Με αφορμή τη συμπλήρωση δύο αιώνων από την Επανάσταση του 1821, ο Αλέξης Τσίπρας υπογραμμίζει τη σημασία του αναστοχασμού πάνω στα γεγονότα, της διερεύνησης σε βάθος της συλλογικής συνείδησής μας πάνω σε αυτά, της ανίχνευσης στο σήμερα της συλλογικής ταυτότητάς μας ως λαού και ως έθνους και της ανίχνευσης του τι πρεσβεύουμε διαχρονικά στη διεθνή κοινότητα, τι γέννησε το νέο Ελληνικό Κράτος για τις ιδέες της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης και την υπόθεση της Προόδου σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, σε άρθρο του για την «Επικαιρότητα του Εικοσιένα» στην «Εφημερίδα των Συντακτών», αναφέρεται στην πολιτική σημασία των ιδεών και της διανόησης, για να επισημάνει ότι το πρώτο που αξίζει να θυμόμαστε είναι πως «για ν’ απελευθερωθούν οι άνθρωποι απ’ τα πολιτικά δεσμά, πρέπει ν’ απελευθερωθούν πρώτα απ’ τα πνευματικά τους δεσμά».
Τονίζει ότι η Ελληνική Επανάσταση δεν ξέσπασε σε ιδεολογικό κενό και πως οι ιδέες του Διαφωτισμού, που θριάμβευσαν στο Παρίσι, έφτασαν ως τα μέρη μας και αμφισβήτησαν «την απόλυτη μέχρι τότε κυριαρχία της θεοκρατικής σκέψης, της δεισιδαιμονίας και του σκοταδισμού». Αναφέρει πώς οραματίστηκε ο Ρήγας Φεραίος τη νέα πολιτεία, σημειώνοντας ότι «ο Ορθός Λόγος έλαβε κεντρική θέση στο προσκήνιο των ιδεών εκφράζοντας την πεποίθηση πως ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τη μοίρα του».
«Γνωρίζουμε πλέον ότι η ελευθερία είναι κάτι περισσότερο απ’ την αποκαθήλωση του όποιου δυνάστη, η ισότητα κάτι περισσότερο απ’ την ισονομία και η δημοκρατία είναι οπωσδήποτε κάτι περισσότερο από την κατά διαστήματα εκλογή των ηγετών», υπογραμμίζει σύμφωνα με όσα μεταφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η δεύτερη πτυχή που σημειώνει αφορά στο «κοινωνικό αποτέλεσμα της εξάπλωσης των επαναστατικών ιδεών: Με την κινητοποίηση και τη δράση των πολλών». Τονίζει ότι αξίζει να θυμόμαστε πως «η χειραφέτηση των πολλών, όσων υφίστανται κάθε μορφής εκμετάλλευση, δεν γίνεται εκ των άνω. Είναι ο αγώνας των ίδιων των ανθρώπων που εξανθρωπίζει», για να επισημάνει πως «ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμα του Εικοσιένα είναι ότι μετέτρεψε μεμιάς τους “ραγιάδες” σε Αγωνιστές».
«Κινητοποίησε πολιτικά τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα»
«Η Ελληνική Επανάσταση άνοιξε διάπλατα την πόρτα για την είσοδο των μαζών, του ίδιου του λαού στην ιστορία», υπογραμμίζει ο κ. Τσίπρας και αναφέρει ότι μπορεί να άρχισε με τη Φιλική Εταιρεία, «μια κλειστή, μυστική οργάνωση ορισμένων μικρών εμπόρων που ριζοσπαστικοποιήθηκαν…», μα το κήρυγμά της γρήγορα εξαπλώθηκε τόσο προς τα πάνω όσο και -κυρίως- προς τα κάτω: «Κινητοποίησε πολιτικά τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, τους “ραγιάδες” αγρότες που ήταν μέχρι τότε μαθημένοι να σκύβουν το κεφάλι…» και «όλους εκείνους που επί αιώνες ήταν κοινωνικά εξαρτημένοι και πολιτικά αδύναμοι, αποκλεισμένοι από τις αποφάσεις που επηρέαζαν τη ζωή τους».
«Ο Κολοκοτρώνης ήταν πράγματι μεγάλος στρατηγός. Μα δεν θα μπορούσε να νικήσει την τρομερή στρατιά του Δράμαλη δίχως τους χιλιάδες χωρικούς που τον ακολούθησαν…», υποστηρίζει σημειώνοντας ότι «ο ηγέτης, ο όποιος ηγέτης, έχει τον ρόλο του, και είναι σημαντικό να τον επιτελεί σωστά, μα υπάρχει ως ηγέτης μονάχα εφόσον τον συντρέξουν οι πολλοί, μόνο αν στρατευτούν όλοι μαζί σε έναν συλλογικό στόχο που υπερβαίνει τα άμεσα, τα στενά, ατομικά τους συμφέροντα».
Η σημασία της διεθνούς κοινής γνώμης είναι η τρίτη παράμετρος που αναδεικνύει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Τονίζει ότι αυτό μας θυμίζει πως «κανένας σημαντικός εθνικός στόχος και καμιά εθνική υπόθεση δεν μπορούν να κερδηθούν δίχως να κερδηθεί και η διεθνής κοινή γνώμη, δίχως να πειστεί για τον δίκαιο χαρακτήρα τους, δίχως τελικά να οικοδομηθούν κάποιες διεθνείς συμμαχίες». Επισημαίνει πως αυτό έχει τη σημασία του «σε μια εποχή που τόσο η οικονομία όσο και η γεωπολιτική στην ανατολική Μεσόγειο απαιτούν τη διαρκή έγνοια και τη μέγιστη προσοχή μας».
