Μια ανάρτηση – σχόλιο για τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και τις δημοσκοπήσεις και τις προβλέψεις του ανάρτησε στον λογαριασμό του στο Facebook ο υπουργός Επικρατείας, Χριστόφορος Βερναρδάκης.

Αναλυτικά η ανάρτηση του υπουργού:

«H νίκη Τράμπ δεν αποτελεί έκπληξη. Υπήρχαν αναλύσεις και δεδομένα που τεκμηρίωναν την εκδοχή ότι η εκλογή του ήταν πολύ πιθανότερη από αυτήν της Κλίντον. Μπορείτε παραδείγματος χάριν να βρείτε στον τοίχο μου με ημερομηνία 30/10 την ανάρτηση υπό τον τίτλο “τα 13 κλειδιά του Λευκού Οίκου”, στην οποία παρουσιάζεται η μέθοδος Lichtman, μια μεθοδολογία πρόβλεψης της προεδρικής εκλογής των ΗΠΑ, η οποία “έδειχνε Τραμπ” όσο πιο καθαρά γινόταν.

Τα αναφέρω όλα αυτά γιατί θα γίνει σήμερα μια μεγάλη συζήτηση για τις δημοσκοπήσεις και τις προβλέψεις τους. Και επ’ αυτού χρειάζεται να γίνει ένας βασικός σχολιασμός, αφού το φαινόμενο των αποτυχημένων δημοσκοπήσεων επαναλαμβάνεται σε ολόκληρο τον κόσμο και, βεβαίως, στην Ελλάδα.

Οι δημοσκοπήσεις είναι κάτι σαν τα “σπίτια” ή τα “αυτοκίνητα”. Υπάρχουν σπίτια μεγάλα και μικρά, υπάρχουν σπίτια παλιά και καινούργια, υπάρχουν με κήπο και χωρίς κήπο, υπάρχουν διαμερίσματα και μονοκατοικίες, κοκ. Το ίδιο και τα αυτοκίνητα. Υπάρχουν γρήγορα και αργά, καινούργια και παλιά, διαφορετικού κυβισμού, κοκ. Αυτό ακριβώς ισχύει και με τις δημοσκοπήσεις. Υπάρχουν δημοσκοπήσεις που βασίζονται στην εφαρμογή επιστημονικών υποδειγμάτων εργασίας (πάντοτε ωστόσο διαψεύσιμων) και υπάρχουν και δημοσκοπήσεις αφόρητου εμπειρισμού που κατά κανόνα είναι χειραγωγικές ή χειραγωγήσιμες. Κυριάρχησε σταδιακά η δεύτερη κατηγορία, ακολουθώντας τη μετάλλαξη του συνόλου σχεδόν της δημοσιογραφίας σε ένα παρακολούθημα του εκάστοτε καθεστωτισμού. Όπως δηλαδή η δημοσιογραφία από δύναμη ελεγκτική της εξουσίας μεταβλήθηκε σε υποστηρικτικό μοχλό της εξουσίας (και μάλιστα της πιο “αφανούς”), έτσι και οι δημοσκοπήσεις εξελίχτηκαν από ένα ερευνητικό εργαλείο υποκείμενο σε πάμπολλες υποθέσεις εργασίας σε ένα χειραγωγικό εργαλείο εξυπηρέτησης πολιτικών, οικονομικών και επικοινωνιακών συμφερόντων.

Στις ΗΠΑ – όπως πολλές φορές σε πολλές χώρες τα τελευταία είκοσι χρόνια – η τεράστια επιστημονική και ερευνητική υποδομή της χώρας “εξαναγκάστηκε” σε υποβιβασμό, γιατί το αφήγημα των καθεστωτικών οικονομικών ελίτ – είτε ανήκαν στους ρεπουμπλικάνους είτε στους δημοκρατικούς – έπρεπε να στηρίξει την Χίλαρυ, αρχικά εναντίον του Σάντερς και έπειτα εναντίον του Τραμπ. Και έφτανε στο σημείο να ρισκάρει τη “φήμη” εταιρειών και αναλυτών, κρίσιμο κατά τα άλλα μέγεθος στην ιδεολογία του ελεύθερου ανταγωνισμού, μόνο και μόνο για να “πείσει” επικοινωνιακά ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσει ο Τραμπ. Το ίδιο σενάριο έχουμε δει πολλές φορές και στη χώρα μας, από τη δεκαετία του 2000 και έπειτα. Και κάθε φορά που διαψεύδονται οι δημοσκοπήσεις και δικαιώνονται οι “αιρετικοί” μου έρχεται στο νου μια φράση του Ρεζίς Ντεμπρέ, από το βιβλίο του με τις συνομιλίες που είχε με τον Αλλιέντε: Κάθε γεγονός που αρνηθήκαμε να το δούμε και να μελετήσουμε τις αιτίες του εμφανίζεται στην ιδεοληψία μας ως “έκπληξη”…».

xristvern