Μια από τις κορυφαίες ανδρικές φωνές του 20ού αιώνα και πρωτεργάτης αυτού που σήμερα ονομάζουμε «κοσμικός», για τον Φρανκ Σινάτρα μιλούν καλύτερα τα έργα και οι ημέρες του. Ο τραγουδιστής που ερμήνευε τα κομμάτια ως προσωπικές δηλώσεις, αισθαντικά και στο «μιλητό», με την ευκολία των αυτοσχεδιαστικών ακροβασιών της τζαζ, θα μας χάριζε περισσότερες από 1.400 ηχογραφήσεις σε ένα από τα πλέον ογκώδη και τιμημένα μουσικά έργα. Καινοτόμος, νεωτεριστής και αντισυμβατικός, θα έβαζε κατόπιν στο στόχαστρο τον κινηματογράφο, γινόμενος ένα από τα πρώτα λαϊκά είδωλα, ένας σουπερστάρ δηλαδή που μέσα από τη δημόσια εικόνα του καθιέρωσε μια περσόνα που το κοινό έβρισκε ακαταμάχητη! Όσο για την έντονη και περιπετειώδη προσωπική του ζωή, τα θυελλώδη ειδύλλια και τις διαβόητες σχέσεις του με τον υπόκοσμο και το οργανωμένο έγκλημα, μόνο στον μύθο του προσέθεταν λιθαράκια, κάνοντάς τον συνώνυμο της εύθραυστης αρρενωπότητας… Πρώτα χρόνια
Το 1940, ο Tommy Dorsey καλεί τον Σινάτρα στη δική του μπάντα και έπειτα από δύο χρόνια επιτυχίας, ο Φρανκ αποφασίζει να ακολουθήσει τη δική του ρότα…
Σόλο καριέρα
Το 1945, ο Σινάτρα θα αποσπάσει μια ειδική βράβευση από την Ακαδημία Κινηματογράφου για ένα 10λεπτο φιλμάκι που προωθούσε τη φυλετική και θρησκευτική ανοχή στα μέτωπα του πολέμου.
Στα μεταπολεμικά χρόνια ωστόσο, η ξέφρενη επιτυχία που είχε γνωρίσει νωρίτερα άρχισε να φθίνει, με τον ίδιο να χάνει κινηματογραφικά συμβόλαια και να μην μπορεί να ηχογραφήσει (αρχές του 1950). Παρά το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε, ο ίδιος θα κάνει θριαμβευτική επιστροφή το 1953, κερδίζοντας Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του ως αμερικανο-ιταλός στρατιώτης στην ταινία «Όσο Υπάρχουν Άνθρωποι» (From Here to Eternity).
Παρά το γεγονός ότι ο ρόλος του ήταν ο πρώτος μη-τραγουδιστικός στην κινηματογραφική του ιστορία, ο Σινάτρα σύντομα θα έβρισκε και πάλι τον δρόμο προς τη δισκογραφία, υπογράφοντας παχυλό συμβόλαιο με την Capitol Records την ίδια χρονιά. Η μουσική του Σινάτρα στη δεκαετία του 1950 γίνεται πιο ώριμη, με τον ίδιο να υιοθετεί πιο τζαζ ηχοχρώματα.
Εν τω μεταξύ, συνέχιζε να σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των Top 10 singles σε όλη τη δεκαετία του ’50! Και όταν οι πωλήσεις άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα, ο Φρανκ εγκατέλειψε την Capitol και ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγωγής, τη Reprise. Και βέβαια σε συνεργασία με το στούντιο της Warner Bros., που θα εξαγόραζε κατόπιν τη Reprise, ο Σινάτρα έστησε δική του, ανεξάρτητη, εταιρεία κινηματογραφικών παραγωγών, την Artanis… Η Rat Pack
Με το μοντέρνο του look και τη διαχρονική του κλάση, για να μην αναφέρουμε το μνημειώδες κομμάτι του 1968 «My Way», ακόμα και τα αντισυμβατικά νιάτα της Αμερικής ήταν υποχρεωμένα να υποκλιθούν μπροστά του. Κάτι που έκανε έναν άλλο αμερικανικό μύθο, τον Τζιμ Μόρισον των Doors, να παραδεχτεί σχετικά: «Κανείς δεν μπορεί να τον φτάσει!». Έπειτα από ένα σύντομο διάλειμμα στις αρχές του 1970, ο Σινάτρα επιστρέφει στη μουσική σκηνή με το άλμπουμ «Ol’ Blue Eyes Is Back» (1973), την ώρα που γίνεται και πολιτικά πιο δραστήριος. Έχοντας ήδη επισκεφτεί τον Λευκό Οίκο το 1944 στην εκστρατεία του υπέρ της επανεκλογής του Ρούζβελτ, ο Σινάτρα εργάστηκε παθιασμένα για την εκλογή του Τζον Κένεντι στην προεδρία των ΗΠΑ το 1960 και κατόπιν επόπτευσε το εναρκτήριο γκαλά στην Ουάσιγκτον, με τους δύο άντρες να συνδέονται με βαθιά φιλία.
Οι σχέσεις τους ωστόσο πήραν την κάτω βόλτα όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ ακύρωσε την επίσκεψή του στην οικία του Σινάτρα εξαιτίας των σχέσεων του κοσμικού τραγουδιστή με τον «νονό» και βασιλιά του υποκόσμου του Σικάγο Sam Giancana!