Μια ανάλυση για το που μπορεί να… «πατήσει» η νέα κυβέρνηση προκειμένου να μην κάνει τα λάθη της προηγούμενης σε ότι αφορά στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας επιχειρεί με άρθρο της στο aixmi.gr η δημοσιογράφος Χρύσα Ταβουλάρη.
Αναλυτικά το άρθρο έχει ως εξής:
«Ναι, το ξέρω θα θέλατε να έχετε βγει στην Ομόνοια με σημαίες και κόρνες, και στο δελτίο των οκτώ να τσουγκρίζετε ποτήρια.
Μόνο που μια διαπραγμάτευση και, μάλιστα από τη θέση του οφειλέτη, δεν είναι ματς για να λήξει στο 90στό λεπτό.
Η χώρα μπήκε ξανά στο παιχνίδι με τη συγκρότηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και κέρδισε, στην πρώτη διαπραγμάτευση να μείνει στο παιχνίδι.
Κι αν φαντάζει σε κάποιους λίγο, ας αναλογιστούν ότι η χώρα για πέντε χρόνια ήταν εκτός παιχνιδιού, δεχόμενη μόνο εντολές και ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή κάποιο κόκκαλο θα της πετάξουν.
Και το πλήρωσε.
Το πλήρωσε με δύο εκατομμύρια ανέργους και υποαπασχολούμενους, με κατάρρευση των δομών Υγείας και Παιδεία, με εξαφάνιση του κοινωνικού κράτους, με εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, με εξαφάνιση του ελληνικού επιχειρείν, με μηδενική ανάπτυξη .
Το πλήρωσε με όλα αυτά που ανέχτηκαν, όταν δεν οργάνωσαν, αυτοί που τώρα χειροκροτούν (ναι χειροκροτούν) γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάργησε το μνημόνιο.
Θα μου πείτε, ο Αντώνης Σαμαράς ήθελε ανέργους, κοινωνική και οικονομική ισοπέδωση;
Φυσικά όχι.
Η κυβέρνηση Σαμαρά ακολούθησε πιστά μια λάθος συνταγή, φοβούμενη να κάνει πραγματική διαπραγμάτευση και ελπίζοντας στον από μηχανής θεό, ο οποίος όμως είναι θεατρικό εφεύρημα κι όχι μέθοδος εξεύρεσης λύσεων.
Και, κυρίως, η κυβέρνηση Σαμαρά δεν τόλμησε να θίξει τα κακώς κείμενα.
Ακολούθησε πιστά τη λογική Βενιζέλου «πετάω στο συρτάρι το στικάκι με τη λίστα Λαγκάρντ και κάνω πως δεν υπάρχει».
Προσπάθησε να καλύψει τις απαιτήσεις των δανειστών, φορολογώντας μισθωτούς και συνταξιούχους, κόβοντας δαπάνες από την Παιδεία και την Υγεία, δημεύοντας την περιουσία του μικρομεσαίου με τους απανωτούς φόρους, ισοπεδώνοντας τους αγρότες.
Χαρακτηριστικό ότι πάνω στον πανικό της ανήγαγε σε μείζον θέμα …εθνικής επιβίωσης την απόλυση των καθαριστριών και των σχολικών φυλάκων.
Κι επειδή αυτού του τύπου οι «λύσεις» έχουν πεπερασμένες δυνατότητες, μόλις κατάλαβε ότι και να θέλει, δεν υπάρχει τίποτα να ξαναφορολογήσει στη μεσαία τάξη, παρέδωσε την εξουσία.
Τόσο απλά και τόσο επώδυνα για τη χώρα.
Έχουν σημασία όλα αυτά, πλέον;
Σαφώς και έχουν. Και έχουν γιατί η κυβέρνηση Τσίπρα δεν πρέπει να γίνει η άλλη όψη του κάλπικου νομίσματος.
Κέρδισε ήδη κάτι σημαντικό.
Να παραμείνει στη διαπραγμάτευση, σε μια Ευρώπη που αλλάζει.
Κέρδισε την αμφισβήτηση του εξωπραγματικού πρωτογενούς πλεονάσματος, κέρδισε τη δυνατότητα να παρουσιάσει ένα ελληνικό πρόγραμμα εξόδου από τη κρίση.
Ναι, οι δανειστές επέβαλαν και πάλι σκληρούς όρους, ποντάροντας στη δημοσιονομική ασφυξία που καραδοκεί.
(Αλλά την ίδια μέθοδο δεν εφάρμοσαν και εκατοντάδες Έλληνες που έσπευσαν, για μια ακόμα φορά, να φυγαδεύσουν στο εξωτερικό τις καταθέσεις τους;)
Η διαπραγμάτευση μόλις άρχισε.
Η διακυβέρνηση Τσίπρα μόλις άρχισε. Και η διαπραγμάτευση και η διακυβέρνηση θα κριθούν από τη δυνατότητα της κυβέρνηση να οικοδομήσει ένα ελληνικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση.
Και η κυβέρνηση και η διαπραγμάτευση θα κριθούν, όχι από την επαναπρόσληψη των σχολικών φυλάκων, αλλά από τα ποσά της μεγάλης φοροδιαφυγής που θα μπουν στα δημόσια ταμεία για να μπορέσει να επαναπροσλάβει τους σχολικούς φύλακες.
Θα κριθούν από τις νέες ισορροπίες που θα πρέπει να οικοδομήσει η κυβέρνηση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, από την εκλογίκευση ή μη της φορολογίας, από τη δυνατότητα σχεδιασμού ενός νέου ρεαλιστικού μοντέλου ανάπτυξης.
Αν η κυβέρνηση Τσίπρα ακολουθήσει την πεπατημένη των ρηχών εξαγγελιών, τότε ναι, η χώρα θα έχει χάσει οριστικά κάθε δυνατότητα διαπραγμάτευσης μαζί με την τελευταία ευκαιρία ανασυγκρότησης».
Πηγή: aixmi.gr