Με παράλληλους προβλέψιμους μονολόγους κύλησαν οι τρεις ώρες του χθεσινοβραδινού ντιμπέιτ μεταξύ των πολιτικών αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων, καθώς οι κανόνες που είχαν επιβληθεί, από τους ίδιους, δεν άφηναν περιθώρια διαλόγου. Οι κερδισμένοι μιας τέτοιας διαδικασίας θα έπρεπε κανονικά να ήταν οι αρχηγοί των μικρότερων κομμάτων, που βρέθηκαν επί ίσοις όροις στο ίδιο πάνελ με τους ηγέτες των κομμάτων εξουσίας, έχοντας τον ίδιο χρόνο ο καθένας ώστε να εκφράσει τις θέσεις του, ωστόσο δεν φαίνεται να το εκμεταλλεύτηκαν δεόντως.
Τόσο ο γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος Δημήτρης Κουτσούμπας, όσο και ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος με τον γραμματέα του ΜέΡΑ25 Γιάνη Βαρουφάκη δεν έκαναν τη διαφορά, χάνοντας την ευκαιρία που είχαν να ξεχωρίσουν και να πείσουν τηλεθεατές που ενδεχομένως υπό άλλες συνθήκες να μην καθόντουσαν ποτέ να τους ακούσουν επί τόση ώρα.
Καταρχάς ο κ. Δημήτρης Κουτσούμπας έδειχνε μάλλον αμήχανος και είχε μεγάλη δυσκολία στο να τηρήσει τον προβλεπόμενο χρόνο και σχεδόν σε κάθε απάντηση ήταν εκπρόθεσμος. Στις απαντήσεις χρησιμοποιούσε την «ξύλινη γλώσσα» από την οποία δύσκολα λαξεύει όποιος βρίσκεται στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, κάτι που μπορεί να αρέσει μεν στους κομμουνιστές ψηφοφόρους αλλά δεν μπορεί εύκολα να πείσει ένα ευρύτερο ακροατήριο που ενδεχομένως θα έδινε στο κόμμα μεγαλύτερα ποσοστά. Απέκλεισε κάθε περίπτωση στήριξης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς ενώ ήταν εμφανής η πρόθεσή του να δείξει ότι έχει διαφορετικές απόψεις από τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ακόμη και σε ζητήματα που επί της ουσίας ομονοούν, όπως για παράδειγμα η κατάργηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα πανεπιστήμια, την οποία ο κ. Τσίπρας είπε ότι θα καταργήσει από φέτος, εάν κερδίσει τις εκλογές. Εμφάνισε επίσης σημάδια ειρωνείας, όπως π.χ. όταν είπε στον δημοσιογράφο Αντώνη Σρόιτερ που τον ρώτησε για τη δημοσιοποίηση όσων χρηματοδοτούν οικονομικά το ΚΚΕ: «Αν δίνατε 10 ευρώ για να ενισχύσετε το ΚΚΕ θα θέλατε να δείτε το όνομά σας αναρτημένο στα μανταλάκια;».
Την ίδια ώρα ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος μπορεί να είχε μεγαλύτερη άνεση στον λόγο, καθώς είναι περισσότερο εξοικειωμένος με τον τηλεοπτικό φακό λόγω των αμέτρητων εκπομπών που έχει κάνει πουλώντας στο κοινό κηραλοιφές ή εκθέτοντας τις απόψεις του, ωστόσο εμφάνισε φαινόμενα διγλωσσίας όταν ρωτήθηκε για τα εμβόλια με τα οποία αντιτίθεται, καθώς και για τις αμβλώσεις που έχει χαρακτηρίσει στο παρελθόν ως δολοφονίες. «Θα μου επιτρέψετε να έχω τις απόψεις μου για το σώμα μου. Δε δέχομαι την υποχρεωτικότητα στο εμβόλιο, δεν δέχομαι την υποχρεωτικότητα στο σώμα μου. Είναι ό,τι χειρότερο για την Δημοκρατία. Όποιος ήθελε το εμβόλιο το έκανε. Γιατί να έρχονται όμως πρόστιμα σε συνταξιούχους που δεν εμβολιάστηκαν;» αναρωτήθηκε. Για το δικαίωμα να μπορεί να κάνει ο καθένας ό,τι θέλει με το σώμα του όσον αφορά τις αμβλώσεις όμως, εξέφρασε μια διαφορετική άποψη. «Εγώ διαφωνώ με τις αμβλώσεις ως χριστιανός ορθόδοξος» ανέφερε αρχικά, για να προσθέσει ωστόσο πως «πρέπει να υποστηρίξουμε την οποιαδήποτε μάνα έχει μια κύηση που μπορεί να μην τις αρέσει. Εγώ εμπιστεύομαι την Ελληνίδα μάνα, να κάνει ό,τι θέλει αυτή, όμως η Ελλάδα πεθαίνει δημογραφικά».
Ήταν δε προετοιμασμένος με μια σειρά από εκτυπώσεις που είχε μπροστά του προκειμένου να τις δείξει με την πρώτη ευκαιρία, είτε του έθετε κάποιος ερώτηση γι’ αυτές είτε όχι. Έτσι συνέβη και με τις φωτογραφίες της Παναγίας που εμφανίζεται σε σχολικό βιβλίο των θρησκευτικών της Γ΄ Δημοτικού, που εμφανίζεται ως ινδιάνα ή ως γκέισα. Τις συγκεκριμένες εικόνες τις χαρακτήρισε «πρόστυχες», λέγοντας ότι «τις πολιτικές μου θέσεις τις υπαγορεύουν οι αξίες της χώρας μου. Όποιος ταυτίζεται μαζί μας έχει καλώς. Έχουμε μπερδέψει την πρόοδο με τα περίεργα κακέκτυπα που έρχονται από έξω».
Τέλος, ο γραμματέας του ΜέΡΑ25 Γιάνης Βαρουφάκης ήταν ο πιο νευρικός απ’ όλους τους πολιτικούς στο πάνελ καθώς αρκετές φορές έχανε τα λόγια του ενώ εμφάνισε και στιγμές αλαζονείας. Όταν η δημοσιογράφος Σία Κοσιώνη τον ρώτησε για την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ασφάλεια στα ελληνικά πανεπιστήμια σε σχέση και με την πανεπιστημιακή αστυνομία, ξεκίνησε λέγοντας ότι «είναι το πιο εύκολο ερώτημα που μπορούσατε να κάνετε», υπονοώντας «μην ανησυχείς, το ‘χω ως απάντηση». Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα θα πρόσθετε για τον εαυτό του ότι «μιλάτε με τον πιο φιλελεύθερο άνθρωπο που μπορεί να υπάρξει».
Επαναλάμβανε συνεχώς τη φράση «ας ξεπεράσουμε το παρελθόν» ενώ χρησιμοποίησε πολλάκις κάποια αφηρημένα σχήματα, όπως για παράδειγμα τα περί κοινωνικού ελέγχου με «συμβούλια κληρωτών πολιτών, όπως στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία».