Η κυβέρνηση ακούει τις τοπικές κοινωνίες, υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ, λίγη ώρα πριν τη συνάντηση που θα είχε εκείνος και ο Ν. Μηταράκης με τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών του Βορείου Αιγαίου -και υπό το πρίσμα αυτό παρέσχε τη διαβεβαίωση για σχέδιο αποσυμφόρησης των νησιών, για απτά αποτελέσματα και μάλιστα «πάρα πολύ σύντομα».
Οι τρεις πυλώνες της κυβερνητικής στρατηγικής
Στο πλαίσιο αυτό, ο υπουργός αναφέρθηκε στους τρεις πυλώνες της νέας στρατηγικής της κυβέρνησης:
1. Επιτήρηση και αποτροπή στα θαλάσσια σύνορά μας. Με νέες υποδομές, με αυξημένες περιπολίες, με συστηματικό έλεγχο, η κυβέρνηση εκτιμά ότι θα υπάρξει πολύ μεγαλύτερη αποτροπή στους θαλάσσιους διαύλους προς τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Έχουμε συγκεκριμένο σχέδιο ανάσχεσης ροών, δήλωσε εμφατικά ο Γ. Γεραπετρίτης.
2. Διαδικασίες ασύλου. Θυμίζοντας ότι από 1/1/2020 τέθηκε σε εφαρμογή νέα διαδικασία για το άσυλο και τις επιστροφές, ο υπουργός υποστήριξε ότι αυτή συντέμνει κατά πολύ τους χρόνους. Και, αφού παρατήρησε ότι η σημερινή κυβέρνηση «κληρονόμησε» περί τις 83.000 εκκρεμείς αιτήσεις, τόνισε ότι τώρα γίνεται προσπάθεια εκκαθάρισης αυτού του στοκ με μεγάλη ταχύτητα. Έτσι, ενώ ως τώρα ο χρόνος διεκπεραίωσης μιας αίτησης ήταν στα 3 ως 5 χρόνια, η εκτίμηση του Μεγάρου Μαξίμου είναι ότι για τις νέες αιτήσεις ο χρόνος θα συντέμνεται στις 60 ως 90 ημέρες.
Ταυτοχρόνως, θα υπάρχει μια διαρκής επιστροφή ροών εκείνων που δεν δικαιούνται ανθρωπιστικής προστασίας: κάθε Παρασκευή θα επιστρέφονται στην Τουρκία οι μετανάστες εκείνοι των οποίων η αίτηση ασύλου απορρίφθηκε. Στο σημείο αυτό, ο Γ. Γεραπετρίτης θύμισε ότι η Τουρκία έχει αναλάβει δεσμεύσεις έναντι της Ε.Ε., ενώ αν η Τουρκία αναβαθμίσει την ένταση στην περιοχή, τότε υπάρχουν δευτερογενή πλάνα, πρόσθεσε με νόημα.
3 (και πιο σημαντικό, σύμφωνα με την αξιολόγηση του Γ. Γεραπετρίτη): οι νέες δομές. Αφού, εισαγωγικώς, χαρακτήρισε απολύτως φυσιολογικές τις αντιδράσεις, σημείωσε ότι το πρόβλημα έγκειται στο ότι οι υπάρχουσες δομές, και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στην ενδοχώρα, δεν πληρούν ούτε κατ’ ελάχιστο τους όρους αξιοπρεπούς διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών. Κάτι που, επεσήμανε, είναι απαράδεκτο όχι μόνο από άποψη ανθρωπιστική, αλλά και πολιτική. Με την παρατήρηση ότι η χώρα μας επέδειξε το μεγαλύτερο επίπεδο ανθρωπιστικής αξιοπρέπειας στην Ε.Ε., εν τούτοις -τόνισε- αυτή τη στιγμή η χώρα μας δεν αντέχει άλλο αριθμό εισόδων μεταναστών. Συμπερασματικώς, πρέπει να αλλάξει το μείγμα της πολιτικής και η προσπάθεια της κυβέρνησης κατατείνει στη δημιουργία νέων, σύγχρονων, ελεγχόμενων δομών στη θέση αυτών που είχαν ξεχειλίσει από ανθρώπους. Αποτέλεσμα δε, της κατάστασης μέχρι σήμερα, ήταν η δημιουργία δίπλα στις δομές της Χίου και της Λέσβου, μιας άναρχης και χωρίς αξιοπρεπή διαβίωση παρα-δομής. Αντ’ αυτού η κυβέρνηση προτείνει συγκεκριμένους κοιτώνες -με χωριστούς χώρους για τους ευαίσθητους πληθυσμούς- με αστυνόμευση και απόλυτο έλεγχο, με παροχές υγείας και εκπαίδευσης.
