Για την αύξηση του κατώτατου μισθού και τον αντίκτυπό του στην κοινωνία μίλησε ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης. «Πράγματι έχουμε αύξηση αθροιστικά 10%, και αυτό είναι μία ανακούφιση των εργαζομένων για όσα έχουν περάσει, ωστόσο δεν πανηγυρίζουμε γι΄ αυτό» είπε ο κ. Χατζηδάκης στο Mega.

«Οι εργοδότες εισηγήθηκαν μεσοσταθμικά 4%, το ΚΕΠ είχε πει από 3 έως 6%. Πάμε στα απώτατα όρια της υπομονής της κοινωνίας. Πιστεύουμε ότι οι επιχειρήσεις θα το αντέξουν, και γιατί η οικονομία έχει μπει σε μία ανοδική τροχιά, και η ανεργία συνεχίζει να πέφτει. Οι επιχειρήσεις έχουν ενισχυθεί αρκετά αυτόν τον καιρό και έχουν και δικαίωμα “ανάπτυξης” και οι εργαζόμενοι» τόνισε.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν δυσκολίες. Την περίοδο του κορονοϊού, δώσαμε ενίσχυση που ήταν  5η παγκοσμίως σε σχέση με το ΑΕΠ. Προσπαθούμε να εξαντλήσουμε τα περιθώρια, έχουμε εργαζομένους που πιέζονται, που πιέζονταν πριν και πιέζονται και τώρα» πρόσθεσε χαρακτηριστικά.

Κλείνει το θέμα της αύξησης του κατώτατου μισθού;

Ο υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης, τοποθετήθηκε σχετικά με το εάν αυτή η αύξηση είναι η τελευταία που μπορεί να γίνει.

«Βάσει του νόμου του 2013, είναι ετήσια η διαδικασία. Είχε παγώσει επί μνημονίων και ξεπάγωσε. Κάθε χρόνο γίνεται διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, με την Τράπεζα της Ελλάδος και άλλα Ινστιτούτα, για το κατά πόσο μπορεί να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός» είπε ο υπουργός.

«Δίνεται ένας επιπλέον μισθός τον χρόνο. Είμαστε στην 9η θέση στον κατώτατο μισθό, πάνω από τη Μάλτα και την Πορτογαλία. Η ανεργία έχει πέσει στο 12%, τα προγράμματα του ΟΑΕΔ έχουν τριπλασιαστεί, και ταυτόχρονα τρέχουν προγράμματα στήριξης, για χώρους φροντίδας βρεφών, για ΑμεΑ και άλλα» σχολίασε.

Όσο αφορά στις τριετίες, ο κ. Χατζηδάκης τόνισε μιλώντας στο MEGA πως, «υπήρχε μία δικαστική διαμάχη για τις τριετίες, η κυβέρνηση πήρε θέση υπέρ των εργαζομένων. Οι τριετίες θα πρέπει να καταβάλλονται για όσους τους αφορούν, για τους εργαζομένους, δηλαδή που έχουν προσληφθεί πριν το 2012».

Τι συμπαρασύρει η αύξηση του κατώτατου μισθού

«Υπάρχει αύξηση του κατώτατου ημερομισθίου, υπάρχει αύξηση του επιδόματος ανεργίας κατά 31 ευρώ, και αυξήσεις για κάποια επιδόματα. Κάναμε αυτό που ήταν δεοντολογικά σωστό, δεν πανηγυρίζουμε. Ήταν σωστό και δίκαιο κοινωνικά, και ήταν ένα αποτέλεσμα της γενικότερης οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης» κατέληξε ο Κωστής Χατζηδάκης.

Χατζηθεοδοσίου: Ναι στην αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά με μείωση του μη μισθολογικού κόστους

Κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς ενισχύει το εισόδημα των χαμηλόμισθων και ταυτόχρονα μπορεί να δώσει «ανάσα» στην αγορά, όπως σημειώνει σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου. Προσθέτει όμως ότι, οποιαδήποτε αυξητική μεταβολή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να συνδυάζεται με ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους καθώς η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δίνει αγώνα επιβίωσης λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας της.

