Υπόμνημα με τις προτάσεις του, σχετικά με τις «αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να γίνουν» για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, ώστε να υπάρχει πλήρης διαφάνεια, κατέθεσε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο υπουργός Εσωτερικών Τάσος Γιαννίτσης.
Ο κ. Γιαννίτσης απέκλεισε το ενδεχόμενο νομοθετικής πρωτοβουλίας για το πολιτικό χρήμα στην παρούσα Βουλή, αν δεν υπάρχει η στήριξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ενώ χαρακτήρισε θέμα «ηθικής πολιτικής» τη μείωση της κρατικής επιχορήγησης, προτείνοντας να φτάσει στο 20%.
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κυβέρνηση δεν διαθέτει δική της, αυτοτελή κοινοβουλευτική δύναμη, δεν μπορεί να περάσει τίποτα χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας», σημείωσε ο κ. Γιαννίτσης.
Ο υπουργός Εσωτερικών υποστήριξε ότι «η κρατική επιχορήγηση οφείλει να παραμείνει βασική πηγή χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, τα οποία ωστόσο πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και βεβαίως τις δημοσιονομικές μας δυνατότητες. Ιδιαίτερα πρέπει να λάβουν υπ’ όψη ότι κάθε κοινωνική ομάδα έχει υποστεί σοβαρές θυσίες, λόγω των δημοσιονομικών και άλλων ανισορροπιών».
Ο κ. Γιαννίτσης προτείνει μείωση κατά 20% του ποσού κρατικής επιχορήγησης που εισπράττουν τα κόμματα, με βάσει τον απολογισμό και όχι τον προϋπολογισμό του 2010-2011.
Όπως εξήγησε υπολογίζεται ότι η μείωση θα κατεβάσει την κρατική επιχορήγηση από τα 54 εκατ. ευρώ που ήταν το 2011 -ή τα 48,8 εκατ. ευρώ του 2010- στα περίπου 40 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Στο υπόμνημα του, ο υπουργός Εσωτερικών προτείνει ακόμα:
«- Να μειωθεί η χρηματοδότηση των κομμάτων για έρευνα και επιμόρφωση κατά ποσοστό 30%, για όσο διάστημα ο κρατικός προϋπολογισμός είναι ελλειμματικός.
– Η έκτακτη προεκλογική χρηματοδότηση των κομμάτων να χορηγείται άπαξ κάθε τέσσερα χρόνια και το ύψος της να καθορίζεται ονομαστικά ως συγκεκριμένο (ονομαστικό) ποσό, το οποίο να είναι κατά ένα ποσοστό χαμηλότερο από αυτό που θα χορηγούνταν σήμερα με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.
– Η καταβολή της κρατικής χρηματοδότησης να διενεργείται τμηματικά σε τέσσερις δόσεις, ανά τρίμηνο και σε προκαθορισμένες ημερομηνίες
– Να διαμορφώνεται η κρατική χρηματοδότηση όχι ως ποσοστό επί των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού, όπως ισχύει σήμερα, αλλά ως συγκεκριμένο ποσό που καθορίζεται ονομαστικά στο νόμο. Το ποσό θα παραμένει σταθερό για μια πενταετία και δεν θα μπορεί να ξεπερνά το ύψος της χρηματοδότησης που θα λάμβαναν τα κόμματα εάν διατηρούνταν η υφιστάμενη σήμερα ρύθμιση».
Ο υπουργός Εσωτερικών, εκφράζει επιφυλάξεις «για το ζήτημα των δημόσιων παροχών σε είδος, όπως η υποχρεωτική δέσμευση χρόνου προβολής στα ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα, πέραν της προεκλογικής περιόδου, καθώς ανακύπτουν ζητήματα ελευθερίας του Τύπου» και εκτιμά ότι η όποια δημόσια παροχή σε είδος προς τα κόμματα «θα πρέπει να συνυπολογίζεται ως ποσό στο ύψος της χορηγούμενης κρατικής χρηματοδότησης, όπως για παράδειγμα, αποσπασμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες».
Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση των κομμάτων από ιδιώτες, τονίζει την ανάγκη «πλήρους διαφάνειας με όρους που δεν θα θίγουν την εσωτερική λειτουργία των κομμάτων», και προτείνει, μεταξύ άλλων:
«- Δυνατότητα χρηματοδότησης των κομμάτων από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με την προϋπόθεση ότι η χρηματοδότηση αυτή είναι οπωσδήποτε ονομαστικοποιημένη και δημοσιοποιείται στο διαδίκτυο εφόσον ξεπερνά ένα ορισμένο όριο.
