Κάλεσμα στον κόσμο να βάλει «πλάτη» για «μία τελευταία μεγάλη προσπάθεια» απηύθυνε ο Γιώργος Γεραπετρίτης, τονίζοντας ότι ως στόχος έχει τεθεί το άνοιγμα της αγοράς εντός του Μαρτίου.
«Βρισκόμαστε ήδη σε ένα καθεστώς πολύ εκτενών απαγορεύσεων για ένα μακρύ χρονικό διάστημα», ανέφερε στην πρωινή εκπομπή του MEGA ο υπουργός Επικρατείας, συμπεραίνοντας ότι «είναι λίγα τα πράγματα τα οποία μπορούμε ακόμη να αυστηροποιήσουμε. Η λογική των τελευταίων μέτρων που ελήφθησαν προ τριημέρου, είναι πρωτίστως να κλείσουμε κάποια “παράθυρα” κινητικότητας: εκεί δηλαδή που είχαμε παρατηρήσει κάποια καταστρατήγηση, μια κατ’ εξαίρεση κίνηση για άσκοπη κατά βάση, μετακίνηση, αυτό ήταν αυτό που προσπαθήσαμε να θεραπεύσουμε», ενώ εξήγησε ότι υπάρχει κατανόηση της κυβέρνησης για τη «μεγάλη κόπωση» των πολιτών.
«Ήδη οι περισσότερες χώρες είναι σε ένα τέταρτο κύμα κορονοϊού, εμείς προσπαθούμε να γλιτώσουμε από το τρίτο κύμα», ανέφερε, υπογραμμίζοντας εκ νέου τον κυβερνητικό στόχο «εντός του Μαρτίου να μπορέσουμε σταδιακώς να ανοίξουμε την αγορά και την κοινωνία. Θέλει μια τελευταία μεγάλη προσπάθεια, είναι μάχη με το χρόνο», τόνισε με έμφαση επικαλούμενος την πρόοδο στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού.
Στο ερώτημα αν υπάρχει περίπτωση παράτασης του lockdown πέραν της Καθαράς Δευτέρας, ο Γ. Γεραπετρίτης επικαλέστηκε τις δύο βασικές παραδοχές της κυβέρνησης, πρώτον ότι ακούει τους ειδικούς, δεύτερον ότι αξιολογεί επίκαιρα τα δεδομένα. Τούτων δοθέντων, «οι δέκα ημέρες που απομένουν μέχρι την Καθαρά Δευτέρα, είναι μια… αιωνιότητα», είπε διαβεβαιώνοντας ότι «επίκαιρα θα αξιολογήσουμε την επόμενη Παρασκευή, σε μία εβδομάδα, για να δούμε πώς πηγαίνουν τα πράγματα».
Ενώ για το επόμενο ημερολογιακό ορόσημο, την 25η Μαρτίου, απάντησε πως είναι «αρκετά πρώιμο» να ειπωθεί από τώρα αν θα είμαστε σε καθεστώς lockdown ή όχι, ωστόσο «η αίσθηση που έχω και η επιθυμία μας είναι να μπορέσουμε να είμαστε πιο ανοιχτοί ως κοινωνία και ως αγορά, ευελπιστούμε ότι θα έχουμε μείωση των κρουσμάτων», είπε ο υπουργός Επικρατείας δίνοντας έναν τόνο αισιοδοξίας.
Από την άλλη παρέθεσε όλους εκείνους τους λόγους που κάνουν κυβέρνηση και επιστήμονες να ανησυχούν: απαντώντας ειδικότερα σε κάτι που και ο ίδιος ακούει, όπως είπε, πώς είναι δυνατόν να είμαστε σχεδόν σε καθολική απαγόρευση και να έχουμε αύξηση των κρουσμάτων, ο Γ. Γεραπετρίτης επικαλέστηκε τη μετάλλαξη που είναι «εξαιρετικά ισχυρή». Εξάλλου «σχεδόν έχει επικρατήσει στη χώρα η βρετανική μετάλλαξη, σε κρίσιμες περιοχές όπως η Αττική είμαστε περίπου στο 90% της μετάλλαξης». Αυτό σημαίνει ότι το νέο στέλεχος του ιού μεταδίδεται ευκολότερα, ενώ έχει πέσει ο μέσος όρος ηλικίας των κρουσμάτων. Αλλά, παρά τη «σχετική αύξηση των κρουσμάτων» δεδομένης και της αύξησης του αριθμού των τεστ, «παρά ταύτα πηγαίνουμε σχετικά καλύτερα από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες».
