Συγκλονιστικά γεγονότα αποκαλύπτει το «Φως στο Τούνελ», μέσα από την αφήγηση της γιαγιάς και της μητέρας ενός ακόμη βρέφους έξι μηνών που έφτασε μια ανάσα από τον θάνατο. Όλα συνέβησαν όταν η μητέρα του παιδιού ζούσε μαζί με την Ειρήνη Μουρτζούκου, δημιουργώντας ανατριχιαστικά ερωτήματα γύρω από αυτή τη συμβίωση και την απειλή που φαίνεται να ελλοχεύει.

Το πλήρωμα του ασθενοφόρου παρέλαβε το άτυχο βρέφος χωρίς σφυγμό, λίγο πριν καταφέρουν να το επαναφέρουν στη ζωή κατά τη διακομιδή του στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο. Η διάγνωση των γιατρών ανέφερε «συγκοπή», μια κατάσταση που προκαλείται μόνο από εξωτερικούς παράγοντες, αφήνοντας πολλά ερωτήματα αναπάντητα.

Η γιαγιά, μιλώντας στο «Τούνελ» για πρώτη φορά, καταγγέλλει πως όλα συνέβησαν όταν η κόρη της άφησε για λίγο το έξι μηνών μωρό στην Ειρήνη για να το προσέχει.

«Η κόρη μου μαζί με την εγγονή μου είχε πάει να τη φιλοξενήσει η Ειρήνη και η μαμά της στην Πάτρα που έμεναν τότε. Της είχα πει ότι ήταν παράλογο να πάει με μωρό παιδί εκεί.  Κάποια στιγμή μας πήρε η Ειρήνη τηλέφωνο να μας πει ότι το παιδί είχε μαυρίσει και να το πάμε στο νοσοκομείο. Το τηλέφωνο το σήκωσε η άλλη μου η κόρη και της είπε να πάρει ασθενοφόρο και να το φέρουν στο Καραμανδάνειο. Το παιδί ήταν μισοπεθαμένο, μελανιασμένο και ευτυχώς το επανάφεραν οι γιατροί», λέει και συγκλονίζει.

Όταν ρώτησε την κόρη της τι είχε συμβεί της απάντησε ότι το βρήκε σε αυτή την κατάσταση στο κρεβάτι.

«Μου είπε ότι εκείνη είχε πεταχτεί για μια δουλειά και είχε αφήσει το μωρό με την Ειρήνη. Οι γιατροί έγραψαν τότε ότι το παιδί είχε πάθει συγκοπή αλλά δεν μπορούσαν να βρουν κάτι. Ήταν ένα παιδί υγιές και μας είπαν ότι κάτι πιθανότατα να το τρόμαξε ή να το πόνεσε πολύ. Ευτυχώς η μικρούλα μας γλίτωσε. Εν τω μεταξύ η Ειρήνη, δύο τρία χρόνια πριν το συμβάν, είχε χάσει και ένα αδερφάκι δύο χρονών με τον ίδιο σχεδόν τρόπο. Η κόρη μου μετά το περιστατικό έφυγε. Όλα αυτά που γίνονται με αυτή την κοπέλα δεν είναι λογικό. Όποιο παιδί πρόσεχε η Ειρήνη πάθαινε τα ίδια», καταλήγει.

Η μητέρα  του βρέφους που «από θαύμα» γλίτωσε, όπως λέει τον θάνατο την ώρα που το πρόσεχε η γυναίκα που θεωρούσε φίλη της, έλυσε την σιωπή της για πρώτη φορά.

Περιγράφει, πως  αντίκρυσε μελανιασμένο και χωρίς πνοή το παιδί της τον Οκτώβριο του 2016.

Όλα συνέβησαν όταν συγκατοικούσε με την Ειρήνη.

«Γενικά έπαιρνα παντού το παιδί μαζί μου. Εκείνη η μέρα ήταν Κυριακή. Είχα ταΐσει την μικρή και την έβαλα να κοιμηθεί. Δεν προλαβαίνω να απλώσω τα ρούχα του παιδιού και ακούω την Ειρήνη να μου λέει ότι δεν είναι καλά. Την κοιτάζω, τα χείλη της ήταν μελανά και είχε χάσει τις αισθήσεις της. Απευθείας κάλεσα ασθενοφόρο και την πήγαμε στο Καραμανδάνειο. Όλοι οι γιατροί έπεσαν πάνω στο παιδί να δουν τί έχει γίνει γιατί ήταν μόλις έξι μηνών και γεννήθηκε υγιέστατο. Το πόρισμα τους ήταν συγκοπή και τους ρώτησα από τι μπορεί να συνέβη. Μου απάντησαν ότι θα μπορούσε να είναι κάποιος πάνω από το κεφάλι της και να την τρόμαξε ή κάτι να της έβαλε -για παράδειγμα ένα μαξιλάρι-και δεν μπορούσε να ανασάνει», λέει χαρακτηριστικά.

