Η Τουρκία έχει ισχυρούς δεσμούς με την πΓΔΜ. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου μετά τη συνάντηση που είχε με τον Σκοπιανό ομόλογό του Νίκολα Ντιμιτρόφ, χθες, στην Κωνσταντινούπολη, σε «μία φιλία που έχει ρίζες αιώνες πίσω».
Τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ αρχίσει να ανακινείται, ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν είχε πάρει σαφή θέση, χαρακτηρίζοντας τους Σκοπιανούς «αδελφούς» και ξεκαθαρίζοντας: «Η Τουρκία θα βρίσκεται πάντοτε στο πλευρό της “Μακεδονίας”». Είχε προσθέσει πως η Άγκυρα δεν θα επιτρέψει η χώρα να αλλάξει όνομα, αν και έναν χρόνο μετά οι εξελίξεις τον διαψεύδουν.
Άλλωστε η Τουρκία ήταν από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν την πΓΔΜ με το συνταγματικό της όνομα και η πρώτη που έστειλε πρέσβη στο νέο κράτος. Διατηρεί και ενισχύει τις αμυντικές σχέσεις των δύο κρατών με παροχή πολεμικού υλικού ενώ και σε οικονομικό επίπεδο υπάρχουν τουρκικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο έδαφος της πΓΔΜ.
Παρά τις κολοσσιαίες διαφορές τους σε μέγεθος και δύναμη, οι δύο χώρες μοιράζονται μία κοινή επιδίωξη: την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Γέφυρα» ανάμεσα στα δύο κράτη, και σημαντικό όχημα διείσδυσης της Άγκυρας στη χώρα, αποτελούν οι Τούρκοι που ζουν στην πΓΔΜ, περίπου το 4% του πληθυσμού, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία. Οι χρηματοδοτήσεις προς τη μειονότητα παρέχονται κυρίως μέσω του τουρκικού Ιδρύματος Συνεργασίας και Συντονισμού, το οποίο, μεταξύ άλλων, κατασκευάζει σχολεία εκμάθησης της τουρκικής γλώσσας, συντηρεί οθωμανικά μνημεία και τζαμιά, χορηγεί κρατικές υποτροφίες, μεταξύ άλλων, σε απόρους μαθητές τουρκικής και αλβανικής καταγωγής, καθώς έντονο τουρκικό ενδιαφέρον υπάρχει και για το αλβανικό στοιχείο στη χώρα.
Στην προσπάθεια του Ζόραν Ζάεφ να εξασφαλίσει τους 80 βουλευτές που θα επικύρωναν τη Συμφωνία των Πρεσπών στο κοινοβούλιο της πΓΔΜ, αντίσταση πρόβαλλε μέχρι την τελευταία στιγμή το μικρό αντιπολιτευόμενο αλβανικό κόμμα «BESA», με τους μόλις δύο βουλευτές του, που δεν συναινούσαν σε μία συγκεκριμένη διατύπωση για την υπηκοότητα. Τελικά οι αντιστάσεις κάμφθηκαν, η συμβιβαστική φόρμουλα βρέθηκε και η Συμφωνία πέρασε από τη Βουλή των Σκοπίων, πυροδοτώντας πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και πετώντας το μπαλάκι της έγκρισης της Συμφωνίας- και της ονομασίας Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας– στην ελληνική πλευρά.
Με αυτά τα δεδομένα, και σε μία διπλωματική και πολιτική αποτίμηση, διαμορφώνεται η εικόνα πως με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με ένα πλήγμα στις βλέψεις της αναφορικά με τα Βαλκάνια. Η Συμφωνία φέρνει την πΓΔΜ πιο κοντά στην Ευρώπη και ένα βήμα μακρύτερα από την τουρκική σφαίρα επιρροής. Παράλληλα, και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της συμφωνίας και τις έντονες ενστάσεις κυρίως για τα θέματα της υπηκοότητας και της γλώσσας, είναι κοινή η εκτίμηση ότι η συμβάλλει στην ενίσχυση του ρόλου της Ελλάδας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίοι οι έπαινοι και τα συγχαρητήρια από ευρωπαϊκής αλλά και αμερικανικής πλευράς, για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και την επικύρωσή της Συμφωνίας. Στην οπτική των ΗΠΑ, η Συμφωνία των Πρεσπών αναβαθμίζει την Ελλάδα και, όπως έλεγε πρόσφατα Αμερικανός αξιωματούχος, επικυρώνει την επένδυση που έχει κάνει στις σχέσεις της με την Ελλάδα η Ουάσιγκτον και το όραμά της για τη χώρα μας ως πυλώνα περιφερειακής σταθερότητας. «Οι ΗΠΑ το βλέπουν ως μία ιστορική ευκαιρία για την προώθηση της σταθερότητας, της ασφάλειας και της ευημερίας σε όλη την περιοχή» ήταν η χαρακτηριστική αναφορά του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο.
Συγχαρητήρια στον Αλέξη Τσίπρα έδωσε, κατά την επίσκεψή της στην Ελλάδα, η «σιδηρά κυρία» της Ευρώπης Άνγκελα Μέρκελ, τονίζοντας πως με την ονομασία “Βόρεια Μακεδονία” δημιουργείται σαφήνεια και πως από τη συμφωνία δεν θα ωφεληθεί μόνο η Ελλάδα και η “Βόρεια Μακεδονία” αλλά όλη η Ευρώπη.
Την ετοιμότητα του ΝΑΤΟ να υποδεχθεί την πΓΔΜ, με την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών είχε εκφράσει από τον περασμένο μήνα ο γενικός γραμματέας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ λέγοντας: «Μόλις γίνει αυτό, είμαστε έτοιμοι να υπογράψουμε το πρωτόκολλο προσχώρησης και να καλωσορίσουμε την πΓΔΜ ως το 30ο μέλος της Συμμαχίας».
Σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Επίτροπος Διεύρυνσης Γιοχάνες Χαν είχε μιλήσει από τον Νοέμβριο για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την πΓΔΜ τον φετινό Ιούνιο, με προϋπόθεση κι εδώ την υλοποίηση της Συμφωνίας. Την είχε μάλιστα χαρακτηρίσει «παράδειγμα για όλη την ΕΕ».
Αξιολογώντας όλα τα παραπάνω, η Συμφωνία των Πρεσπών φαίνεται να δίνει στα χέρια της Ελλάδας ένα «όπλο» απέναντι στην απειλή της τουρκικής προκλητικότητας. Περιορίζοντας την τουρκική επιρροή και φέρνοντας την πΓΔΜ πιο κοντά στην ευρωπαϊκή «ομπρέλα», κερδίζει έδαφος στη διπλωματική και γεωπολιτική σκακιέρα. Η επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα Βαλκάνια μπορεί εν ολίγοις να κριθεί από τις πρωτοβουλίες που ενδεχομένως θα στηριχτούν στη Συμφωνία και θα μπορέσουν, με σωστά και μελετημένα βήματα, να εδραιώσουν περαιτέρω και να ενισχύσουν τον ρόλο της χώρας τόσο έναντι της γειτονικής Τουρκίας όσο και εν γένει στην περιοχή.