«Απαιτείται εθνική συνεννόηση πάνω σε ένα σχέδιο ανάταξης της χώρας», τόνισε η Βάσω Παπανδρέου, στο διήμερο συμπόσιο για την 3η Σεπτέμβρη, που συνδιοργάνωσαν το ΠΑΣΟΚ και το ΙΣΤΑΜΕ.
Η κ. Παπανδρέου σημείωσε ότι «τα κόμματα του συνταγματικού τόξου, παρά τις διαφορές τους, πρέπει να στηρίξουν κυβέρνηση αποφασισμένη να οδηγήσει στην ανόρθωση της χώρας», με στελέχη αποφασισμένα και πρόθυμα να μη συμμετάσχουν απαραίτητα στις επόμενες εκλογές, με «ορισμένο ορίζοντα αλλά ικανό για να επιτύχει πραγματικό πρωτογενές πλεόνασμα, ώστε να επαναδιαπραγματευτεί τη μείωση του βάρους του χρέους και αλλαγή πολιτικής με έμφαση στην ανάκαμψη».
Επιπλέον, αφού διευκρίνισε ότι δεν θέτει «θέμα πρωθυπουργού, αλλά θέμα ευρύτητας και ποιότητας του σχήματος», η κ. Παπανδρέου σημείωσε ότι πάνω από όλα χρειάζεται μια κυβέρνηση που θα κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της χώρας, που θα εμπιστευτεί άξια στελέχη πέρα από κόμματα και θα σπάσει τις σχέσεις εξάρτησης με συμφέροντα.
Είπε ακόμα ότι οι επιπτώσεις της ασκούμενης πολιτικής είναι μεγαλύτερες από τις επιπτώσεις στις ΗΠΑ στο Κραχ του ‘29 ή από ό,τι αν είχαμε πόλεμο και πως έτσι υπονομεύεται κάθε προοπτική ανάπτυξης για χρόνια. Υποστήριξε ότι «η εξίσωση για το χρέος δεν βγαίνει» και πως «χρειάζεται διαγραφή μεγάλου μέρους του δημόσιου χρέους για να κάνει η χώρα καινούρια αρχή». Πρόσθεσε δε ότι «αν αυτή η λύση είχε εφαρμοστεί από την αρχή, σήμερα κανείς δεν θα μιλούσε για την Ελλάδα» και πως «τότε είχαμε μεγαλύτερη δύναμη διαπραγμάτευσης από σήμερα αλλά δεν είχαμε και δεν αποκτήσαμε σχέδιο για τη χώρα».
Η κ. Παπανδρέου είπε ότι μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν, ότι πολλές έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια, αλλά χρειάζονται σχέδια. Υποστήριξε δε ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει πάρα πολλά και πως παρόλο που η πολιτική που ακολουθείται μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικές εκρήξεις, «ωστόσο είμαστε μάρτυρες μιας ισοπεδωτικής κριτικής από εκείνους που συνέβαλαν καθοριστικά στη στρέβλωση». «Όσο κι αν αντιλαμβάνομαι το πνεύμα του Θ. Πάγκαλου, ούτε όλοι μαζί τα φάγαμε ούτε έχουμε όλοι τις ίδιες ευθύνες», είπε για να επιρρίψει τις ευθύνες πρωτίστως στη ΝΔ, η συγκυβέρνηση με την οποία «προέκυψε ως αναγκαιότητα για να μην καταρρεύσει η χώρα». «Πληρώνει ο λαός τα λάθη της ΝΔ, αλλά και της ΕΕ που μετατρέπεται σε γερμανική Ευρώπη», είπε.
Αναφορικά με το θέμα της Κεντροαριστεράς, υποστήριξε ότι «δεν είναι ζήτημα συσχετισμών και προσωπικών διευθετήσεων», ότι «δεν μπορούμε να καθόμαστε σε ένα τραπέζι και να αθροίζουμε ποσοστά», αλλά ότι «πρέπει να αναζητήσουμε το δρόμο και μετά να καλέσουμε τους υπόλοιπους να ακολουθήσουν». «Η σοσιαλδημοκρατία θα πρέπει να βρει διέξοδο, διαφορετικά η ακροδεξιά θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη πρόκληση», σημείωσε.
«Το αίτημα για τη διαμόρφωση μιας ισχυρής παράταξης ώστε να μην αφεθεί η χώρα στο δίλημμα ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ, είναι επιτακτικό», τόνισε το στέλεχος της ΔΗΜΑΡ Νίκος Μπίστης.
