορές του ζευγαριού, πείθοντας τελικά τον κατηγορούμενο να επισκεφθεί ψυχίατρο. Φαινομενικά, η σχέση τους έδειχνε να έχει εξομαλυνθεί, όμως στην πραγματικότητα τα προβλήματα δεν είχαν λυθεί.

«Θα με σκοτώσει»

Ο άνδρας συνέχιζε να συμπεριφέρεται βίαια, δημιουργώντας επεισόδια ακόμη και μπροστά στην κόρη τους.

Την ημέρα της δολοφονίας, ο δράστης επιτέθηκε φραστικά στη σύζυγό του, φτάνοντας στο σημείο να τη φτύσει μπροστά στο παιδί τους. Η 44χρονη, έντρομη, στράφηκε στην κόρη της, αποκαλύπτοντας τον φόβο της. Ο διάλογος που ακολούθησε αποτυπώνει την αγωνία της γυναίκας, αλλά και την προσπάθεια του παιδιού να τη σώσει.

44χρονη: Θα με σκοτώσει

15χρονη: Μαμά αυτό δεν θα το αφήσω

Εκείνη η ημέρα ήταν η αρχή του τέλους για την 44χρονη. Ο συζυγοκτόνος, δεν υπολόγισε τίποτα ούτε  καν ότι στο σπίτι και δίπλα στη γυναίκα ήταν η κόρη τους. Στο σκεπτικό του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου περιγράφονται λεπτό λεπτό τα όσα ακολούθησαν:

«Πριν καλά καλά ολοκληρωθεί η στιχομυθία μεταξύ μητέρας και κόρης, ακούστηκε από την κρεβατοκάμαρα, όπου ο κατηγορούμενος φύλασσε διάφορα κυνηγετικά όπλα, καθώς διέθετε άδεια κυνηγιού, ο θόρυβος καραμπίνας που οπλίζει, ενώ σε κλάσματα δευτερολέπτου, ο κατηγορούμενος εισήλθε στο δωμάτιο της κόρης τους με την οπλισμένη καραμπίνα και αφού την έστρεψε  κατά της συζύγου του, την πυροβόλησε. Δεν  κατόρθωσε όμως να την πλήξει, καθώς εν τω μεταξύ, παρενέβη η κόρη τους, η οποία έπιασε την κάνη της καραμπίνας και την έστρεψε σε άλλο σημείο, με αποτέλεσμα τα σκάγια να καταλήξουν στον τοίχο πάνω από το ένα κρεβάτι του υπνοδωματίου».

Το κορίτσι, προσπαθούσε να σώσει τη μητέρα του και αν και ήταν μόνο 15 ετών, πάλεψε με τον πατέρα της, ο οποίος δεν δίστασε να τη χτυπήσει.

«Ακολούθησε πάλη μεταξύ του κατηγορούμενου και της κόρης του, κατά τη διάρκεια της οποίας χτύπησε αυτή, προκαλώντας της τραύμα στη στοματική κοιλότητα και τελικά ο κατηγορούμενος κατάφερε να απελευθερώσει την καραμπίνα. Κατά το διάστημα αυτό η σύζυγος, κατάφερε να βγει από το υπνοδωμάτιο, φέροντας μάλιστα πάνω της και την κουβέρτα με την οποία ήταν σκεπασμένη και να κινηθεί προς την έξοδο του σπιτιού, φωνάζοντας ταυτόχρονα στην κόρη τους να καλέσει την Αστυνομία».

Ο συζυγοκτόνος όμως ήταν αποφασισμένος:

«Λίγο πριν φθάσει το θύμα στην πόρτα εξόδου, και ενώ η κόρη τους, τηλεφωνούσε στην Αστυνομία, ο κατηγορούμενος καταδιώκοντάς την, την πρόλαβε και από κοντινή απόσταση, την πυροβόλησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της με αποτέλεσμα να τη σκοτώσει», καταλήγει το σκεπτικό του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου .

Προσπάθησε να παραπλανήσει τις αρχές

Η κόρη του ζευγαριού, μόλις αντίκρυσε την αιμόφυρτη μητέρα της ,άρχισε να ουρλιάζει και την ώρα που τηλεφωνούσε στην Αστυνομία εκείνος της φώναξε «τη σκότωσα».

Όμως η υπόθεση έχει και συνέχεια, καθώς ο δράστης στη συνέχεια προσπάθησε να παραπλανήσει τις αρχές. Όσο η κόρη και η αδερφή του πήγαιναν στους Αστυνομικούς, εκείνος πήρε ένα μαχαίρι και το έβαλε στο δεξί του χέρι  για να υποστηρίξει ότι δέχθηκε επίθεση από το θύμα .Στη συνέχεια κάλεσε τον αδερφό του και ένα φίλο του για να τους πει  ότι σκότωσε τη γυναίκα του .

Στο πρωτόδικο δικαστήριο, ο δράστης «πάτησε « πάνω στα ψυχιατρικά του προβλήματα για να μην καταδικαστεί σε ισόβια. Δικαστές και ένορκοι όμως, είχαν άλλη, άποψη και ανέφεραν ότι:

«Ο κατηγορούμενος δεν τελούσε σε καμία ψυχική υπερδιέγερση, συνεπεία αιφνίδιας υπερέντασης συναισθήματος».

Η δικηγόρος της οικογένειας της 44χρονης, Ανθούλα Ανάσογλου, μιλώντας στην εφημερίδα «Πατρίς» επεσήμανε:

«Ο συζυγοκτόνος, επιχειρεί να σπάσει τα ισόβια, προβάλλοντας αστεία επιχειρήματα και κυρίως τα ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία κατέρριψε το πρωτόδικο δικαστήριο. Ότι και αν κάνει η πραγματικότητα, δεν αλλάζει. Σκότωσε τη γυναίκα του εν ψυχρώ, άφησε τα παιδιά του ορφανά από μητέρα. Η Βαλαντούλα ζούσε ένα μαρτύριο ετών που είχε μια τραγική κατάληξη. Αυτό που ζητά η οικογένειά της 44χρονης είναι δικαιοσύνη και τα Ισόβια να παραμείνουν Ισόβια και στο Εφετείο».

Η δίκη τελικά πήρε αναβολή για να καταθέσουν οι γιατροί που είχαν εξετάσει τον κατηγορούμενο πριν το έγκλημα.