Αναφέρεται στις μνήμες που ξυπνήσαν από τις εξελίξεις με τους διαδοχικούς θανάτους μέσα σε τέσσερα χρόνια και τα ερωτήματα που από τότε την βασανίζουν για το πρόσωπο «κλειδί» της υπόθεσης.

«Από τη στιγμή που έχει βγει αυτή η υπόθεση και μαθαίνω ότι ο Παναγιωτάκης ήταν με μελανά χείλη, μου έρχονται μνήμες από το δικό μου το παιδί. Ήμουν τυχερή μάλλον μέσα στην ατυχία μου. Υποψιάζομαι ότι το έχει κάνει αυτό και στο δικό μου το παιδί. Αφού βγήκαμε από το νοσοκομείο, επέστρεψα στην μαμά μου. Η Ειρήνη με έπαιρνε να δει τι κάνει το παιδί και της είχα πει τότε ότι αν το είχε πειράξει, θα τη σκότωνα. Αλλά το είχε αρνηθεί».

Ντοκουμέντο με την Ειρήνη στο νοσοκομείο το 2016

Τι δήλωσε η μητέρα

Η μητέρα  του βρέφους που «από θαύμα» γλίτωσε, όπως λέει τον θάνατο την ώρα που το πρόσεχε η γυναίκα που θεωρούσε φίλη της, έλυσε την σιωπή της για πρώτη φορά.

Περιγράφει, πως  αντίκρυσε μελανιασμένο και χωρίς πνοή το παιδί της τον Οκτώβριο του 2016.

Όλα συνέβησαν όταν συγκατοικούσε με την Ειρήνη.

«Γενικά έπαιρνα παντού το παιδί μαζί μου. Εκείνη η μέρα ήταν Κυριακή. Είχα ταΐσει την μικρή και την έβαλα να κοιμηθεί. Δεν προλαβαίνω να απλώσω τα ρούχα του παιδιού και ακούω την Ειρήνη να μου λέει ότι δεν είναι καλά. Την κοιτάζω, τα χείλη της ήταν μελανά και είχε χάσει τις αισθήσεις της. Απευθείας κάλεσα ασθενοφόρο και την πήγαμε στο Καραμανδάνειο. Όλοι οι γιατροί έπεσαν πάνω στο παιδί να δουν τί έχει γίνει γιατί ήταν μόλις έξι μηνών και γεννήθηκε υγιέστατο. Το πόρισμα τους ήταν συγκοπή και τους ρώτησα από τι μπορεί να συνέβη. Μου απάντησαν ότι θα μπορούσε να είναι κάποιος πάνω από το κεφάλι της και να την τρόμαξε ή κάτι να της έβαλε -για παράδειγμα ένα μαξιλάρι-και δεν μπορούσε να ανασάνει», λέει χαρακτηριστικά.

Αναφέρεται στις μνήμες που ξυπνήσαν από τις εξελίξεις με τους διαδοχικούς θανάτους μέσα σε τέσσερα χρόνια και τα ερωτήματα που από τότε την βασανίζουν για το πρόσωπο «κλειδί» της υπόθεσης.

«Από τη στιγμή που έχει βγει αυτή η υπόθεση και μαθαίνω ότι ο Παναγιωτάκης ήταν με μελανά χείλη, μου έρχονται μνήμες από το δικό μου το παιδί. Ήμουν τυχερή μάλλον μέσα στην ατυχία μου. Υποψιάζομαι ότι το έχει κάνει αυτό και στο δικό μου το παιδί. Αφού βγήκαμε από το νοσοκομείο, επέστρεψα στην μαμά μου. Η Ειρήνη με έπαιρνε να δει τι κάνει το παιδί και της είχα πει τότε ότι αν το είχε πειράξει, θα τη σκότωνα. Αλλά το είχε αρνηθεί».