Σε κατάμεστη αίθουσα του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Τρίτης πολιτική εκδήλωση με θέμα την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στη Μεσόγειο, μέσα από το πρίσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ομιλητές ήταν οι πρώην υπουργοί Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη και Ευάγγελος Βενιζέλος, και δύο πρέσβεις επί τιμή: ο Γιώργος Σαββαΐδης και ο Παύλος Αποστολίδης. Την συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος και διευθυντής της εφημερίδας «Καθημερινή», Αλέξης Παπαχελάς.
«Βαρύ πλήγμα ‘κάτω από τη μέση’ και κίνηση ακραίας διεκδίκησης εκ μέρους της Τουρκίας», χαρακτήρισε τη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης η κ. Μπακογιάννη. «Το υπουργείο Εξωτερικών και ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, ο κ. Δένδιας, έχουν επιδοθεί σε έναν μαραθώνιο, όχι μόνον ως προς την καταδίκη της συμφωνίας και την στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων αλλά και για το αύριο» πρόσθεσε, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η κ. Μπακογιάννη, υπογράμμισε ότι η συμφωνία δεν είναι κενό γράμμα αλλά μια συμφωνία που υπεγράφη ανάμεσα στην Τουρκία και σε μια κυβέρνηση αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ. Είναι όμως μια συμφωνία με πολλές αδυναμίες, η οποία δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και δεν δεσμεύει τρίτους, διότι είναι αντίθετη με θεμελιώδεις διατάξεις του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, παραβιάζει με τον τρόπο αυτό τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας, και τέλος, διότι συνιστά προϊόν εκβιασμού, όπως μας οδηγούν όλα τα στοιχεία.
«Η Τουρκία δεν μπορεί να δεχθεί την νέα πραγματικότητα στη Μεσόγειο, την οποία δημιούργησαν τα τριμερή σχήματα συνεργασίας, Ελλάδας Αιγύπτου, Ισραήλ, Κύπρου. Ένιωσε παντελώς απομονωμένη και έξω από της ενεργειακές εξελίξεις στην Μεσόγειο, και αυτό προκάλεσε ανασφάλεια στον κ. Ερντογάν, ο οποίος αυτή την στιγμή αναμετράται με την τουρκική Ιστορία, οραματίζεται να εξελιχθεί στο νέο εθνοπατέρα των Τούρκων – στόχο που θα ήθελε να υλοποιήσει το 2023, μετά την εκατοστή επέτειο ανακήρυξης της Τουρκικής Δημοκρατίας», εκτίμησε η πρώην υπουργός Εξωτερικών.
«Ο διεθνής παράγων δεν πρόκειται να αποδεχθεί μια δεύτερη Συρία στη Μεσόγειο. Η παρεμβατική συμπεριφορά της Τουρκίας δεν θα γίνει αποδεκτή, και πρωτίστως από μας. Η Ελλάδα δεν είναι αδύναμη, έχει εργαλεία, έχει όπλα πίεσης και έχει συμμάχους.
Είμαστε μέρος της συμμαχίας της Ευρώπης, που είναι ο μεγαλύτερος οικονομικός εταίρος της Τουρκίας. Τυχοδιωκτική συμπεριφορά, ακόμη και από χώρες που έχουν συγκεκριμένα συμφέροντα στην Τουρκία, πολιτικά είναι πάρα πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτή», σημείωσε.
«Η Άγκυρα εξακολουθεί να έχει ανάγκη την Ε.Ε.. Πάνω σε αυτό θα πρέπει να βασιστεί η ευρωπαϊκή στρατηγική απέναντι στη γείτονα», είπε η κ. Μπακογιάννη και έκανε λόγο για «συμφωνία ειδικής σχέσης, η οποία όμως θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και ζητήματα άμυνας και ασφάλειας που αφορούν την Ελλάδα».
Συνεχίζοντας, η κ. Μπακογιάννη τόνισε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. «Πρώτος στόχος της εξωτερικής μας πολιτικής, πρέπει να είναι να μην επιτρέψουμε την καθιέρωση μιας ‘συναλλακτικής διπλωματίας’, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στη βάση του απόλυτου κυνισμού. Δεν μπορεί δηλαδή να καταλήξουμε σε μια καθαρά οικονομική συμφωνία», σημείωσε.
