«Δεν μπορεί να επικρατεί η “Βαβέλ” των υπουργών. Δεν υπάρχουν υπουργοί περιορισμένης ευθύνης, ούτε οι καλοί και ευαίσθητοι από τη μία πλευρά και οι κακοί και σκληροί από την άλλη. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις», δήλωσε σήμερα η υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Εύη Χριστοφιλοπούλου, σχετικά με τις διαφοροποιήσεις μεταξύ υπουργών, που παρατηρούνται μετά τον ανασχηματισμό.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Αθήνα 9,84» η κ. Χριστοφιλοπούλου ανέφερε ότι «οι διαφοροποιήσεις πρέπει να είναι επί της ουσίας της πολιτικής και όχι να οπισθοχωρούμε ενόψει προαπαιτούμενων». «Υπάρχουν στελέχη και υπουργοί και των δύο κομμάτων, οι οποίοι έσπευσαν να πουν “όλα σε επαναδιαπραγμάτευση” μιλώντας με τρόπο που χαϊδεύει αυτιά και κλείνει το μάτι προς τους εκλογείς» τόνισε για να συμπληρώσει, ωστόσο, ότι «οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να είναι ποιοτικές και τα προαπαιτούμενα να τελειώσουν».
Σχετικά με τον θεσμό της κινητικότητας, η κ. Χριστοφιλοπούλου σημείωσε ότι «με τη μορφή που υπάρχει σήμερα, δηλαδή διαθεσιμότητα και απολύσεις, βρίσκεται στην τελευταία φάση του. Η τρόικα υπέστη τη δική μας ασφυκτική πίεση, προκειμένου να κατανοήσει ότι όσο υπάρχουν αριθμητικοί στόχοι απολύσεων, δεν μπορούν να εφαρμοστούν ποιοτικές μεταρρυθμίσεις, διότι οι υπάλληλοι διακατέχονται, προφανώς, από φόβο και γίνεται πολιτική εκμετάλλευση αυτού του φόβου».
Επίσης, υπογράμμισε ότι η κινητικότητα θα έχει τη μορφή μίας εσωτερικής αγοράς εργασίας, με προκηρύξεις και μοριοδότηση, κάτι που θα απαλλάξει το Δημόσιο από διαδικασίες του τύπου «ποιον έχω γνωστό και πώς μπορώ να βελτιώσω τη θέση μου».
Τέλος, η κ. Χριστοφιλοπούλου επισήμανε ότι «σε μία διαπραγμάτευση, η αξιοπιστία των δύο εταίρων σχετίζεται με τη μεταξύ τους ειλικρίνεια και την τήρηση των συμφωνηθέντων». «Επειδή δεν υπάρχει διγλωσσία από την πλευρά του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και εφόσον προχωρούμε το πρόγραμμα κανονικά, εκτιμώ ότι υπάρχουν αρκετές πιθανότητες οι εταίροι μας να δεχθούν τη συμπερίληψη και των συμβασιούχων με τις προσωρινές διαταγές, στις απολύσεις» πρόσθεσε.