Συγκεκριμένα ο κ. Χατζηθεοδοσίου δήλωσε:

«Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 50 ευρώ το μήνα είναι μία κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση καθώς ενισχύει το εισόδημα των χαμηλόμισθων και ταυτόχρονα μπορεί να δώσει «ανάσα» στην αγορά.

Ειδικά το τελευταίο διάστημα που οι τζίροι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν μειωθεί κατά πολύ εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων και των συνεχών ανατιμήσεων, είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχει δυνατότητα κατανάλωσης από τους πολίτες.

Αυτή είναι όμως η μία πλευρά του νομίσματος, καθώς υπάρχει και μία δεύτερη που αφορά στα επιπλέον βάρη που επωμίζονται οι επιχειρήσεις, σε μία στιγμή μάλιστα που ζητάνε ενίσχυση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.

Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών έχει τονίσει ότι η οποιαδήποτε αυξητική μεταβολή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να συνδυάζεται με ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους που παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Σήμερα που η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δίνει αγώνα επιβίωσης λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας, απαιτούνται στοχευμένα μέτρα που θα μειώσουν τα βάρη και θα δώσουν προοπτικές βιωσιμότητας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Για παράδειγμα, δεν μπορεί να υπάρχουν πλέον μνημονιακές φορολογικές επιβαρύνσεις ή φόροι που αυξήθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο. Αναφέρομαι στο τέλος επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης που πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα να καταργηθούν και ταυτόχρονα να επανέλθει το αφορολόγητο για τις ατομικές επιχειρήσεις και η προκαταβολή φόρου σε προηγούμενα χαμηλότερα επίπεδα.

Την ώρα που το ενεργειακό κόστος πιέζει ασφυκτικά τους μικρομεσαίους και οι συνεχείς ανατιμήσεις φέρνουν τους πολίτες στα όρια τους, είναι αναγκαίο να υπάρξουν μέτρα ελάφρυνσης των επιχειρήσεων ώστε να συνεχίσουν να λειτουργούν και να προσφέρουν θέσεις απασχόλησης και έσοδα στα δημόσια ταμεία».

Καββαθάς: Κάθε παρέμβαση ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων είναι θετική για την αγορά

Θετική κάθε παρέμβαση ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων-καταναλωτών, δήλωσε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς για τον κατώτατο μισθό αλλά πρόσθεσε πως η αγορά περιμένει, το αμέσως επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μέτρα στήριξης για τη  μείωση του ενεργειακού κόστους και του ΦΠΑ, για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, αλλά και τη περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών.

Πιο αναλυτικα.ο πρόεδρος δήλωσε τα εξής: «Κάθε παρέμβαση ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων-καταναλωτών είναι θετική για την αγορά. Συνεπώς η απόφαση της Κυβέρνησης να επισπεύσει την αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Mαΐου κατά 50 ευρώ από τα 663 στα 713 ευρώ σε 650.000 εργαζόμενους, θα ανακουφίσει τα νοικοκυριά και θα ενισχύσει την αγοραστική τους δύναμη. Ωστόσο  δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε μία δύσκολη εποχή για τις επιχειρήσεις, αυτές επωμίζονται  ένα επιπλέον κόστος, την ίδια ώρα που η απόφαση αύξησης του κατώτατου μισθού είναι δημοσιονομικά ουδέτερη.

Προφανώς λοιπόν και με δεδομένο ότι η Κυβέρνηση έχει περιθώρια παρέμβασης αναμένουμε το αμέσως επόμενο διάστημα να προχωρήσει σε μέτρα στήριξης για τη  μείωση του ενεργειακού κόστους και του ΦΠΑ, για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, αλλά και τη περαιτέρω μείωση των εργοδοτικών εισφορών, ώστε η αγορά να μπορέσει να ανταπεξέλθει και τελικά η αύξηση του κατώτατου μισθού να ωφελήσει τόσο τα νοικοκυριά, όσο και τις επιχειρήσεις. Σε διαφορετική περίπτωση είναι ορατός ο κίνδυνος εκτίναξης της αδήλωτης εργασίας ή/ και μετακύλισης του κόστους στον καταναλωτή ως ύστατες πράξεις επιβίωσης των επιχειρήσεων».