«Η Ελλάδα οφείλει να αδράξει τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται αυτή τη στιγμή και να προσπαθήσει να ολοκληρώσει τις συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αλβανία, την Αίγυπτο και την Ιταλία. Η απόφαση της Γαλλίας, να μπλοκάρει για την ώρα την ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, δίνει στην Ελλάδα μια πρόσθετη ευκαιρία για τις σχέσεις της με την Αλβανία.
Μετά την εξέλιξη του 2009 και την υπαναχώρηση των Τιράνων, με την ακύρωση της συμφωνίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αλβανία, η Ελλάδα μπορεί να κάνει χρήση του δικαιώματός της για επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης της στα 12 μίλια. Οι μαύρες τρύπες των οριοθετήσεων πρέπει να κλείσουν στα δυτικά και στα νότια. Η υπογραφή της συμφωνίας Λιβύης-Τουρκίας, πέραν των προσπαθειών για την ακύρωσή της, κάνει επιτακτική την ανάγκη της παρουσίας της Ελλάδος στις εξελίξεις στη Λιβύη» σημείωσε.
Σύμφωνα με την κ. Μπακογιάννη, ο στόχος της στρατηγικής της Ελλάδας, θα πρέπει να είναι η υπογραφή ενός συνυποσχετικού με την Τουρκία για την προσφυγή στη Χάγη.
«Δεν υποτιμώ τις δυσκολίες. Καθοριστικός παράγοντας θα είναι η δημιουργία ειδικής σχέσης μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε.. Μέσα σε αυτή τη σχέση πρέπει να ενταχθεί η υποχρέωση της Τουρκίας να αποδεχθεί την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, σε θέματα που αφορούν στα σύνορά της με την Ευρώπη», ανέφερε.
Η πρώην υπουργός Εξωτερικών τάχθηκε επίσης κατά της «οξείας ρητορικής», όπως την χαρακτήρισε, η οποία εμφανίζεται στον πολιτικό διάλογο.
«Η Ελλάδα είναι μια χώρα δικαίου και αρχών, με συμμαχίες και καλό brand name. Το τελευταίο διάστημα έχει επανέλθει μια οξεία ρητορική περί στρατιωτικοποίησης της ελληνοτουρκικής έντασης. Η εκ μέρους μας στρατιωτικοποίηση της κατάστασης, ρίχνει νερό στο μύλο της Τουρκίας και μπορεί να οδηγήσει σε απομόνωση τη χώρα μας», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενη στο μεταναστευτικό, είπε πως «το χθεσινό μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς την Ε.Ε. και την Τουρκία, για μια διαφορετική πολιτική φύλαξης των συνόρων, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και από τους μεν και από τους δε. Καμία Ένωση 500 εκατομμυρίων ανθρώπων, δεν μπορεί να αποδεχθεί τη λογική να είναι όμηρος μιας χώρας, η οποία προσπαθεί δια του μεταναστευτικού να επιτύχει τους στόχους της», τόνισε.
Υποστήριξε επίσης την ανάγκη να ενισχυθεί η αμυντική ικανότητα της χώρας, ενώ άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο για αύξηση της στρατιωτικής θητείας.
«Η κυβέρνηση μπορεί να επανεξετάσει το θέμα της στρατιωτικής θητείας. Το πρόγραμμα της ΝΔ προβλέπει υποχρεωτική θητεία στα 18 και οφείλουμε να πούμε ανοικτά ότι η επιμήκυνση της θητείας δεν μπορεί να είναι ταμπού. Είναι μια συζήτηση που πρέπει να ανοίξουμε με θάρρος και χωρίς φόβο για το πολιτικό κόστος», είπε και πρόσθεσε.
«Είναι σημαντικό να υπάρχει εθνική ομοψυχία στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η παρούσα η κυβέρνηση άλλαξε την πολιτική της προηγούμενης και επιδιώκει στην πράξη την εθνική συναίνεση, ενημερώνει τα πολιτικά κόμματα, που είναι το ισχυρότερο μήνυμα που μπορούμε να στείλουμε στη φάση αυτή. Το μήνυμα προς την Άγκυρα πρέπει να είναι σαφές: Είμαστε έτοιμοι να προσέλθουμε στο τραπέζι του διαλόγου, αλλά δεν πρόκειται να αποδεχτούμε την επιβολή απόψεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Ποτέ δεν θα διαπραγματευτούμε την εθνική μας κυριαρχία, αυτήν θα την υπερασπιστούμε με κάθε τρόπο», κατέληξε η Ντόρα Μπακογιάννη.