«Γιορτάζουμε» σήμερα πέντε χρόνια μνημόνια και είναι μια ευκαιρία να δοθεί απάντηση σε δύο κρίσιμα ερωτήματα: Γιατί μπήκαμε στα μνημόνια; Πότε θα βγούμε από αυτά;
Γράφει ο Θεόδωρος Σκυλακάκης*
Στις απαντήσεις μου θα χρησιμοποιήσω αποκλειστικά τους αριθμούς. Σημειώνω ότι όλοι οι πολιτικοί απατεώνες της υφηλίου και οι υποστηρικτές τους μισούν τους αριθμούς. Γιατί οι αριθμοί λένε την αλήθεια και η αλήθεια πονάει, τόσο όσους κοροϊδεύουν τον λαό, όσο και όσους κοροϊδεύουν τον εαυτό τους.
Μπήκαμε στο μνημόνιο για έναν βασικό λόγο. Γιατί από το 2001 ως το 2009 το κράτος στο σύνολό του [1] ξόδεψε 827 δις ευρώ και εισέπραξε 695. Μπήκε μέσα 132 δις! Δηλαδή –για να έχουμε την πραγματική εικόνα- 50 ΕΝΦΙΑ! Μπαίναμε μέσα κατά μέσο όρο έξι ΕΝΦΙΑ κάθε χρόνο. Για αυτό χρεοκοπήσαμε και φτάσαμε στο μνημόνιο. Όλα τα άλλα που γράφονται αγνοούν την κεντρική και κυρίαρχη αιτία.
Μεγαλύτερη ανοησία από όσες (πολλές) ακούγονται είναι ότι μας τα έφαγαν οι «τοκογλύφοι»! Οι τόκοι που πληρώναμε για το χρέος που είχαμε το 2000 [2] ήταν μεγαλύτεροι από τους τόκους του 2009 (13,6 δις και 12,5 δις αντιστοίχως). Η Ελλάδα δεν δανειζόταν από «τοκογλύφους», αλλά από «τοκοβλάκες», που μας δάνειζαν (και τους άλλους της ευρωπαϊκής περιφέρειας) -λόγω ευρώ- σαν η ελληνική οικονομία να ήταν λίγο χειρότερη από τη Γερμανική! Αυτοί -κυρίως ξένοι και κάποιοι Έλληνες (ταμεία και τράπεζες)-, έχασαν κατά 60%-75% τα χρήματα που είχαν εμπιστευτεί στο ελληνικό κράτος (PSI). Πλήρωσαν γιατί είχαν την ευθύνη άφρονα δανειστή, όπως κι εμείς πληρώνουμε την ευθύνη του άφρονα δανειζομένου.
Σημειώνω όμως ότι την εφιαλτική αυτή υπέρβαση δεν την ψήφισε ποτέ η ελληνική Βουλή. Κοροϊδεύοντας εαυτόν και αλλήλους (και Ευρωπαίους), οι κυβερνήσεις προέβλεπαν και η Βουλή ψήφιζε στον προϋπολογισμό μέσο έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ κάθε χρόνο και το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα μέσο έλλειμμα 7,3% του ΑΕΠ. Δηλαδή από τα 132 δις που ξόδεψε παραπάνω από όσα εισέπραξε το κράτος, τα 107 δεν τα ψήφισε ποτέ η Βουλή. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις έκρυβαν τις υπερβάσεις και από τη Βουλή και από το λαό και από την Ευρώπη. Τα στοιχεία για το έλλειμμα και το χρέος αναθεωρήθηκαν, μετά την απολογιστική οριστικοποίησή τους, 70 φορές στη διάρκεια αυτών των ετών εκ των οποίων οι 68 φορές προς τα πάνω. Το τεράστιο αυτό θέμα βέβαια ποτέ δεν διερευνήθηκε και η σημερινή κυβέρνηση ρητά αποφεύγει να το περιλάβει στην εξεταστική επιτροπή για τα περίφημα μνημόνια.
Γιατί δεν βγήκαμε από τα μνημόνια;
Και εδώ η απάντηση είναι απλή. Γιατί το πολιτικό σύστημα με το «αντιμνημονιακό» παραμύθι (που είχε ως στόχο να κρύψει τις συγκλονιστικές ευθύνες που περιέγραψα), προκάλεσε μια τεράστια και διαχρονική αβεβαιότητα για την συμμετοχή ή όχι της χώρας στο ευρώ. Ενώ λοιπόν οι περικοπές και οι –πολύ περισσότεροι από ό,τι έπρεπε- φόροι (αναγκαστικά και τα δύο μια που το κράτος ζούσε με δανεικά και σταμάτησαν να το δανείζουν), αποκατέστησαν σταδιακά τη δημοσιονομική ισορροπία, η εγκληματική πολιτική αβεβαιότητα του αντιμνημονίου, με την οποία «έπαιζαν» κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, διέλυσε την οικονομία. Με τρεις (αλληλοτροφοδοτούμενους μεταξύ τους) τρόπους.