– Δυνατότητα λήψης από τα κόμματα παροχών σε είδος από ιδιώτες, όπως η παραχώρηση της χρήσης ακινήτου αλλά ονομαστικοποιημένα».
Ο κ. Γιαννίτσης χαρακτήρισε «κρίσιμης σημασίας τη διαδικασία ελέγχου της χρηματοδότησης των κομμάτων», σημειώνοντας ότι θα μπορούσε να εξεταστεί η συμμετοχή ενός-δύο μη κοινοβουλευτικών έμπειρων επιστημόνων σε ζητήματα οικονομικών ελέγχων στην Επιτροπή Ελέγχου, η οποία σε κάθε περίπτωση «πρέπει να μπορεί να συνεργάζεται με οποιαδήποτε ελεγκτική αρχή κρίνει αναγκαίο, ενώ στους ελέγχους που διενεργούνται για λογαριασμό της δεν μπορεί να προβληθεί το οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό ή φορολογικό απόρρητο» και τα αποτελέσματα της θα πρέπει να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο με τρόπο και σε χρόνο που η ίδια η Επιτροπή κρίνει».
Ο υπουργός Εσωτερικών, χαρακτήρισε επίσης αναγκαία την αντιμετώπιση του ζητήματος της τραπεζικής δανειοδότησης, καθώς, όπως είπε, «έχει λάβει σοβαρές διαστάσεις και αποτελεί ένα επιπλέον πεδίο σφοδρής κριτικής από τους πολίτες», σπεύδοντας να διευκρινίσει, όμως, ότι απαιτείται η συνεργασία του υπουργείου Οικονομικών.
Ο κ. Γιαννίτσης πάντως προτείνει να υπάρξει συμφωνία για τα ήδη συναφθέντα μεταξύ κομμάτων, υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών που έχουν δανείσει κόμματα και με κατεύθυνση:
«- Το 60% των εκάστοτε επιχορηγήσεων να παρακρατείται και να καταβάλλεται από το δημόσιο στις τράπεζες μέχρι την πλήρη αποπληρωμή του υπολοίπου του δανείου.
– Η συμφωνία αυτή επ’ ουδενί δεν θα αποτελεί εγγύηση ανάληψης του δανείου από το δημόσιο και σε καμιά περίπτωση δεν θα ερμηνευτεί ότι μπορεί να επηρεάσει με οποιονδήποτε τρόπο μελλοντικές κυβερνητικές αποφάσεις σχετικές με τη χρηματοδότηση των κομμάτων.
– Θα υπάρχει απαγόρευση της σύναψης νέων δανείων με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση μέχρι, τα κόμματα που υπαχθούν στην εν λόγω ρύθμιση, αποπληρώσουν τα χρέη τους και
– Τα κόμματα δεν θα μπορούν να εκχωρούν ως εγγύηση στις τράπεζες για πρόσθετο δανεισμό την κρατική επιχορήγηση πέραν του τρέχοντος ημερολογιακού έτους».
Ο κ. Γιαννίτσης ανέφερε πως τα βασικά σημεία διαφωνίας μεταξύ των κομμάτων είναι τρία:
– Η ενδεχόμενη διεύρυνση του ελεγκτικού μηχανισμού και η δυνατότητά του να έχει πρόσβαση στα στοιχεία των φυσικών προσώπων που συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων.
– Η συνάρτηση της κρατικής χρηματοδότησης είτε από τη συμμετοχή του εκλογικού σώματος στην εκλογική διαδικασία, είτε από το ύψος της ιδιωτικής χρηματοδότησης, είτε από την πορεία του δημοσιονομικού ελλείμματος.
– Η δυνατότητα χρηματοδότησής τους από νομικά πρόσωπα, η υιοθέτηση φοροαπαλλαγών για τις ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις και η συμμετοχή τους σε επιχειρήσεις.
Όσον αφορά τα σημεία πιθανής συμφωνίας μεταξύ τους, ο υπουργός προσδιορίζει:
– Το ύψος της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης για τα επόμενα χρόνια και τον τρόπο της καταβολής της.
– Την ενίσχυση της ιδιωτικής χρηματοδότησης με όρους διαφάνειας.
– Τους όρους της επιτρεπόμενης τραπεζικής δανειοδότησης των κομμάτων και τον τρόπο ρύθμισης των υφιστάμενων χρεών τους προς τις τράπεζες.