«Το Εικοσιένα επιδίωξε και πέτυχε ευθύς εξαρχής τη διεθνοποίησή του. Οι επαναστάτες, γρήγορα συνειδητοποίησαν πως, αν έμεναν μόνοι, δεν θα είχαν πιθανότητες επιτυχίας», υπογραμμίζει και αναφέρεται στο δυναμικό φιλελληνικό κίνημα που αναπτύχθηκε σε όλη την Ευρώπη μέχρι που γύρω στο 1825 «ανέτρεψε τις αρχικά αρνητικές διαθέσεις των πολιτικών ελίτ των Μεγάλων Δυνάμεων».
«Στο μυαλό μας έρχεται πριν απ’ όλα η λέξη “έθνος” και σωστά»
«Όταν όμως μιλάμε για το Εικοσιένα, στο μυαλό μας έρχεται πριν απ’ όλα η λέξη “έθνος”. Και σωστά. Οι πρόγονοί μας αγωνίστηκαν πρωτίστως για την πολιτική αυτοδιάθεση του έθνους. Αλλά στο μυαλό εκείνων των ανθρώπων που αγωνίζονταν και θυσιάζονταν γι’ αυτήν, η ιδέα του έθνους ήταν απολύτως ταυτισμένη με τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές ιδέες», σημειώνει.
Προσθέτει ότι για τους «ραγιάδες» που έγιναν Αγωνιστές «ήταν ξεκάθαρο πως πάλευαν για ένα μέλλον όπου όλοι θα γίνονταν ισότιμα μέλη μιας νέας πολιτικής κοινότητας που θα ονομαζόταν ελληνικό έθνος. Θα γίνονταν δηλαδή πολίτες μιας δημοκρατίας, στην οποία θα επικρατούσε η ισότητα και η ελευθερία». Τονίζει ότι στα τρία Συντάγματα του Αγώνα αποτυπώνονται με σαφήνεια οι πιο επαναστατικές ιδέες εκείνης της εποχής και συμπληρώνει: «Η εξουσία είχε πλέον ως πηγή και θεμέλιό της την έννοια της “λαϊκής κυριαρχίας”».
Πολιτικά επιτεύγματα πολύ επαναστατικά για εκείνη την εποχή, όπως επισημαίνει, τα οποία «παραμερίστηκαν όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν την απόλυτη Μοναρχία ως πολίτευμα του νέου κράτους». Όμως, «η πολιτική παρακαταθήκη της Επανάστασης δεν έσβησε. Λειτούργησε, και λειτουργεί μέχρι σήμερα, ως θεσμικό καταπίστευμα, ως ένα ιστορικό προηγούμενο που καθόρισε αποφασιστικά την εξέλιξη των πολιτικών θεσμών στην Ελλάδα», υπογραμμίζει.
Ο κ. Τσίπρας σημειώνει ότι «στον 20ό αιώνα αυτές οι δημοκρατικές κατακτήσεις δεν υπήρξαν δυστυχώς δεδομένες και τα ιστορικά “πισωγυρίσματα ήταν συχνά: Πραξικοπήματα, εθνικοί διχασμοί, δικτατορίες, δημοκρατικές εκτροπές. Έτσι, χρειάστηκαν νέοι αγώνες για την προάσπιση της δημοκρατίας, οι οποίοι συχνά, αν όχι πάντα, εμπνεύστηκαν από την παράδοση του Εικοσιένα». Αναφέρεται στους αγώνες των αγροτικών και εργατικών στρωμάτων για πραγματική ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, την Αντίσταση στα χρόνια της Κατοχής, τους φοιτητές που αψήφησαν τα τανκς τον Νοέμβρη του ’73, «οι μικροί και μεγάλοι αγώνες του λαού μας και ιδιαίτερα της νεολαίας από τη Μεταπολίτευση και μετά, ιδιαίτερα οι αγώνες για δημοκρατικά δικαιώματα αλλά και αυτοί ενάντια στη σκληρή λιτότητα την εποχή της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων».
«Όλοι αυτοί οι αγώνες, δικαιωμένοι και ανεκπλήρωτοι, μας θυμίζουν πως η πολιτική παρακαταθήκη του Εικοσιένα αναδύεται ξανά και ξανά. Κι εκεί που συχνά όλα μοιάζουν να έχουν τελειώσει, ο λαός βγαίνει και πάλι στο προσκήνιο παίρνοντας την Ιστορία στα χέρια του», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Καταληκτικά, επισημαίνει ότι πολλά έχουν επιτευχθεί στα διακόσια χρόνια που μεσολάβησαν από το Εικοσιένα, αλλά υπάρχουν και προτάγματα που δεν έχουν ολοκληρωθεί.
«Αυτήν τη δημοκρατική παρακαταθήκη, που πότισε τους πολιτικούς μας θεσμούς, την ιστορική μας συνείδηση και τη συλλογική μας μνήμη, αξίζει πρώτα από όλα να την αναγνωρίσουμε, ως βασικό στοιχείο της συλλογικής μας ταυτότητας στους αιώνες. Αξίζει να τη καταλάβουμε, για να ερμηνεύσουμε όχι την ιστορία αλλά το σήμερα και το αύριο. Κυρίως, όμως, οφείλουμε να την ολοκληρώσουμε», υπογραμμίζει καταληκτικά.