Με επίπληξη τιμωρήθηκαν από το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων δύο ανήλικοι από τη Ρόδο οι οποίοι κατηγορούνται ότι διακινούσαν γυμνές φωτογραφίες 12χρονης. Το δικαστήριο τους έβαλε απλά να ζητήσουν από το θύμα τους «συγγνώμη».

Τα δύο ανήλικα άτομα κατηγορήθηκαν για κατοχή και διανομή υλικού παιδικής πορνογραφίας μέσω πληροφοριακών συστημάτων που παρήχθη με τη χρησιμοποίηση ανηλίκου που δεν έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, για εξώθηση ανηλίκου, που συμπλήρωσε το 12ο αλλά όχι το 14ο έτος της ηλικίας του να συμμετάσχει σε πορνογραφικές παραστάσεις, για παράνομη βία κατ΄ εξακολούθηση και για κατοχή και επίδειξη υλικού παιδικής πορνογραφίας.

Όπως μετέδωσε η εφημερίδα «Δημοκρατική» το δικαστήριο με την απόφασή του επιτάσσει τους ανηλίκους με επιμέλεια της επιμελήτριας ανηλίκων να συναντηθούν με το θύμα και να ζητήσουν συγγνώμη. Οι κατηγορούμενοι, ένας 17χρονος υπήκοος Αλβανίας κι ένας 16χρονος ημεδαπός φέρονται να τέλεσαν τα αδικήματα αυτά με δικογραφία που σχημάτισε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου. Η έρευνα για την υπόθεση ξεκίνησε στις 22 Νοεμβρίου του 2019 όταν ένα ζευγάρι κατήγγειλε ότι το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου του 2019 ενημερώθηκαν ότι κυκλοφορούν στο διαδίκτυο γυμνές φωτογραφίες της 12χρονης κόρης τους.

Τι είπε για τις φωτογραφίες η κοπέλα

Σε ερωτήσεις που της έκαναν, η ανήλικη παραδέχθηκε ότι απέστειλε τον Αύγουστο του έτους 2019 τις εν λόγω φωτογραφίες σε έναν συνομήλικό της ο οποίος τυγχάνει συμμαθητής της, διότι την απείλησε ότι αν δεν του στείλει γυμνές της φωτογραφίες θα ενημέρωνε τους γονείς της για τη σχέση τους.

Μετά από παραγγελίας της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου, παρουσία δικαστικού λειτουργού, αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου μετέβησαν στις οικίες των ανηλίκων και σε νομότυπη έρευνα που ακολούθησε κατασχέθηκαν τα κινητά τους τηλέφωνα.

Στη συνέχεια προσήχθησαν και ο δεύτερος επέδειξε μια φωτογραφία της ανήλικης που ήταν αποθηκευμένη στο κινητό του.

Από την έρευνα που ακολούθησε στα κατασχεθέντα σε επίπεδο Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών εντοπίστηκαν συνολικά τρεις φωτογραφίες της ανήλικης. Ο ελληνικής καταγωγής απολογούμενος υποστήριξε ότι διατηρούσε σχέση με την φερόμενη ως θύμα από το έτος 2019 και για έξι μήνες και κάποια στιγμή αστειευόμενος και ίσως διακατεχόμενος από την ανδρική ορμή και περιέργεια, πόσω μάλλον επαυξανόμενη επί το μέγιστον, αφού βρισκόταν στην ηλικία των 12 ετών τότε σε επικοινωνία που είχαν μέσω διαδικτυακής εφαρμογής messenger, της ζήτησε να του στείλει φωτογραφία της γυμνή. Εκείνη ανταποκρίθηκε και προς απόδειξη αυτού επικαλέστηκε την μεταξύ τους συνομιλία μέσω μηνυμάτων.

Υποστήριξε δε ότι σε μία φωτογραφία στην οποία απεικονίζονται γεννητικά όργανα εκτιμά πως δεν είναι η φίλη του και πως του είχε αποστείλει τα οπίσθια της μπροστά σε ένα καθρέφτη. Διατείνεται δε ότι εξακολουθούσαν να έχουν σχέση μέχρι την στιγμή που ερωτεύτηκε κάποιο άλλο αγόρι και του ζήτησε να χωρίσουν. Πρόσθεσε εξάλλου, αφού ζήτησε συγγνώμη, πως δεν μπορούσε να φανταστεί πως η πράξη του να στείλει σε δύο αδελφικούς του φίλους, τις φωτογραφίες θα μπορούσε να επισύρει τέτοιες ποινικές συνέπειες. Ο έτερος ανήλικος κατηγορούμενος, αλλοδαπός, αρνήθηκε παντελώς τις κατηγορίες εις βάρος του τονίζοντας ότι γνώρισε την φερόμενη ως θύμα το έτος 2019 και δεν είχαν καμία επικοινωνία, ούτε τηλεφωνική, ούτε δια ζώσης και η σχέση τους υπήρξε αποκλειστικά και μόνο τυπική.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για δύο φίλες της οι οποίες όπως προκύπτει από τις ένορκες καταθέσεις ισχυρίστηκαν στους γονείς της ψευδώς και αναποδείκτως, ότι δήθεν επεδείκνυε φωτογραφίες της φίλης τους, σε παιδιά στο σχολείο έναντι χρηματικού ποσού.

Ισχυρίζεται ότι ουδέποτε δέχτηκε ή είδε ή γνώριζε την ύπαρξη των φωτογραφιών αυτών.

Τον δε συγκατηγορούμενό του και τους φίλους του, ουδόλως τους γνωρίζει και ουδέποτε είχε κάποια επικοινωνία μαζί τους.