Ερωτηθείς για τη λειτουργία των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, ο Γ. Γεραπετρίτης έκανε ένα διαχωρισμό: υπάρχουν αυτές που επιτελούν πολύ σημαντικό έργο και εκείνες, οι οποίες αξιοποιώντας τη συγκυρία, προσπαθούν να κεφαλοποιήσουν περισσότερο ίδια οφέλη. Έχει ήδη ξεκινήσει καταγραφή τους και, τελικώς, οι ΜΚΟ που λειτουργούν βάσει της ελληνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας θα εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους, αντιθέτως οι υπόλοιπες θα πάψουν να δραστηριοποιούνται.
Ενώ, απευθυνόμενες προς τις τοπικές κοινωνίες στις περιοχές με το μεγαλύτερο βάρος, έκανε λόγο για μια μοναδική ευκαιρία να εφαρμοσθεί επιτέλους ένα στρατηγικό σχέδιο. Μέχρι στιγμής αυτό που συνέβαινε ήταν αποσπασματικές πολιτικές-μπαλώματα για τις υπάρχουσες ροές, είπε εξάλλου.
«Η Ευρώπη δεν μπορεί να κωφεύει»
Στο ερώτημα για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε ότι η ελληνική διπλωματία έχει εξυφάνει ένα απτό σχέδιο που στηρίζεται στον επιμερισμό των βαρών μεταξύ των κρατών-μελών. Η Ευρώπη δεν μπορεί να κωφεύει σε ένα πρόβλημα που απειλεί τη συνοχή όχι μόνο της ελληνικής κοινωνίας, αλλά συνολικά της ευρωπαϊκής κοινότητας.
Στη συνέχεια της συνέντευξής του, επεσήμανε ότι ως τώρα έχουν μεταφερθεί 9.000 άνθρωποι στην ενδοχώρα και το αμέσως επόμενο διάστημα θα πραγματοποιηθούν άλλες 11.000 μετακινήσεις (συνολικά 20.000). Η σημαντική αυτή αποσυμφόρηση των νησιών είναι αναγκαία μεν, αλλά όχι επαρκής, αναγνώρισε, προσθέτοντας ότι πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη μετακίνηση. Μετά την ολοκλήρωση της μετακίνησης των 20.000 ανθρώπων, η νέα ώθηση θα δοθεί κυρίως με την εκκαθάριση των αιτήσεων ασύλου και τις επιστροφές, αποκάλυψε ο υπουργός υπογραμμίζοντας ότι από 1/1/2020 η ελληνική κοινωνία γνωρίζει πόσες αιτήσεις εκδικάσθηκαν, πόσες επιστροφές έγιναν. Για το πρόγραμμα στην ενδοχώρα, αφού είπε ότι δεν είναι μεγάλος ο αριθμός και ότι καταβάλλεται προσπάθεια δίκαιης κατανομής ανά Περιφέρεια, αντιλαμβάνεται, από την άλλη, την πίεση στις τοπικές κοινωνίες. Η επιλογή των χώρων έγινε βάσει κριτηρίων καταλληλότητας και μετά από την τελική διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, σε λίγες ημέρες θα έχει κλείσει και το ζήτημα αυτό, δεσμεύθηκε ο Γ. Γεραπετρίτης.
Οι τοπικές κοινωνίες θα προτιμούσαν -και αυτό είναι πάρα πολύ ανθρώπινο- να μην έχουν καθόλου το βάρος, όμως η διαχείριση αυτή έχει ένα χαρακτήρα προσωρινότητας, επιχειρηματολόγησε σχετικά για να συμπληρώσει ότι είμαστε σε μια μεταβατική φάση και οφείλουμε να διαχειριστούμε το μεγάλο αριθμό προσφύγων/ μεταναστών που ήδη βρίσκονται στην Ελλάδα και εκείνων που θα έλθουν, επαναλαμβάνοντας τη δέσμευσή του για γρήγορη αποκάθαρση στη δεύτερη κατηγορία: ουσιαστικά δεν θα προστίθεται νέος αριθμός στους υφιστάμενους.
Για τις νέες δομές στα πέντε νησιά με το βασικό βάρος, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε ότι στα τρία από αυτά (Σάμος, Κως, Λέρος) είναι σε εξέλιξη οι διαδικασίες αναβάθμισης των υποδομών και μετατροπής σε οργανωμένες υποδομές. Ενώ σε Λέσβο και Χίο έχει προεγκριθεί ο τόπος και απομένει η διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες για να ξεκινήσουν τα έργα. Αυτά θα έχουν ολοκληρωθεί ως το επόμενο καλοκαίρι, είπε εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι δεν θα χρειαστεί να εξαντηληθεί η χωρητικότητα των νέων δομών -και τούτο γιατί θα υπάρξει αποτελεσματική εφαρμογή του συγκεκριμένου σχεδίου.