Τον άμεσο τερματισμό της «συνεχούς κλιμακούμενης βίας» στην Ουκρανία ζήτησε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας, Κώστας Ήσυχος, γνωστοποιώντας ότι «υπάρχει ένας σχεδιασμός για μετάβαση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά στη Μόσχα, το Κίεβο και ενδεχομένως στη Μαριούπολη, όπου είναι έντονο το στοιχείο του Ελληνισμού».
Σε ραδιοφωνική συνέντευξή του χθες στην εκπομπή «Εντός και εκτός συνόρων» της ΕΡΤ- OPEN, παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Ουκρανίας «είναι μια κυβέρνηση υπό ομηρεία κάτω από ευρωατλαντικές λογικές. Παρ’ όλα αυτά και η γαλλογερμανική πρωτοβουλία μπορεί να έχει θετικές πτυχές, εάν πράγματι καταλήξουμε, έστω και σε μια προσωρινή, παύση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στην περιοχή γύρω από τη Μαριούπολη, που, όπως ξέρουμε όλοι, είναι έντονο το στοιχείο του ελληνισμού, των Ουκρανών ελληνικής καταγωγής οι οποίοι είναι πάνω από 100 χιλιάδες άνθρωποι».
Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι οι πληθυσμοί ελληνικής καταγωγής, να συνεχίσουν να ζουν στον τόπο τους με ειρήνη και ομαλότητα. Παράλληλα η κυβέρνηση εξετάζει τρόπους στήριξης εκείνων που έχουν διπλή υπηκοότητα και διευκόλυνσης των υπολοίπων για να πάρουν κάρτα ομογενών.
Ο κ. Ήσυχος σχολίασε ότι η αναβάθμιση των κυρώσεων από μέρους της ΕΕ προς τη Ρωσία «η οποία προχωράει σε πιο αυξημένα αντίμετρα κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εξαιρετικά επικίνδυνος δρόμος».
Τόνισε δε: «Η Ελλάδα υποστηρίζει τις προσπάθειες επαναπροσέγγισης των δύο πλευρών και να αρχίσουμε να κατεβάζουμε τους τόνους στα πεδία της αντιπαράθεσης που ευτυχώς δεν είναι ακόμα στρατιωτικά αλλά παραμένουν ιδιαίτερα τεταμένα στο οικονομικό πεδίο».
Σχολιάζοντας εξάλλου «τη διαρκή σύγκρουση ανάμεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ τα δύο τελευταία χρόνια, όπου και η μια και η άλλη επιδιώκουν αυξημένο ρόλο στη γεωπολιτική δυναμική της περιοχής» ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας επισήμανε την ανάγκη η «Ελλάδα να τηρήσει όχι απλά μια ισορροπία, αλλά να αποτελεί έναν πυλώνα σταθερότητας και ειρήνης και προς τις δύο πλευρές αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό αποτελεί για την Ελλάδα μια μεγάλη πρόκληση, αφού η χώρα μας μπορεί να αποτελέσει το σημείο επαφής, σταθερότητας και ανάπτυξης των σχέσεων έξω από τα πεδία γεωπολιτικής, οικονομικής, ακόμα-ακόμα και στρατιωτικής αντιπαράθεσης».
Αναφερόμενος στις σχέσεις Ελλάδας- Κύπρου ο κ. Ήσυχος παρατήρησε ότι «διαφαίνεται μια πολύ στενή συνεργασία των δύο χωρών, σε ό,τι αφορά τη στρατηγική τους, να απεμπλακούν ή να ελαφρύνουν, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, την ενισχυμένη επιτήρηση που επιδιώκεται από τους εταίρους στις δύο χώρες και να μπορέσουν οι χώρες αυτές να μπουν άμεσα σε αναπτυξιακή τροχιά και να φύγουν από τη μέγγενη του δανεισμού».
«Βεβαίως, διευκρίνισε, υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες και οικονομικές και γεωπολιτικές και στα ζητήματα των συμφωνιών με τους εταίρους. Παρόλα αυτά, οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου θα συνεργάζονται στενά και στο πεδίο των συναντήσεων κορυφής, όπου μπορούν να έχουν κοινά μέτωπα σε πάρα πολλά ζητήματα».
Αναφερόμενος στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών και τι θα κάνει η Ελλάδα αν ζητηθεί η συνδρομή της από τις ΗΠΑ, ο κ. Ήσυχος παρατήρησε: «Η χώρα μας θα εξετάσει με πολύ μεγάλη προσοχή τον δικό της ρόλο στη μάχη κατά των τζιχαντιστών, που είναι μια επιβεβλημένη διαδικασία όλων των χωρών».
Όσον αφορά στα αιτήματα που ενδεχομένως υποβληθούν από τις ΗΠΑ, ο κ. Ήσυχος παρατήρησε ότι «είναι όλη η διεθνής κοινότητα, πάρα πολλές χώρες, που ενδιαφέρονται για την καταπολέμηση αυτής της πληγής. Άρα, η συνεργασία μας με όλες τις χώρες, σε Ανατολή και Δύση, απέναντι σε αυτό τον κίνδυνο είναι πολύ σημαντικός παράγοντας και πρέπει να τον αξιολογήσουμε με αυτό τον τρόπο».