Η νεοελληνική ιστορία στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα οι κρίσιμες περίοδοί της σφραγίστηκαν από τα πεπραγμένα του ηρωικού στρατιωτικού Πλαστήρα, που έμελλε να μείνει γνωστός με το τιμητικό προσωνύμιο «Μαύρος Καβαλάρης», που ήρθε να περιγράψει τόσο τα ανδραγαθήματά του στο πεδίο της μάχης όσο και το μελαμψό παρουσιαστικό του. Τσεκουράτος στρατηγός και αδέκαστος πολιτικός, ο σταθερά προσκολλημένος στα δημοκρατικά ιδεώδη Πλαστήρας κόσμησε με την παρουσία και τα χρονικά του την πολιτική μας ιστορία και λειτούργησε ως εχέγγυο για πολλά και τραγικά γεγονότα, κάνοντας τους ιστορικούς να ισχυριστούν ότι η πατρίδα του χρωστά πολλά. Ο δαφνοστεφανωμένος και μπαρουτοκαπνισμένος «Μαύρος Καβαλάρης» του μικρασιατικού μετώπου εμφανίστηκε στον πολιτικό βίο τον Ιανουάριο του 1945, όταν με προτροπή των Άγγλων διορίστηκε (από τον αντιβασιλέα Δαμασκηνό) πρωθυπουργός της χώρας. Μοναδικός στόχος στη βραχύβια πρώτη του θητεία θα ήταν ένας και μόνον ένας: η αποτροπή του εμφυλίου πολέμου και η ειρηνική συμφιλίωση. Καθοριστική υπήρξε και η συμβολή του στον τερματισμό της εθνικής τραγωδίας που γράφτηκε με τα Δεκεμβριανά (1944), την ίδια στιγμή που ήταν και από τους πρωτεργάτες της Συμφωνίας της Βάρκιζας, η οποία οδήγησε σε αφοπλισμό των κομμουνιστών και άνοιξε τον δρόμο για τις εκλογές του 1946. Ως άνθρωπος βαθύτατα δημοκρατικός, ο Πλαστήρας ήταν περισσότερο στρατιωτικός παρά πολιτικός. Κι αν γνώριζε εξαιρετικά την τέχνη των στρατιωτικών ελιγμών, αγνοούσε παντελώς τους σκιώδεις πολιτικούς χειρισμούς και τις μοχλεύσεις του παρασκηνίου, που θα τον αναγκάσουν σε λάθη, υπαναχωρήσεις και παραιτήσεις. Όποια κι αν είναι όμως η ιστορική ετυμηγορία για τα πολιτικά του πεπραγμένα, το γεγονός παραμένει ότι ο Πλαστήρας ήταν μια από τις ισχυρότερες πολιτικές φυσιογνωμίες του τόπου και η απώλειά του το 1953 λογίστηκε γεγονός κομβικής σημασίας, δρομολογώντας σημαντικές εξελίξεις στην ελληνική πολιτική σκηνή και ιδιαιτέρως στον ευρύτερο χώρο του Κέντρου. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα το 1944 ύστερα από την πολυετή εξορία του για το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1933 (εξορία που θα του στερήσει τη δυνατότητα να πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο), λειτούργησε ως εγγυητής της σταθερότητας στα αιματηρά Δεκεμβριανά, καθώς ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να συμβάλει ενεργά στη συμφιλίωση. Ο πάντα πατριώτης Πλαστήρας διέθετε μεγάλη επιρροή στα σώματα ασφαλείας αλλά και τις προσφυγικές συνοικίες και προσπάθησε λυσσαλέα να σταματήσει τον εθνικό σπαραγμό, ενώ αργότερα, πριν από τις εκλογές του 1950, ήταν ο πρώτος πολιτικός που ανέλαβε την πρωτοβουλία για ανασύνταξη των κεντρώων πολιτικών δυνάμεων. Ο γεφυροποιός μεταξύ Αριστεράς και αστικών δυνάμεων πέθανε πάμφτωχος σε ένα δυάρι πάνω σε ένα ράντζο, καθώς αρνιόταν να αποδεχθεί λεφτά και συντάξεις όσο η Ελλάδα στέναζε από τη φτώχεια και την ανέχεια. Μέχρι και κρεβάτι αρνήθηκε να του φέρουν, λέγοντας περίφημα: «Τόσοι άνθρωποι μένουν σε παράγκες, εγώ θα έχω κρεβάτι;». Η ανιδιοτέλεια της προσφοράς του στα κοινά, ο πατριωτισμός και τα δημοκρατικά του ιδεώδη παραμένουν φάροι στο εσωτερικό τοπίο, όσο κι αν οι ακραίες πολιτικές συνθήκες οδήγησαν τον φωτισμένο αυτό πατριώτη με την πραγματικά τεράστια προσφορά στον τόπο σε μεγάλα ατοπήματα. Ο Πλαστήρας ήταν εξάλλου ήρωας των Βαλκανικών Πολέμων, της εμπλοκής της Ελλάδας στον Πρώτο Παγκόσμιο και της Μικρασιατικής Εκστρατείας και προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις να κρατήσει όρθια την Ελλάδα μέσα στις πιο κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της…
Πρώτα χρόνια
Πολεμικοί άθλοι και Μικρασιατική Εκστρατεία
Ο στρατιωτικός γίνεται πολιτικός