Στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ) υπάγονται ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΛΕΠΕΤΕ) και του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος-Πρώην Προσωπικού Εθνικής Ακινήτων ΑΕ (ΕΛΕΠΕΤΕ-Π.Π.ΕΘΝΑΚ).
Αυτό προβλέπει τροπολογία του υπουργείου Εργασίας, που κατατέθηκε σε σχέδιο νόμου του ίδιου υπουργείου, με τίτλο «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών (ΙΕΣΠ)».
Όπως αναφέρεται στην τροπολογία, με την προτεινόμενη ρύθμιση, εξασφαλίζεται η καταβολή επικουρικής σύνταξης στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ και του ΕΛΕΠΕΤΕ-Π.Π.ΕΘΝΑΚ, καθώς οι λογαριασμοί αυτοί, από το 2018, βρίσκονται σε αδυναμία εκπλήρωσης του σκοπού τους και δεν καταβάλλουν συντάξεις.
Σύμφωνα με την τροπολογία, επανακαθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης στους δικαιούχους αυτής. Σε περίπτωση που το καταβλητέο, κατά τις 31 Δεκεμβρίου 2019, ποσό συντάξεων είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει, μετά τον επανυπολογισμό τους, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στους δικαιούχους ως προσωπική διαφορά, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 και εφεξής, οι συντάξεις καταβάλλονται στο ποσό που διαμορφώνονται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, χωρίς περαιτέρω αναπροσαρμογή τους.
Παράλληλα, προβλέπεται η καταβολή επιπρόσθετης ασφαλιστικής εισφοράς από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος προς τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ, η οποία ανέρχεται για τα έτη 2018-2032 σε ποσοστό 12% επί των μικτών αποδοχών των απασχολουμένων στην ΕΤΕ, προκειμένου να καλυφθεί εν μέρει η επιβάρυνση, που προκαλείται στον προϋπολογισμό του e-ΕΦΚΑ από την ένταξη σε αυτόν των ως άνω ασφαλισμένων.
Με την επιπρόσθετη εισφορά της ΕΤΕ για τα έτη 2019 και 2020 συμψηφίζεται η επιπρόσθετη εισφορά που έχει καταβληθεί από την ΕΤΕ στο τ. ΕΤΕΑΕΠ.
Κόντρα στη Βουλή
Καμία εύνοια δεν θα υπάρξει για όσες επιχειρήσεις έκαναν ή θα κάνουν απολύσεις, προειδοποίησε ο υπουργός Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννης Βρούτσης, ενώ χαρακτήρισε πρωτοφανές γεγονός τις πάνω από 40.000 απολύσεις που έχουν καταγραφεί στην Εργάνη, αναδεικνύοντας, όπως είπε, των κυκεώνα των προβλημάτων που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.
Αφορμή ήταν η συζήτηση του νομοσχεδίου για την κύρωση ευρωπαϊκής οδηγίας σχετικά με τις δραστηριότητες και την εποπτεία των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, με την αντιπαράθεση ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση να εστιάζεται στα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί για την οικονομική στήριξη επιχειρήσεων και εργαζομένων από τις επιπτώσεις της πανδημίας κορονοϊού.
Ο υπουργός Εργασίας υπεραμύνθηκε της απόφασης της κυβέρνησης τόσο για προσωρινή αναστολή λειτουργίας των καταστημάτων όσο και για την απαγόρευση απολύσεων εργαζομένων, τονίζοντας την ανάγκη να υπάρξει από όλους, υπευθυνότητα, ενότητα, συναίνεση, και αλληλεγγύη.
Από την πλευρά της η αντιπολίτευση επέκρινε τη κυβέρνηση για ατολμία ενώ χαρακτήρισε τα μέτρα ανεπαρκή.
«Δεν υπάρχει μισθολογικό κόστος όταν κλείνει μια επιχείρηση. Πρέπει να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων όλοι. Πήραμε ένα δύσκολο μέτρο που αμέσως μετά την κρίση θα ανασταλεί. Το κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε τα τεράστια προβλήματα που υπάρχουν αυτή την περίοδο λόγω της κρίσης του κορονοϊού. Παράλληλα, πήραμε ευεργετικά μέτρα αναστέλλοντας τη καταβολή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων και θα υπάρξει και τρίτη δέσμη μέτρων για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους», τόνισε ο κ. Βρούτσης και προσέθεσε:
«Χωρίς να διεκδικούμε το τέλειο ως χώρα, ως κυβέρνηση και όλοι μαζί δείξαμε μια υπεύθυνη στάση και είναι πολύ σημαντικό να έχουμε εθνική ομοψυχία και ενότητα».
Ο κ. Βρούτσης επέμεινε στην υπευθυνότητα που πρέπει όλοι να επιδείξουν, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Οι κοινωνικές επιπτώσεις είναι τεράστιες από την απόφαση της κυβέρνησης να σταματήσει τη λειτουργία των καταστημάτων. Βλέπω στην Εργάνη τα νούμερα των εργαζομένων να μειώνονται κατά 41.000 ενώ πέρσι, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια, ήταν θετικό το ισοζύγιο. Δείχνει τον πανικό που υπάρχει στους εργοδότες που προχωρούν αδικαιολόγητα σε απολύσεις. Κάνω έκκληση να σταματήσουν αυτές τις ενέργειες γιατί δεν έχουν ούτε οικονομικό ούτε κοινωνικό έρεισμα και δεν είναι σωστές. Από τη κρίση όλοι θα βγούμε ενωμένοι και πρέπει όλοι να συμβάλουμε και θα νικήσουμε. Γι αυτό πρέπει όλοι να μην βλέπουμε μόνο τον εαυτό μας αλλά το εμείς. Η αναστολή της λειτουργίας των καταστημάτων είναι προσωρινή. Δεν σημαίνει για πάντα κλείσιμο. Θα ξανανοίξουν, δεν βάζουμε λουκέτο».
