Αποζημιώσεις και επίδομα ανεργίας, για τους δημόσιους υπαλλήλους, που απολύθηκαν μετά από διαθεσιμότητα, περιλαμβάνει διάταξη του πολυνομοσχεδίου, που έδωσε το υπουργείο Οικονομικών σήμερα στα κόμματα.
Πρόκειται για μία πρωτοβουλία της ηγεσίας του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, που είχε προαναγγείλει στις 25 Μαρτίου, καθώς καλύπτει ένα κενό που υπήρχε στη νομοθεσία, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν είχε υπάρξει η ανάγκη απολύσεων στο δημόσιο και επιπροσθέτως αποτελεί, σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, ένα ζήτημα ηθικής τάξης, για τους δημόσιους υπαλλήλους που απολύονται.
Ειδικότερα, η αποζημίωση δίδεται στους μόνιμους και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, υπαλλήλους του δημοσίου, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ, οι οποίοι τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, σύμφωνα με το σχετικό νόμο (4172/2013) και στη συνέχεια λύεται η εργασιακή τους σχέση, λόγω κατάργησης της θέσης τους.
Για τον υπολογισμό του ποσού αποζημίωσης, ως βάση λαμβάνεται ο βασικός μισθός του υπαλλήλου κατά την ημερομηνία που τέθηκε σε διαθεσιμότητα και ως χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται όλος ο χρόνος που ελήφθη υπόψη για την κατάταξη του υπαλλήλου, ο χρόνος που μεσολάβησε μέχρι τη θέση του υπαλλήλου σε καθεστώς διαθεσιμότητας, καθώς και ο χρόνος διαθεσιμότητας. Κατά τα λοιπά, η αποζημίωση υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα της νομοθεσίας. Τονίζεται δε ότι η αποζημίωση του υπαλλήλου σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ.
Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι των οποίων η εργασιακή σχέση λύθηκε κατ’ εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, για τους οποίους η σχετική πράξη εκδόθηκε πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Επίσης, οι ανωτέρω υπάλληλοι δικαιούνται το επίδομα ανεργίας, καθώς και τις λοιπές παροχές που χορηγούνται από τον ΟΑΕΔ, υπό τις προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων, έστω κι αν δεν είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση ανεργίας του εν λόγω οργανισμού.
Τα δικαιολογητικά που, κατά τις οικείες διατάξεις, απαιτούνται για τη καταβολή του επιδόματος ανεργίας και των άλλων παροχών περιορίζονται σε εκείνα που είναι συμβατά με το χαρακτήρα της εργασιακής σχέσης, καθώς και τον τρόπο λύσης αυτής.
Επιπλέον, παρατείνεται το διάστημα διαθεσιμότητας υπαλλήλου, η οποία βρίσκεται σε κατάσταση διαπιστωμένης εγκυμοσύνης, με επιπλέον διάστημα 12 μηνών, ανεξάρτητα αν το νεογνό γεννηθεί ζωντανό ή όχι.
Το χρονικό διάστημα της διαθεσιμότητας υπαλλήλου, η οποία τεκνοποίησε πριν από την έναρξη του χρόνου της διαθεσιμότητας, παρατείνεται για διάστημα 12 μηνών μετά την ημέρα του τοκετού. Η υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει την ληξιαρχική πράξη γέννησης τέκνου.
Η για οποιοδήποτε λόγο πρόωρη διακοπή της εγκυμοσύνης δηλώνεται αμέσως από την ενδιαφερόμενη στην υπηρεσία της εγγράφως.
Η υπάλληλος που βρίσκεται σε οποιαδήποτε από τις προαναφερόμενες καταστάσεις, που σχετίζονται με υφιστάμενη ή διακοπείσα εγκυμοσύνη, υποχρεούται να δέχεται την επίσκεψη ελεγκτή ιατρού.
Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι, οι οποίες είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Τέλος, σε διάταξη του πολυνομοσχεδίου αναφέρεται ως προς τα νομικά πρόσωπα ότι για όσο διάστημα παρατηρείται παρέκκλιση από την απογραφή στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου και από τη διαδικασία πληρωμής μέσω ΕΑΠ, αναστέλλεται με απόφαση του υπουργού Οικονομικών η επιχορήγηση ή απόδοση πόρων ή οποιασδήποτε μορφής ενίσχυση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.