Ολοκληρώθηκε η πρώτη μέρα συζήτησης του νομοσχεδίου για το άσυλο στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, μετά την τοποθέτηση των εισηγητών, ειδικών αγορητών και ομιλητών των κομμάτων.
Ο Παναγής Καππάτος, εισηγητής της ΝΔ, άσκησε κριτική στην προηγούμενη κυβέρνηση, λέγοντας ότι «χωρίς να υποτιμάται το μέγεθος και η πολυπλοκότητα του φαινομένου, αυτό που παρέλαβε η σημερινή κυβέρνηση είναι μια εξόχως προβληματική κατάσταση: μια χώρα χωρίς συγκροτημένη πολιτική, μια κοινωνία δυσαρεστημένη με τη διαχείριση της προηγούμενης κυβέρνησης, όπου δεν εφαρμοζόταν ο νόμος, υπηρεσίες με το 40% μόνο των οργανικών θέσεων να είναι καλυμμένες, με το 85% των μεταναστών να κατατάσσεται σε ευάλωτες ομάδες, τη χαοτική οικονομική διαχείριση που έχει προκαλέσει επέμβαση εισαγγελικών αρχών, τις δημόσιες υπηρεσίες επιβαρυμένες και χιλιάδες αιτήσεις ασύλου σε εκκρεμότητα».
Στην Ελλάδα εισάγεται για πρώτη φορά ενιαίος νόμος, παρατήρησε ο εισηγητής της κυβέρνησης και παραδέχθηκε ότι «δεν θα λύσει δια μαγείας ένα τόσο σύνθετο πρόβλημα, ωστόσο θα αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα προς την κανονικότητα, ώστε η Ελλάδα να μην θεωρείται μια χώρα χωρίς μεταναστευτική πολιτική». Πρόσθεσε δε, ότι «οφείλουμε απέναντι στους Έλληνες πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες, να επαναφέρουμε την ασφάλεια και το σεβασμό στους νόμους. Η Ελλάδα πατροπαράδοτα προσφέρει φιλοξενία για όσους δικαιούνται άσυλο και η Πολιτεία επαναφέρει την απαίτηση να γίνονται σεβαστοί οι νόμοι στη χώρα μας».
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Ψυχογιός, κατηγόρησε από την πλευρά του τη σημερινή κυβέρνηση ότι μέχρι τώρα «δεν έχει διεθνοποιήσει το ζήτημα, όπως θα έπρεπε, ή όπως έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση», ενώ έκανε λόγο και για «τεράστια καθυστέρηση τον πρώτο καιρό για την αποσυμφόρηση των νησιών – και αυτό δημιούργησε εκρηκτική κατασταση». Επίσης, ανέφερε ότι στην Κόρινθο και τη Νέα Καβάλα, οι άνθρωποι «υποφέρουν χωρίς στοιχειώδεις προϋποθέσεις».
Ο κ. Ψυχογιός έκανε λόγο για «προσχηματική διαβούλεση πέντε ημερών, μετά την οποία το νομοσχέδιο κατατέθηκε την ίδια μέρα». Η φιλοσοφία του σχεδίου νόμου, επισήμανε, είναι «η αποτροπή και γενικευμένη κράτηση των αιτούντων άσυλο» και πρόσθεσε ότι «η προσπάθεια της κυβέρνησης για τη μετατροπή του ζητήματος σε μεταναστευτικό και όχι προσφυγικό» διαψεύδεται από τα στοιχεία, καθώς «το 80% των αιτούντων άσυλο έχουν προσφυγικό προφίλ». Επίσης, εκτίμησε ότι «αυτή η ρητορική αποδυναμώνει τη χώρα από τις διεκδικήσεις σας. Θα έρθουν οι χώρες του Βίζεγκραντ και θα πουν ότι αυτό είναι μεταναστευτικό άρα λυσ’ το μόνος σου».
Ο ίδιος, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, κατέληξε ότι με το νομοσχέδιο «πάμε σε γενίκευση της κράτησης σε κλειστές δομές προσωρινής υποδοχής και είναι αναντίρρητη η πρόθεση της κυβέρνησης, αυτή η κράτηση να είναι για 18 ή παραπάνω μήνες».
Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Γιώργος Καμίνης, ζήτησε να υπάρξει σύμπνοια απόψεων μεταξύ των κομμάτων σε ορισμένα βασικά ζητήματα. Ο ίδιος σχολίασε ότι με το παρόν σχέδιο νόμου «πάμε σε μια αυστηροποίηση, γιατί το προηγούμενο καθεστώς ήταν ένα καθεστώς σχετικά φιλελεύθερο, σε εισαγωγικά».
Σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε ο κ. Καμίνης, οι αιτήσεις ασύλου του 87% όσων αφίχθησαν στα νησιά, διεκπεραιώθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα – από τους οποίους, το 82% με το καθεστώς ευαλωτότητας – και πρόσθεσε ότι «στην ηπειρωτική Ελλάδα, κανονικά θα πρέπει να εξετάζονται οι αιτήσεις εκείνες που είχαν έρθει πριν από τον Μάρτιο 2016, ενώ τώρα η συντριπτική πλειονότητα των αιτήσεων εξετάζεται στην ηπειρωτική Ελλάδα».
Επίσης, εξέφρασε τον προβληματισμό του για τη μεταφορά της εξέτασης του τρίτου βαθμού των αιτήσεων στα διοικητικά πρωτοδικεία, αντί των εφετείων, καθώς η Αθήνα έχει 210 πρωτοδίκες και η Θεσσαλονίκη 84, ενώ οι εκκρεμείς υποθέσεις είναι στην Αθήνα 62.740 και στη Θεσσαλονίκη 22.500.
Τέλος, ζήτησε να υπάρξει επιχειρησιακό σχέδιο, χωρίς το οποίο «θεωρώ ότι διατρέχουμε τον κίνδυνο και πάλι να αναπαραγάγουμε ένα τεράστιο πρόβλημα για τη χώρα που ξέρουμε ότι έχει ευρύτερες επιπτώσεις».
Οι αλλαγές που προωθούνται με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο «είναι προς το χειρότερο» παρατήρησε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Διαμάντω Μανωλάκου, η οποία το χαρακτήρισε «κατασταλτικό νομοσχέδιο που πατάει και επεκτείνει το δρόμο που χάραξε ο ΣΥΡΙΖΑ».
Η κ. Μανωλάκου τόνισε ότι το προσφυγικό είναι «ένα σοβαρό πρόβλημα άμεσα συνδεδεμένο με τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, ένα πρόβλημα στη διόγκωση του οποίου έχουν συμβάλει όλες οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις».
Σχολίασε ότι το συγκεκριμένο σχέδιο, «αρνείται ουσιαστικά την παροχή διεθνούς προστασίας στην πλειονότητα των αιτούντων άσυλο, με την προτεραιόποιησή τους με βάση την εθνικότητα, με διαδικασίες-παρωδία για την εξέταση των αιτήσεων που δεν μπορούν αντικειμενικά να τηρηθούν». Επίσης, πρόσθεσε ότι «στην πράξη το δικαίωμα προσφυγής κατά της απορριπτικής απόφασης ακυρώνεται εντελώς, αφού σε ορισμένες περιπτώσεις η προσφυγή δεν θα έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα».
Η αγορήτρια του ΚΚΕ κατέληξε λέγοντας ότι «πρόκειται για μια απάνθρωπη πολιτική, που καταπατάει δικαιώματα και σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αυτήν».
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Αντώνης Μυλωνάκης, σχολίασε ότι πρόκειται για «παράνομο μεταναστευτικό ζήτημα και όχι προσφυγικό» και το πρόβλημα «πρέπει να το δούμε σαν Έλληνες γιατί η πατρίδα μας κινδυνεύει».
Η Φωτεινή Μπακαδήμα, ειδική αγορήτρια του ΜΕΡΑ25, τόνισε ότι το κόμμα της θα καταψηφίσει το νομοσχέδιο, «ακριβώς γιατί αναγνωρίζει τη σοβαρότητα του μεταναστευτικού και φρονεί ότι χρειάζεται η ολιστική αντιμετώπισή του και όχι η διαιώνιση του φαινομένου φιλοξενίας σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης». Επίσης, παρατήρησε ότι το νομοσχέδιο «θέτει γραφειοκρατικά εμπόδια που κάποιες φορές παραβιάζουν, αν και έμμεσα, τα δικαιώματα των μεταναστών και των προσφύγων. Ταυτόχρονα παραβιάζονται τα δικαιώματα των ευάλωτων, καθώς συνεχίζεται το αναχρονιστικό καθεστώς κράτησης των παιδιών, ενώ σε άλλα που ζουν στην χώρα χωρίς χαρτιά, ως τέκνα μη νόμιμων μεταναστών, αφαιρείται το δικαίωμα να πάνε στο σχολείο».
Τέλος, ο τέως υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, εκτίμησε ότι «το όριο της χώρας για να προσφέρει αξιοπρεπή διαχείριση του προσφυγικού είναι τα 100.000 άτομα, και είμαστε λίγο ή πολύ στα όριά μας, στους 85.000». Ζήτησε δε, να χρησιμοποιηθεί η συζήτηση για το μεσοπρόθεσμο 2021-2027, «ως τρόπος για να επιβληθούν ποινές στις χώρες που δεν δείχνουν αλληλεγγύη». Τέλος, εξέφρασε την έκπληξή του για το περιστατικό στα Βρασνά, «όπου πριν από ένα χρόνο φιλοξενήσαμε 1.000 ανθρώπους στα ξενοδοχεία».