Από την πλευρά της, η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου τόνισε ότι το θέμα των απολύσεων αφορά τα συνολικά προβλήματα όλων των επιχειρήσεων που δοκιμάζονται από την πρωτοφανή κρίση με τη πανδημία του κορονοϊού, για αυτό -όπως είπε- χρειάζονται οριζόντια μέτρα για την αντιμετώπιση τους.
«Τα μέτρα για την αγορά εργασίας που ανακοινώσατε δεν αρκούν. Ομολογείτε ότι υπάρχουν πάνω από 40.000 απολύσεις το πρώτο διάστημα του Μαρτίου και φέρνετε μέτρα περιορισμένα για να αντιμετωπίσετε αυτό το πρόβλημα. Πρέπει με γενναία και ξεκάθαρα μέτρα να υπάρξει σαφής απαγόρευση των απολύσεων αλλά και σαφής κάλυψη αυτών που ήδη έχουν γίνει», υπογράμμισε η κ. Ξενογιαννακοπούλου και προσέθεσε:
«Χρειάζεται να υπάρξει άμεση ανταπόκριση και όχι μόνο καλές προθέσεις για την άμεση πρόσληψη 4.000 ατόμων στο ΕΣΥ που πρέπει να θωρακιστεί χωρίς καθυστερήσεις». «Θα είναι τραγική και ασυγχώρητη τυχόν αμέλεια της κυβέρνησης αν σε αυτή τη κρίσιμη φάση της χώρας να παραμείνει σε ευχολόγια, εκκλήσεις, συστάσεις και παραινέσεις», κατέληξε η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ.
«Στηρίζουμε όλα όσα μέτρα εξαγγέλλονται αλλά υπάρχει και όριο. Η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα ως αντίπαλο, και όχι τα κόμματα ως αντίπαλο. Μέχρι στιγμής δείχνει διάθεση και πρόθεση, όμως αυτά δεν είναι πράξη. Τα μέτρα που εξήγγειλε βρίσκονται σε σωστό πλαίσιο, τα επικροτούμε, όμως θα αγωνιστούμε και για την πρακτική εφαρμογή τους», ανέφερε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Λοβέρδος.
Ο εισηγητής του ΚΙΝΑΛ Γιώργος Μουλκιώτης ανέφερε ότι με τη κρίση του κορονοϊού δοκιμάζονται όλα τα πολιτικά συστήματα και ιδιαίτερα όλα όσα λοιδόρησαν και απαξίωσαν το ΕΣΥ, το οποίο «σήμερα φυλάττει τις Θερμοπύλες», όπως είπε.
Ανεπαρκή χαρακτήρισαν τα μέτρα υπέρ επιχειρήσεων και εργαζομένων τόσο η εισηγήτρια της Ελληνικής Λύσης Μαρία Αθανασίου όσο και η εκπρόσωπος του ΜεΡΑ25 Φωτεινή Μπακαδήμα ενώ ζήτησαν την άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ με προσωπικό και υλικοτεχνικές δομές.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Γιάννης Μπούγας σημείωσε από την πλευρά του ότι η ευνοϊκή εξέλιξη με την ένταξη της χώρας στη ποσοτική χαλάρωση δίνει ταχύτητα στη χώρα να εξέλθει γρήγορα από τη κρίση και να αντιμετωπίσει καλύτερα τις επιπτώσεις από τη πανδημία του κορονοϊού.
Για την τροπολογία ΛΕΠΕΤΕ
Σε ό,τι αφορά την ουσία του νομοσχεδίου για τα Επαγγελματικά Ασφαλιστικά Ταμεία, ο υπουργός Εργασίας, χαρακτήρισε ως «μοχλό προστασίας της δημόσιας ασφάλισης την κύρωση της ευρωπαϊκής οδηγίας».
Σημειώνεται ότι η συζήτηση, ολοκληρώθηκε σύμφωνα με το νέο περιορισμένο τρόπο λειτουργίας της Βουλής, και με τις τοποθετήσεις μόνο του αρμόδιου υπουργού, των εισηγητών και των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων των κομμάτων.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου τάχθηκαν ΝΔ και ΚΙΝΑΛ ενώ ΣΥΡΙΖΑ, και Ελληνική Λύση δήλωσαν «παρών» και ΚΚΕ και ΜεΡΑ25 καταψήφισαν.
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης ανάμεσα σε κυβέρνηση και Αξιωματική Αντιπολίτευση βρέθηκε η τροπολογία που κατέθεσε το υπουργείο Εργασίας με την οποία εξασφαλίζεται η καταβολή από τον ΕΦΚΑ, της επικουρικής σύνταξης στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος και του πρώην Προσωπικού Εθνικής Ακινήτων.