Το μήνυμα πως η Ελλάδα, με εγρήγορση και νηφαλιότητα, επιβεβαιώνει ότι τα εθνικά μας δίκαια είναι εξασφαλισμένα, όχι μόνο από την αναβάθμιση της διεθνούς θέσης της, αλλά και από την αποτρεπτική δύναμη των Ενόπλων Δυνάμεων, έστειλε μετά το τέλος του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος.
Εστιάζοντας περαιτέρω στα ελληνοτουρκικά ζητήματα, ο κ. Κατρούγκαλος ανέφερε πως επιβεβαιώθηκε η πάγια θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ότι επειδή τα εθνικά μας δίκαια είναι αγκυροβολημένα στη διεθνή νομιμότητα, η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να επενδύει σε κλιμάκωση της φραστικής ρητορικής και πολεμικής. «Η άλλη πλευρά είναι που χρειάζεται τις ρητορικές εξάρσεις και τις κενές προκλήσεις» συμπλήρωσε, επειδή έχει μία πολιτική αναθεωρητισμού απέναντι στο διεθνές δίκαιο.
Σε ερώτηση εάν η δήλωση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας έχει τη στήριξη της πολιτικής ηγεσίας, ο κ. Κατρούγκαλος απάντησε «έχουμε απόλυτη ταύτιση με τον αρχηγό του ΓΕΕΘΑ» και πρόσθεσε πως η Ελλάδα δεν έχει κανένα συμφέρον να οξύνει την πολιτική ρητορική, αλλά από την άλλη πλευρά ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ έστειλε ένα σαφές σήμα για την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων, όπως έπρεπε να κάνει.
Παράλληλα, τόνισε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να υπάρχει ένα κλίμα εθνικής ομοψυχίας για τα κρίσιμα εθνικά μας ζητήματα, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ειδική αναφορά έγινε στο ΕΣΕΠ και στο θέμα της προστασίας της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, σημείωσε ο κ. Κατρούγκαλος, «ενόψει του νόμου με τρόπο απαράδεκτο, αντίθετο με την ευρωπαϊκή νομιμότητα». Διεμήνυσε πως δεν αναφέρεται μόνο στις υποχρεώσεις της Αλβανίας για την ενταξιακή της προοπτική στην ΕΕ, αλλά τις γενικότερες υποχρεώσεις της απέναντι στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ταυτόχρονα, επιβεβαίωσε ότι η Ελλάδα θεωρεί πως πρέπει να προστατευτούν και οι διμερείς σχέσεις και σημείωσε: «Καλέσαμε επανειλημμένα την άλλη πλευρά για τον σκοπό αυτό, την αλβανική κυβέρνηση να το πάρει αυτό σοβαρά υπόψη». Εξίσου, επανέλαβε πως η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Αλβανίας και των άλλων χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, με την αυτονόητη προϋπόθεση εκ μέρους της του σεβασμού του ευρωπαϊκού θεσμικού κεκτημένου, του διεθνούς δικαίου και των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας, που ως ιστορική εθνική μειονότητα έχει ρίζες και δικαιώματα που έχουν όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες.
Όσον αφορά τη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, ο κ. Κατρούγκαλος χαρακτήρισε ουσιαστική και νηφάλια τη συζήτηση, σε πνεύμα εθνικής συνεννόησης παρά τη διαφορά απόψεων που καταγράφηκε. Επίσης, σημείωσε πως το ΕΣΕΠ δεν ήταν έκτακτο αλλά προγραμματισμένο γιατί, όπως είπε, ήθελε να ενημερώσει τους εκπροσώπους των κομμάτων για πολύ σημαντικές πρόσφατες εξελίξεις, με σημαντικότερη στρατηγική την αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων στο πλαίσιο του Στρατηγικού Διαλόγου.
Παράλληλα, ο κ. Κατρούγκαλος επεσήμανε πως ενημέρωσε το ΕΣΕΠ για μία σειρά από θέματα των τριμερών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης στην Ανατολική Μεσόγειο, σε συνδυασμό με τον Στρατηγικό Διάλογο με τις ΗΠΑ. Στη συνέχεια υπογράμμισε ότι ο Στρατηγικός Διάλογος όχι απλώς αναδεικνύει ότι η σχέση μας με τις ΗΠΑ είναι στο καλύτερο σημείο από ποτέ, αλλά αντανακλά και την επιβεβαίωση ότι η Ελλάδα δεν είναι απλώς σταθερή χώρα, αλλά εξάγει σταθερότητα και ειρήνη στην περιοχή.
Ακόμη, έκανε γνωστό πως στη συνεδρίαση συζητήθηκε και το Μακεδονικό, απαντώντας σε ερωτήσεις που αφορούσαν διαδικαστικές πλευρές της κύρωσης της Συμφωνίας. Ειδικότερα, ανέφερε ότι επιβεβαιώθηκε -και από τις πρόσφατες τροπολογίες στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης- πλήρως η θέση της Ελλάδας, ότι η συμφωνία κατοχυρώνει ιθαγένεια και όχι εθνότητα. Εξέφρασε, μάλιστα, τη βεβαιότητά του ότι με αίσθηση εθνικής ευθύνης η πλειοψηφία του ελληνικού Κοινοβουλίου θα κυρώσει αυτήν τη συμφωνία.
Τέλος, ανέφερε πως όλοι οι συμμετέχοντες υπογράμμισαν «τη σημαντική συμβολή του Νίκου Κοτζιά στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής και όλοι καταδίκασαν απερίφραστα τις πρόσφατες απειλές εναντίον του».