Άλλο πράγμα είναι οι απαιτούμενες συναινέσεις για να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές και να ξεπεράσει η χώρα την κρίση κι άλλο ζήτημα είναι η μετεκλογική συνεργασία, όπως τονίζει ο πρώην υπουργός και ηγετικό στέλεχος του Κινήματος Αλλαγής Φίλιππος Σαχινίδης σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Να μην μπερδεύουν την αξιακή πολιτική επιλογή για ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις που έχει ανάγκη η χώρα με τη συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί στην πρόταση μας για συναινέσεις περιλαμβάνεται και η ΝΔ» υπογραμμίζει ο κ. Σαχινίδης και τονίζει ότι το Κίνημα Αλλαγής θα πρέπει να επικεντρωθεί στην αυτόνομη πορεία του για να αποκτήσει ισχυρό ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις καθώς, όπως αναφέρει, είναι «αναγκαία η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ».
Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι η πραγματική σύγκρουση σήμερα στην Ελλάδα είναι μεταξύ των προοδευτικών δυνάμεων, που θέλουν να κατεδαφίσουν το πελατειακό κράτος και να οικοδομήσουν ανοικτούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς και των δυνάμεων που επιδιώκουν να κτίσουν το δικό τους πελατειακό κράτος και να συντηρούν κλειστούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς και τον παρεοκρατικό καπιταλισμό. «Στις πρώτες δυνάμεις ανήκει το Κίνημα Αλλαγής. Στις δεύτερες ανήκουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ» λέει.
Αναφερόμενος στη πρωτοβουλία της Φώφης Γεννηματά για συνταγματική αναθεώρηση επισημαίνει ότι η ΝΔ δεν το έπραξε το 2013 ενώ μπορούσε. «Δεν έχουμε το περιθώριο σήμερα να καθυστερήσουμε άλλο. Πιστεύω ότι αυτό έγινε κατανοητό και από τον κ. Μητσοτάκη και για αυτό τροποποίησε την αρχική του στάση» εξηγεί.
Για την επόμενη ημέρα μετά την ολοκλήρωση του μνημονίου ο Φίλιππος Σαχινίδης θεωρεί λάθος το δίλημμα «πιστοληπτική γραμμή ή αποθεματικό» γιατί η χώρα θα είναι προστατευμένη μόνο αν ολοκληρωθούν οι αναγκαίες αλλαγές και προχωρήσει η αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου.
Επίσης επισημαίνει ότι μόνο έτσι θα ανακτηθεί η χαμένη αξιοπιστία για να «διεκδικήσουμε την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους ώστε να καταστεί δυνατή η μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα από 3,5% του ΑΕΠ σε 2% από το 2019. Η μείωση αυτή θα δημιουργήσει τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο για φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις. Αυτές σε συνδυασμό με την επίλυση του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους και ένα Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων, που θα επιταχύνει τον μετασχηματισμό της οικονομίας με ενίσχυση του τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών, θα διευκολύνουν την προσέλκυση ιδιωτικών εγχώριων και ξένων επενδύσεων».
«Με την έξοδο από τα μνημόνια δεν σημαίνει ότι θα έχουμε οριστική και ασφαλή έξοδο από την κρίση με μετάβαση σε διατηρήσιμη ανάπτυξη» τονίζει. «Για να περάσουμε σε διατηρήσιμη ανάπτυξη πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που μας οδήγησαν στην κρίση του 2009. Κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει προχωρήσει στο επιθυμητό βαθμό αν εξαιρέσουμε τα δύο πρώτα χρόνια της κρίσης, που έγιναν αρκετά τολμηρά βήματα. Αντίθετα, βλέπουμε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να κτίζει ένα νέο πελατειακό κράτος με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα και την οικονομία. Οκτώ χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου δεν υπάρχει ούτε μια χώρα στην Ευρώπη διατεθειμένη να προσφέρει νέο φθηνό δανεισμό στην Ελλάδα για άλλη μια τριετία. Άρα, δεν μπορεί να υπάρξει τέταρτο μνημόνιο» καταλήγει.