Πρώτον θέρισε τις επενδύσεις. Από 50 δις το 2009 [3] έπεσαν στα 21 δις το 2014. Ποιος να επενδύσει σε μια χώρα όταν κινδυνεύει να χάσει (αν η χώρα βγει από το ευρώ), τη μισή του επένδυση; Δεύτερον έδιωξε για τον ίδιο λόγο τις καταθέσεις (πολλές από τις οποίες έφυγαν στο εξωτερικό). Και τρίτον μείωσε δραματικά την εμπιστοσύνη και την πίστωση στην αγορά, που έγινε ουσιαστικά αγορά μετρητών. Η μισή σχεδόν μείωση του ΑΕΠ οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο συνδυασμό των παραγόντων αυτών και κυρίως στην τεράστια μείωση των επενδύσεων, που έγινε παρά το γεγονός ότι η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας από πλευράς μισθών αποκαταστάθηκε στα χρόνια αυτά.
Αν η Ελλάδα είχε προσελκύσει το 2014 το 70% των επενδύσεων που προσέλκυσε το 2009 [4] θα είχαμε 250 χιλιάδες ανέργους λιγότερους, 10% μεγαλύτερο ΑΕΠ, 7 δις επιπλέον δημόσια έσοδα και η κρίση θα ήταν ήδη παρελθόν. Ο ελληνικός λαός όμως αποπλανήθηκε από το βολικό ψυχολογικά αντιμνημονιακό παραμύθι και ψήφισε μια κυβέρνηση που διώχνει και τις τελευταίες επενδύσεις και επενδυτές που είχαν απομείνει. Κάτι αφ’ εαυτού δύσκολο μια που μιλάμε για πολύ «σκληροτράχηλους» επενδυτές, αφού η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ήδη επιτύχει να έχει ήδη από το 2013 τις λιγότερες (ως ποσοστό του ΑΕΠ), επενδύσεις στον κόσμο!
Αποτέλεσμα του παραλογισμού των «αντιμνημονίων» είναι ότι αντί να σκίσουμε («σελίδα – σελίδα») τα μνημόνια σκίζουμε, πέντε χρόνια τώρα, «επιχείρηση – επιχείρηση» τον ιδιωτικό τομέα και καταστρέφουμε τον ελληνικό παραγωγικό ιστό, με μια ύφεση που κατά το ήμισυ περίπου ήταν άνευ λόγου και αχρείαστη. Οφείλεται αποκλειστικά στην αβεβαιότητα.
Η εξαγωγή των πολιτικών ευθυνών για την καταστροφή, οδήγησε και οδηγεί σε μαζική εισαγωγή αβεβαιότητας και δυστυχίας. Και όσο ο ελληνικός λαός συνεχίζει να αγοράζει μαζικά το παραμύθι του «αντιμνημονίου», τόσο τα μνημόνια και η δυστυχία θα συνεχίζονται. Γιατί αντί να ασχοληθούμε με την αρρώστια πάθαμε ψύχωση με το φάρμακο. Μόλις το παραμύθι του «αντιμνημονίου» τελειώσει και θαφτεί οριστικά, η οικονομία θα εκραγεί αναπτυξιακά προς τα πάνω. Θα επιτύχουμε ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 5% το χρόνο, θα βγούμε από τα μνημόνια και θα γίνουμε και πάλι κανονική οικονομία.
Το πότε θα συμβεί αυτό εναπόκειται στον ελληνικό λαό.
* Προέδρος της Δράσης
[1] Δαπάνες και έσοδα Γενικής Κυβέρνησης σε δις ευρώ (τρέχουσες τιμές, πρωτογενή στοιχεία Eurostat). Χρησιμοποιώ τρέχουσες τιμές γιατί είναι πιο κοντά στα σημερινά δεδομένα.
[2] Σε σταθερές τιμές του 2009.
[3] Ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σε όρους όγκου με τιμές αναφοράς ευρώ του 2010.
[4] Είχε δηλαδή μια μείωση επενδύσεων αντίστοιχη με την Πορτογαλία.