Η Αλέκα Παπαρήγα δεν αποκλείει την έξοδο χωρών από την ΕΕ τα επόμενα χρόνια, ενώ επαναφέρει τη θέση του ΚΚΕ για αποδέσμευση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε συνέντευξή της στην «Καθημερινή της Κυριακής», η γ.γ. της Κ.ε. του ΚΚΕ, λέει: «Σήμερα υπάρχει, εξαιτίας και της κρίσης, κλονισμός στη συνοχή της ΕΕ, όξυνση των αντιθέσεων, που είναι εγγενείς. Δεν αποκλείεται τα επόμενα χρόνια να επικρατήσουν στις αστικές τάξεις χωρών ή ομάδων χωρών, επιλογές για αποχώρησή τους από την Ευρωζώνη, ή για έξωση χωρών από την ΕΕ, ή δημιουργία νέων συμμαχιών. Να γιατί το αίτημα του ΚΚΕ για αποδέσμευση από την ΕΕ αποκτά δυναμική αν συνδεθεί με τον στόχο για την εργατική λαϊκή εξουσία. Κάθε άλλη εξέλιξη θα σέρνει τον λαό στη στήριξη του ενός ή άλλου ιμπεριαλιστή».
Η κ. Παπαρήγα συνδέει τις εξελίξεις στο Κυπριακό με τις συμμαχίες και τις συγκρούσεις για τους υδρογονάνθρακες, ενώ για την Ελλάδα προβλέπει ότι οι έρευνες οδηγούν σε διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων. «Η αστική τάξη της Ελλάδας είναι προσανατολισμένη στη μετατροπή της χώρας ως ενεργειακού και μεταφορικού κόμβου και την παράδοση των υδρογονανθράκων σε επιχειρηματικούς ομίλους, εγχώριους και ξένους. Γι’ αυτό αναζητά συμβιβασμούς στο πλαίσιο των δεσμεύσεων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, της συνεκμετάλλευσης με την Τουρκία, που προκρίνουν και τα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα και που αντικειμενικά οδηγεί στη διαπραγμάτευση κυριαρχικών δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Η πάλη για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας δεν έχει καμία σχέση με την υπεράσπιση του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστικού κέντρου».
θεωρεί ότι δεν θα υπάρξει ανακούφιση των πολιτών μετά το 2014 και αναφέρει πως η ανάκαμψη θα είναι αναιμική.
«Καμία ανακούφιση δε θα υπάρχει. Η ανάκαμψη, και όταν ακόμη έρθει, θα είναι αναιμική, με υψηλά ποσοστά ανεργίας και δημιουργία προϋποθέσεων για νέα κρίση. Προαπαιτούμενο των επενδύσεων, τις οποίες όλα τα άλλα κόμματα εξωραΐζουν στα μάτια του λαού, είναι η δημιουργία πάμφθηνων εργαζομένων, νέα κίνητρα στο κεφάλαιο, σιγή νεκροταφείου για το λαό».
Αποκλείει από τη λαϊκή συμμαχία που επιδιώκει το ΚΚΕ, την εργατική αριστοκρατία, εξηγώντας: «Οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες στηρίχθηκαν και αναδείχθηκαν από την εργατική αριστοκρατία, από τμήματα δηλαδή εργαζομένων ενσωματωμένα με διάφορους τρόπους στην κυρίαρχη πολιτική. Η αντιπαράθεσή μας με αυτές τις ηγεσίες ήταν συνεχής όλα αυτά τα χρόνια. Και σήμερα η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης είναι προϋπόθεση για την ανασύνταξη του κινήματος».
Στο ερώτημα αν η μείωση της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ οφείλεται και στην κάθετη άρνησή του για συμμετοχή στην κυβέρνηση, σημείωσε: «Η εκλογική δύναμη και επιρροή του ΚΚΕ είναι άμεσα συνυφασμένη με το επίπεδο ανάπτυξης του λαϊκού κινήματος, τη μαζικότητα και τον προσανατολισμό του, που πρέπει να είναι η ρήξη και η ανατροπή της σημερινής εξουσίας του κεφαλαίου. Ένα τέτοιο κίνημα θα μπορεί να αντιμετωπίσει και την όποια δικομματικού τύπου αντιπαράθεση, να μην εγκλωβίζεται στις διάφορες συνταγές αστικής διαχείρισης. Αυτός είναι ο πολιτικός στόχος του ΚΚΕ».
Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει πως «αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας εξετάσεις ως επίδοξος διαχειριστής της καπιταλιστικής οικονομίας και της βαθιάς της κρίσης, είναι υποχρεωμένος να προσαρμόζεται στους νόμους και τις ανάγκες αυτής της οικονομίας, που είναι ασυμβίβαστες με τις ανάγκες των εργαζομένων. Και το αποδεικνύει ο ίδιος με την εγκατάλειψη θέσεων, όπως πρόσφατα η αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων με ένα άρθρο ή η κατάργηση του χαρατσιού».
Απαντώντας στην ερώτηση αν επιθυμεί να συνεχίσει να είναι γραμματέας του κόμματος, θέση που κατέχει τα τελευταία 22 χρόνια αναφέρει ότι «ο καταμερισμός δουλειάς στο ΚΚΕ δεν είναι θέμα ατομικής βούλησης. Το Κόμμα έχει συλλογικές διαδικασίες, μέσα από τις οποίες αναδεικνύονται όλα τα όργανα και το συνέδριο είναι αυτό που θα καθορίσει τη σύνθεση της νέας ΚΕ».