Με την ένταση ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία να είναι στο «κόκκινο», η γερμανική Süddeutsche Zeitung αναφέρεται στο παρασκήνιο των συζητήσεων στις αρχές του Αυγούστου ανάμεσα στις δυο χώρες. Σύμφωνα με το δημοσίευμα που επικαλείται η DW, πολύ κοντά σε συμφωνία αποκλιμάκωσης φέρονται να βρίσκονταν στις αρχές Αυγούστου Ελλάδα και Τουρκία.
Μάλιστα, η συμφωνία, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, είχε εγκριθεί μάλιστα από τους Μητσοτάκη-Ερντογάν και επρόκειτο να ανακοινωθεί στις 7 Αυγούστου.
Υπό τον τίτλο «Θαλάσσιοι δρόμοι και δίαυλοι επικοινωνίας» η σημερινή SZ φιλοξενεί ένα αποκαλυπτικό δημοσίευμα για τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες της Γερμανίας. Το άρθρο υποστηρίζει ότι η τριμερής του Βερολίνου είχε φτάσει πολύ κοντά σε συμφωνία αποκλιμάκωσης που ναυάγησε ωστόσο στο παρά πέντε της δημοσιοποίησής της.
«[…] Οι διπλωματικοί σύμβουλοι του Τούρκου προέδρου και του Έλληνα πρωθυπουργού (σσ. Ιμπραΐμ Καλίν και Ελένη Σουρανή) ενεπλάκησαν από τις αρχές Ιουλίου στις διαπραγματεύσεις του Βερολίνου που είχαν έναν τριπλό στόχο. Ένα μορατόριουμ όσον αφορά τις έρευνες του υποθαλάσσιου πλούτου, την επανέναρξη των διερευνητικών για τα θαλάσσια σύνορα που είχαν ξεκινήσει προ 10ετίας και διεκόπησαν το 2016 καθώς και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Süddeutsche Zeitung, που επικαλείται η ελληνική έκδοση της DW, η πορεία των συνομιλιών ήταν καταρχάς πολλά υποσχόμενη. Δηλώσεις που είχαν γίνει σε αυτή την φάση σε Άγκυρα και Αθήνα επιβεβαιώνουν αυτή την εικόνα. Στις 21 Ιουλίου και με μερικά τηλεφωνήματα η καγκελάριος Μέρκελ είχε καταφέρει να αποσοβήσει ένα επεισόδιο, όταν το τουρκικό ερευνητικό απέπλευσε, υποτίθεται, κατά λάθος.
Η συμφωνία αποκλιμάκωσης φέρεται να είχε εγκριθεί από τους Μητσοτάκη-Ερντογάν
Προφανώς το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια συμφωνία ήταν και παραμένει η έλλειψη εμπιστοσύνης: τόσο η τουρκική όσο και η ελληνική κυβέρνηση ανησυχούσαν ότι εθνικιστικοί κύκλοι θα εκμεταλλεύονταν τη δημοσιοποίηση της συμφωνίας παρουσιάζοντάς την ως αδυναμία, όπως μεταδίδει το ίδιο δημοσίευμα.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, μετά από επίπονες συνομιλίες είχε συμφωνηθεί εν τέλει για τις 7 Αυγούστου μια δημόσια και παρεμφερής δήλωση των αντιμαχόμενων πλευρών που είχε εγκριθεί μάλιστα προσωπικά από τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν και τον Έλληνα πρωθυπουργό Μητσοτάκη.
Το περιεχόμενό της φέρεται να ήταν ότι οι δυο πλευρές συμφωνούσαν σε συνομιλίες και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης ενώ προφορικά είχε συμφωνηθεί και το μορατόριουμ.
Μετά όμως ήρθε η 6η Αυγούστου και μια αιφνιδιαστική επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εξωτερικών Δένδια στο Κάιρο, όπου υπέγραψε -ακόμη πιο αιφνιδιαστικά- μια ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία για τα θαλάσσια δικαιώματα μεταξύ των δυο χωρών, και αυτό 22 ώρες πριν την προγραμματισμένη δημοσιοποίηση του ελληνοτουρκικού εγγράφου.