Στο επόμενο ερώτημα για την επαναλειτουργία του λιανεμπορίου, αφού διαβεβαίωσε ότι «η κυβέρνηση δουλεύει επαγγελματικά πάνω στο ζήτημα αυτό», ανακοίνωσε ότι «όταν επιλεγεί το άνοιγμα του λιανεμπορίου – και επιθυμία μας είναι να ανοίξει με πολύ αυστηρούς όρους, με μέτρα πρόληψης και προφύλαξης – να ανοίξει κανονικά, δηλαδή και με φυσική παρουσία. Κι αυτό», πρόσθεσε, «θα γίνει με ένα σύστημα που θα ελέγχει κατά το δυνατόν την κινητικότητα, θα εξασφαλίζει την τήρηση των μέτρων».
Το κλειστό λιανεμπόριο «επιδρά πολύ στα δημοσιονομικά της χώρας, υπολογίζεται ότι κάθε 15νθήμερο που μένει κλειστό το λιανεμπόριο, συνιστά επιβάρυνση μεγαλύτερη από 1 δισεκατομμύριο για τη χώρα», σημείωσε ακόμη για να συμπληρώσει, «μπορεί το λιανεμπόριο καθεαυτό να μην προκαλεί υπερμετάδοση, δεν παύει όμως να αποτελεί ένα στοιχείο γενικότερης κινητικότητας του πληθυσμού». Και ζήτησε «το επόμενο 10ήμερο να κάνουμε μια τελευταία μεγάλη προσπάθεια έτσι ώστε όσο το δυνατόν να περιοριστεί η άσκοπη κίνηση. Για να μπορέσουμε να κατεβάσουμε τους ρυθμούς εξάπλωσης του ιού και να μπορέσουμε να ανοίξουμε το λιανεμπόριο και, βεβαίως, και τα σχολεία μας».
Για τους μαθητές ειδικότερα, η τηλεκπαίδευση είναι «εξαιρετικού επιπέδου» αλλά δεν παύει «να είναι εξ αποστάσεως εκπαίδευση», αναγνώρισε, όμως «για μας είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να βρεθούν στο φυσικό τους χώρο. Η πρόθεσή μας είναι τουλάχιστον τα σχολεία τα οποία έχουν μείνει επί μακρόν κλειστά, να ανοίξουν όσο το δυνατόν συντομότερα», ήταν ένας ακόμη στόχος που έθεσε.
Ενώ στο επιπρόσθετο ερώτημα ποια θα είναι η κατάσταση το Πάσχα, απάντησε ως εξής: «όταν είπα ότι η Καθαρά Δευτέρα είναι μια… αιωνιότητα, μπορείτε να φαντασθείτε τι ισχύει για τις 2 Μαΐου που είναι το Πάσχα, είμαστε πάρα πολύ μακριά από εκεί. Η αίσθηση είναι ότι θα είμαστε πολύ καλύτερα το Πάσχα, θα μπορέσουμε δηλαδή να κάνουμε ένα Πάσχα το οποίο μπορεί να μην είναι απολύτως παραδοσιακό αλλά πολύ πιο ανοιχτό σε σχέση με πέρυσι (…) η ελπίδα μας είναι ότι θα είναι στα χωριά μας, βεβαίως ορισμένα πράγματα θα μείνουν στην καθημερινότητά μας, όπως η μάσκα, τα μέτρα πρόληψης. Πάρα ταύτα η διάθεσή μας είναι να υπάρξει άρση των περιορισμών μετακίνησης», επεσήμανε επίσης.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, εισαγωγικώς εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της κυβέρνησης προς «το προσωπικό που υπηρετεί στην πρώτη γραμμή, τους γιατρούς, το νοσηλευτικό προσωπικό, το οποίο κάνει έναν υπεράνθρωπο αγώνα προκειμένου να κρατηθεί η λαίλαπα του ιού, είναι μια τιτάνια προσπάθεια». Ενώ αναφέρθηκε επιπλέον, στην «καθημερινή προσπάθεια εκ μέρους του Υπουργείου Υγείας και όλων των συναρμόδιων φορέων για να ενισχύεται το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ήδη έχει ανοίξει πολύ μεγάλος αριθμός Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, είμαστε πάνω από τις 1.350 ΜΕΘ. Θυμίζω ότι ξεκινήσαμε με λιγότερες από 560 ΜΕΘ, έχουν υπερδιπλασιαστεί», ανέφερε με την παράλληλη επισήμανση ότι «αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι δεν είναι η λύση του προβλήματος το να ανοίγουμε καθημερινά εντατικές, η λύση είναι να προσπαθούμε να προλαμβάνουμε τις εντατικές».
Στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για επίταξη των ιδιωτικών δομών υγείας, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε πως «αν είχαμε ακούσει την αντιπολίτευση, αυτή τη στιγμή δεν θα είχαμε ούτε ένα ευρώ να στηρίξουμε την πραγματική οικονομία, αν είχαμε ακούσει την αντιπολίτευση θα πληρώναμε σε επιτάξεις των ιδιωτικών κλινικών εδώ και ένα χρόνο. Όταν ομιλούμε για επίταξη υπηρεσιών ή δομών, αυτό σημαίνει», όπως διευκρίνισε, «ότι το ελληνικό Δημόσιο πληρώνει τις δομές αυτές. Η δική μας διάθεση είναι να υπάρξει συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα έτσι ώστε να υπάρξει η δυνατότητα να εντάσσονται ιδιωτικές κλίνες στο Εθνικό Σύστημα Υγείας όταν αυτό είναι αναγκαίο, και μόνο τότε να καταβάλλεται το αντίτιμο». Και διαβεβαίωσε εν κατακλείδι, ότι «θα εξαντλήσουμε κάθε δικαίωμα που δίνει στην Πολιτεία ο νόμος για να υπάρχει ασφάλεια στη δημόσια υγεία».
Κλείνοντας τη συνέντευξη με ένα άλλο θέμα της επικαιρότητας, την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, ο υπουργός δήλωσε πως ο εν λόγω κατάδικος «ζητάει από την κυβέρνηση να αναλάβει μια πολιτική πρωτοβουλία να μην εφαρμόσει το νόμο ή να αλλάξει το νόμο. Η νομοθεσία σήμερα είναι πάρα πολύ σαφής: επιβάλλει στην πραγματικότητα τη μη παραμονή του κ. Κουφοντίνα και όσων είναι καταδικασμένοι σε κακουργήματα αυτού του είδους, στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού. Υπάρχουν επιπλέον λόγοι που το επιβάλλουν και οι οποίοι έχουν να κάνουν με την αποφυγή συγχρωτισμού, άρα αυτή τη στιγμή ο κ. Κουφοντίνας προβάλλει ένα μη νόμιμο δικαίωμα», συμπέρανε κατ’ αρχήν ο Γ. Γεραπετρίτης διαβεβαιώνοντας πως αν υπάρξει αντίθετη απόφαση εκ μέρους του δικαστηρίου, «βεβαίως και η Πολιτεία θα συμμορφωθεί».
Τόνισε όμως και κάτι ακόμη στο θέμα: «στο πλαίσιο της επιείκειας την οποία ζητεί ο κ. Κουφοντίνας και φαίνεται να “αγκαλιάζει” η αντιπολίτευση, ο νόμος θα πρέπει να εφαρμόζεται έναντι πάντων. Εξαιρέσεις από το νόμο δεν μπορούν να γίνουν διότι αυτό ανοίγει ένα τεράστιο “παράθυρο”, τον ασκό του Αιόλου, το να προβάλλονται εκβιαστικά αιτήματα εκ μέρους του καθενός», υπογράμμισε καταλήγοντας ότι «ο καταδικασμένος κ. Κουφοντίνας δεν έχει προβάλλει καμία μεταμέλεια σε ό,τι έχει πράξει, διότι στο τέλος της ημέρας η επιείκεια απαιτεί ένα επίπεδο μεταμέλειας για όσα εγκληματικά έχουν διαπράξει».