Ο κ. Μπίστης τόνισε ότι «πρέπει να δημιουργήσουμε έναν ισχυρό κεντροαριστερό πόλο» και σημείωσε ότι «οι επικείμενες ευρωεκλογές είναι ένα ευνοϊκό πεδίο για την συγκρότηση μια ελληνικής “Ελιάς” που θα κατέβει στις εκλογές κάτω από την πανευρωπαϊκή ομπρέλα του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος». Ως προς αυτό, είπε ότι «δεν μας αρκεί το άθροισμα των υπαρχόντων κομμάτων, ακόμα και αν η ΔΗΜΑΡ αλλάξει προσανατολισμό» και πως «χρειαζόμαστε τον συνδυασμό του νέου (προγραμματικά και ηλικιακά) με το παλιό που είναι ακόμα χρήσιμο» και «μια πρωτότυπη σύνθεση που θα δημιουργήσει δυναμική και θα αποκαθηλώσει τα εκλογικά ποσοστά δίνοντας ορμή και αυτοπεποίθηση στον κόσμο μας».
Για το ποια πρέπει να είναι η σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ σε αυτές τις διεργασίες, ο κ. Μπίστης ανέφερε ότι «το πρώτο που νομίζω ότι όλοι έχουμε κατά νου είναι ότι η χώρα έχει κάνει πολύ δρόμο, αλλά ακόμα έχει ένα κρίσιμο διάστημα να διανύσει», ότι «η συγκρότηση της κεντροαριστεράς δεν θα βάλει σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα, που εγγυάται με όλα της τα εγγενή προβλήματα η σημερινή κυβέρνηση», για να υποστηρίξει ότι «εδώ υπάρχει διαφορά στρατηγικής με τον ΣΥΡΙΖΑ που ποντάρει στην δημιουργία κοινωνικού χάους, ελπίζοντας ότι αυτό θα τον ωφελήσει εκλογικά, αγνοώντας την επόμενη μέρα και τα κέρδη που μια τέτοια εξέλιξη θα προσπορίσει στην εμφανιζόμενη ως αντισυστημική ναζιστική Χρυσή Αυγή».
Ωστόσο, τόνισε πως «αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε αδιάφοροι για την πορεία και τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ» και «πολύ περισσότερο για τον κόσμο που από την κάλπη του ΠΑΣΟΚ μεταπήδησε στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ», διευκρινίζοντας ότι μιλά για τον κόσμο και «όχι για εκείνο το στελεχικό δυναμικό που εκπροσωπεί ότι πιο αναχρονιστικό κυκλοφορεί».
Σε κάθε περίπτωση, υποστήριξε ότι «ο χειρότερος τρόπος για να πείσεις και να επαναπατρίσεις στις γραμμές της κεντροαριστεράς τον κόσμο αυτόν είναι να αναγνωρίσεις πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση της κεντροαριστεράς στον ΣΥΡΙΖΑ». Διότι, όπως είπε, αυτό θα δικαίωνε στα μάτια των πολιτών που ακολούθησαν τον ΣΥΡΙΖΑ την επιλογή τους και θα προέκυπτε ένα σχήμα με δορυφόρους περί τον ΣΥΡΙΖΑ. Τόνισε ότι «ο καλύτερος και αποτελεσματικότερος τρόπος για να επανασυνδεθούμε με αυτόν τον κόσμο είναι να συγκροτήσουμε την μεγάλη μεταρρυθμιστική κεντροαριστερή παράταξη και να απευθυνθούμε με αυτοπεποίθηση σε αυτούς». Καταλήγοντας, είπε ότι προαπαιτούμενο είναι η υπόθεση να προχωρήσει χωρίς ηγεμονισμούς και αποκλεισμούς, ενώ έκλεισε με τη «βεβαιότητα» ότι «όλοι μαζί μπορούμε».
«Χωρίς στέρεες και ειλικρινείς θέσεις απέναντι στο λαό δεν μπορούμε να περιμένουμε έξοδο από την κρίση αλλά και ανασυγκρότησης της παράταξης», ήταν η κεντρική θέση του Πέτρου Ευθυμίου.
Ο κ. Ευθυμίου τόνισε ότι σε μια παράταξη σαν το ΠΑΣΟΚ «πριν από όλα χρειάζεται η αυτογνωσία», δηλαδή «όποιος λέει ότι είναι ΠΑΣΟΚ, δικαιούται να το λέει περήφανος». «Παραξενεύομαι αν για κάποιους από εμάς το νόημα της ανάταξης της κεντροαριστεράς ανάγεται σε πολιτικούς τακτικισμούς», είπε και πρόσθεσε ότι επίσης δεν έχει νόημα για το ΠΑΣΟΚ «να εμπλακεί σε λογική τακτικσμών», σε μια προσπάθεια εκλογικής επιβίωσης μέσω μιας κεντροαριστεράς που θα φτιαχτεί από πρόσωπα που δεν έχουν βρει στέγη.
«Το καινούριο ΠΑΣΟΚ είναι ΠΑΣΟΚ με σχέδιο εξόδου από την κρίση που απευθύνεται σε νέα πρόσωπα», τόνισε και υπογράμμισε πως «αντί για τακτικισμούς και συνεννοήσεις κορυφής να προχωρήσουμε όπως μάθαμε στην αρχή μας και όπως ξεχάσαμε στην πορεία μας».