Η αντίδραση δεν άργησε να έρθει. Η Άγκυρα έβραζε, τα τουρκικά μίντια άφρισαν, η κυβέρνηση έκανε λόγο για προδοσία. Η τουρκοαιγυπτιακή αντιπαλότητα ειδικώς στη Λιβύη αλλά και με φόντο την επιρροή στην Εγγύς Ανατολή εν γένει έπρεπε να παρουσιάσει την στρατηγική κίνηση του έλληνα υπουργού Εξωτερικών ως πρόκληση.
Οι τουρκικές επιδιώξεις
Από τις 7 Αυγούστου η κατάσταση κλιμακώνεται συνεχώς και αυτό πυροδοτείται και από το ρόλο της Γαλλίας, που υποστηρίζει άνευ όρων την Αθήνα αναγκάζοντας πολλές χώρες της ΕΕ να πάρουν θέση.
Πρόσφατα ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας κατέβαλε προσπάθειες ώστε να αποδυναμώσει επαπειλούμενες ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Προηγουμένως είχε προκαλέσει την οργή της Τουρκίας εκφράζοντας την αλληλεγγύη του στις θέσεις της Ελλάδας. Ακόμη και ο αμερικανός πρόεδρος Τραμπ και σε συνεννόηση με το Βερολίνο είχε μεσολαβήσει σε Αθήνα και Άγκυρα. Μια σπάνια απόδειξη κλασικής διπλωματίας, που ωστόσο δεν απέδωσε.
Πίσω από τη διμερή σύγκρουση κρύβεται προφανώς ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα. Το ζητούμενο για την Τουρκία δεν είναι μόνο οι συνοριακές διαφορές και τα ενεργειακά αποθέματα, η εκμετάλλευση των οποίων μάλλον δεν συμφέρει καν οικονομικά.
Το σημαντικότερο θέμα στην Άγκυρα είναι ο εκσυγχρονισμός και η επαναδιαπραγμάτευση της τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ και οι διευκολύνσεις στη χορήγηση βίζας.
Αμφότερα είναι θέματα μείζονος σημασίας για την τουρκική οικονομία, τα οποία έχουν παγώσει μετά τις πολυάριθμες συγκρούσεις μεταξύ Άγκυρας και ΕΕ».
«Η Αθήνα αναζητεί την προστασία των Ευρωπαίων ενώ η Τουρκία ποντάρει στη δική της στρατιωτική δύναμη»
Τις τελευταίες εξελίξεις σχολιάζει σήμερα η γερμανική Tagesspiegel. «Το γεγονός ότι η μαινόμενη εδώ και καιρό σύγκρουση με την Ελλάδα ξεσπά τώρα τόσο ανοιχτά οφείλεται σε επαναπροσανατολισμό της τουρκικής πολιτικής.
Στην Άγκυρα έχει επικρατήσει μια αντίληψη των πραγμάτων που αποδίδει ελάσσονα ρόλο σε διεθνείς συμμαχίες, όπως την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, θέτοντας την ίδια ώρα στο επίκεντρο το τουρκικό εθνικό κράτος. Φιλοκυβερνητική τουρκική εφημερίδα περιέγραψε ως εξής τη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας: η Αθήνα αναζητεί την προστασία των ευρωπαίων εταίρων την ώρα που η Τουρκία ποντάρει στη δική της οικονομική, δημογραφική και στρατιωτική δύναμη.
Έτσι γίνονται πιθανή η επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων εναντίον της Άγκυρας.
Ο πρόεδρος Ερντογάν δεν κάνει τίποτε που θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένδειξη συμβιβαστικής διάθεσης. Ενδεχόμενη εφαρμογή των κυρώσεων θα προκαλούσε μάλλον ακόμη περισσότερες τουρκικές αντιδράσεις και όχι υπαναχωρήσεις. Η κλιμάκωση στη Μεσόγειο μάλλον μόλις θα ξεκινούσε».