Κατά του πρωθυπουργού στρέφεται ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Νάσος Ηλιόπουλος τονίζοντας «ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει να βάζει πλάτη στην αισχροκέρδεια» ενώ επισημαίνει πως «σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΛΠΕ ένας στους δύο πολίτες αναγκάζεται να κόψει ακόμα και βασικά αγαθά για να ανταπεξέλθει στους λογαριασμούς ρεύματος».
«Η Ελλάδα είναι πρώτη στην αύξηση του ρεύματος για τις επιχειρήσεις και τρίτη χειρότερη για τα νοικοκυριά. Ταυτόχρονα έχουμε την ακριβότερη βενζίνη σε όλη την Ευρώπη, με μισθούς υποδιπλάσιους άλλων ευρωπαϊκών χωρών», σημειώνει σε μαγνητοσκοπημένη δήλωσή του, ενώ κατηγορεί τον πρωθυπουργό ότι «αρνείται αυτονόητα μέτρα όπως η μείωση του ΕΦΚ σε καύσιμα και του ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής».
«Συνεχίζει και την κοροϊδία με το power pass, αφού εννιά στις δέκα αιτήσεις για τα εναπομείναντα 600.000 νοικοκυριά απορρίπτονται», προσθέτει.
«Ο κ. Μητσοτάκης δείχνει την ανεπάρκεια του να στηρίξει τους εργαζόμενους τους συνταξιούχους και τη μεσαία τάξη και την εξάρτηση του από τα συμφέροντα των λίγων», καταλήγει ο Νάσος Ηλιόπουλος.
ΣΕΛΠΕ: Οι λογαριασμοί είναι η μεγαλύτερη δαπάνη για τα νοικοκυριά
Επιδείνωση εμφανίζει το καταναλωτικό κλίμα το τελευταίο εξάμηνο, ενώ χαμηλές είναι οι προσδοκίες για το επόμενο εξάμηνο, όπως προκύπτει από έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος, που πραγματοποιήθηκε με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Όπως διαπιστώθηκε, ένας στους δύο καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο, ενώ θα αυξήσει τις δαπάνες για λογαριασμούς. Σημειώνεται, ότι οι πληρωμές λογαριασμών αποτελούν πλέον την μεγαλύτερη δαπάνη ως ποσοστού του μηνιαίου εισοδήματος.
Η έρευνα έλαβε χώρα την περίοδο 19-21 Ιουνίου 2022 μέσω Πανελλήνιας Έρευνας σε δείγμα 900 καταναλωτών.
Ειδικότερα, ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος λιανικής, τον Ιούνιο του 2022 διαμορφώθηκε στο -64, μειωμένος σε σχέση με τον μήνα βάσης, τον Οκτώβριο του 2019 και μειωμένος σχέση με την αντίστοιχη μέτρηση του Ιουλίου 2021.
Σύμφωνα με την έρευνα και όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει να κάνει τόσο με τις μέχρι σήμερα προσδοκίες των καταναλωτών για το προσεχές διάστημα, όσο και λόγω της παρούσας κατάστασης στα οικονομικά στοιχεία των καταναλωτών.
Συγκεκριμένα, η μείωση στον υπο-δείκτη παρούσας κατάστασης ήταν από το -40 στο -58, ενώ ο υπό-δείκτης προσδοκιών μειώθηκε από -51 σε -73. Πρακτικά αυτό που καταγράφεται είναι και χαμηλές προσδοκίες, αλλά και επιβάρυνσή των οικονομικών στοιχείων των καταναλωτών, γεγονός που σχετίζεται με το αυξημένο κόστος ενέργειας, όπως φαίνεται και σε άλλους δείκτες, αλλά ταυτόχρονα με τις πληθωριστικές τάσεις και την αβεβαιότητα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Όπως αποτυπώνεται και στις επί μέρους ερωτήσεις, οι καταναλωτές δεν είναι σίγουροι ότι είναι μία ικανοποιητική περίοδος για να κάνουν αγορές, οι ίδιοι, αλλά και το γενικότερο κλίμα δεν βοηθάει. Μάλιστα την κατατάσσουν ως τη χειρότερη περίοδο για σημαντικές αγορές για το σπίτι τους τα τελευταία δύο χρόνια.
Οι προσδοκίες για τις δαπάνες είναι επίσης αρνητικές και σχετίζονται άμεσα με το αυξημένο κόστος ενέργειας. Ποσοστό 45% εκτιμά ότι το δεύτερο εξάμηνο 2022 οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένες. Αντίθετα, το 53% εκτιμά ότι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων το δεύτερο εξάμηνο 2022 θα είναι μειωμένες, και μόλις το 17% ότι θα είναι αυξημένες. Το ίδιο ισχύει για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση), για τις οποίες επίσης εκτιμάται μείωση στις δαπάνες από το 36% των καταναλωτών, ενώ αύξηση μόλις από το 19%. Σχετικά θετική είναι η μέτρηση σε σχέση με τη φορολογία, για την οποία το 59% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 15% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 26% αύξηση. Πρακτικά τα στοιχεία, σύμφωνα με την έρευνα, δείχνουν ότι οι καταναλωτές περικόπτουν αγορές προϊόντων και υπηρεσιών για να πληρώσουν το κόστος ενέργειας και καυσίμων.
Σύμφωνα με τους καταναλωτές, σήμερα οι δαπάνες για λογαριασμούς αποτελούν με διαφορά την μεγαλύτερη δαπάνη τους ως ποσοστό επί του εισοδήματός τους. Συγκεκριμένα, αποτελούν το 32% έναντι 25% τον προηγούμενο Δεκέμβριο.
Αντίθετα μειωμένες είναι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων σε σχέση με τον προηγούμενο Δεκέμβριο από 31% σε 26%. Σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες δαπανών, οι δαπάνες για φόρους καταγράφονται σταθερές. Οι υπόλοιπες δαπάνες όπως υπηρεσίες και ενοίκια δεν παρουσιάζουν ουσιαστική μεταβολή.