«Από σήμερα το βράδυ, η απλή αναλογική θα είναι νόμος του κράτους», τονίζει η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά 90,1 FM».
Αποκρούοντας αιτιάσεις περί «πύρρειου» νίκης της κυβέρνησης εφόσον δεν συγκεντρωθούν 200 ψήφοι, επισήμανε ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτυχία της κυβέρνησης, ιδιαίτερα δε όταν γίνεται νόμος του κράτους με αυξημένη πλειοψηφία, περισσότερο από τους 153 βουλευτές της συγκυβέρνησης.
«Βεβαίως, η πρόθεσή μας ήταν να ανοίξει ο δρόμος μιας προοδευτικής μεταρρύθμισης και είχαμε την εκτίμηση ότι αυτό ήταν εφικτό με δεδομένο τις θέσεις αρχής, τις οποίες είχαν προβάλει και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης», σημείωσε, αναφερόμενη κατά κύριο λόγο στο ΠΑΣΟΚ, δεδομένου ότι το Ποτάμι έχει ξεκαθαρίσει εξ αρχής ότι μιλούσε για bonus, διαφορετικό βεβαίως, αλλά bonus. Είπε ότι αυτό «είναι δραματική ήττα του κόσμου του ΠΑΣΟΚ, με δεδομένη την πάγια θέση που την εξέφρασε και η πρόεδρος, η κυρία Γεννηματά, η οποία είχε μιλήσει πρόσφατα για εκλογικό νόμο που θα στηρίζεται στην απλή αναλογική, χωρίς διχαστικά bonus, τα οποία δημιουργούν, παρά επιλύουν αδιέξοδα», ενώ επίσης πριν ένα χρόνο το ΠΑΣΟΚ είχε καταθέσει και σχετική πρόταση νόμου για την κατάργηση του bonus των 50 εδρών. «Επομένως», τόνισε, «αυτό το οποίο συμβαίνει σήμερα είναι μια μεγάλη οπισθοχώρηση ενός πολιτικού φορέα, ο οποίος θέλει να ανήκει στον προοδευτικό προσανατολισμό. Δεν βλέπουμε, όμως, την αντίστοιχη συμπεριφορά. Αντιθέτως, βλέπουμε ένα ΠΑΣΟΚ δεμένο στο άρμα της Νέας Δημοκρατίας». Στο ίδιο πνεύμα, χαρακτήρισε υποκριτική τη στάση του ΠΑΣΟΚ. Υπογράμμισε ότι βεβαίως αυτό «δεν θα ανακόψει την πορεία της χώρας. Απλώς, δεν θα έχουμε στις επόμενες εκλογές το σύστημα της απλής αναλογικής».
Ερωτηθείσα αν το γεγονός ότι η Ένωση Κεντρώων ψηφίζει τον εκλογικό νόμο την καθιστά εκ των πραγμάτων δυνητικό κυβερνητικό εταίρο, η κυβερνητική εκπρόσωπος τόνισε ότι «δεν υπάρχουν τέτοια ζητήματα ανοιχτά. Αυτά τα ζητήματα έχουν κλείσει όταν έγινε η συγκυβέρνηση μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου». Πρόσθεσε πως όταν συμπίπτει μια άποψη μεταξύ δύο πολιτικών χώρων, δεν σημαίνει και ότι αυτομάτως αυτό ανοίγει και έναν δρόμο συγκυβέρνησης. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να συζητάμε τέτοια θέματα. Δεν υπάρχουν, δεν προκύπτουν τέτοια ζητήματα», σημείωσε.
Τη Δευτέρα από τον Αλ. Τσίπρα οι βασικές κατευθύνσεις για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος είπε ότι οι βασικές κατευθύνσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση θα αναγγελθούν από τον Πρωθυπουργό τη Δευτέρα και σημείωσε ότι αυτός ο διάλογος που θα ανοίξει «προφανώς, θα συνεχιστεί και θα εμβαθυνθεί σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα με έναν πολύ μεγάλο διάλογο».
Ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως και το θέμα των δημοψηφισμάτων είναι ένα θέμα που θα απασχολήσει αυτή καθ’ αυτή τη συνταγματική αναθεώρηση, τονίζοντας πως κατά την άποψη της κυβέρνησης «η ενίσχυση της λαϊκής παρέμβασης με θεσμούς άμεσης δημοκρατίας θα πρέπει να είναι στόχος στη συνταγματική αναθεώρηση, όπως και η ενίσχυση της αυτονομίας του Κοινοβουλίου απέναντι στην εκτελεστική εξουσία». Είπε ότι ο διάλογος θα ανοίξει σε πολύ περισσότερους τομείς από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, «που και αυτό είναι ένα θέμα στο οποίο θα γίνει πρόταση από πλευράς μας τις επόμενες ημέρες, όπως σας είπα. Ακόμα δεν έχει αποτυπωθεί η δική μας πρόταση απέναντι σε αυτό…». Στο ερώτημα αν μπορεί αυτό να μην είναι στις κυβερνητικές προτάσεις, ανέφερε: «Θα το δούμε, αλλά σε κάθε περίπτωση οι αποφάσεις δεν είναι αυτής της στιγμής. Αυτή τη στιγμή θα ανοίξει ο διάλογος και από τον Πρωθυπουργό θα μπουν οι κατευθύνσεις το πώς εμείς το εννοούμε».
Για την αναδιάρθρωση του χρέους
Ως προς το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους, με αφορμή και την επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΟΙΚ Τζακ Λιου στην Αθήνα και τις δηλώσεις που έχει κάνει επί του θέματος, η κ. Γεροβασίλη τόνισε ότι ο κ. Λιου πραγματικά συμβάλλει στο να προχωρήσει αυτή η συζήτηση και εκτιμά ότι σήμερα είναι κρισιμότερο από ποτέ να αναδιαρθρωθεί, με δεδομένο και μια αποσταθεροποίηση της περιοχής.
Σημείωσε ότι το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους έχει τεθεί, όχι σε θεωρητικό επίπεδο, και πως για πρώτη φορά αποτυπώθηκε και στην περίοδο της πρώτης αξιολόγησης του Μαΐου. Θύμισε ότι η κυβέρνηση και από πέρυσι με βάση τη συμφωνία που υπεγράφη το καλοκαίρι του 2015, βάζει επιτακτικά το θέμα ότι είναι απαραίτητη η αναδιάρθρωση του χρέους προκειμένου να πετύχει το οποιοδήποτε πρόγραμμα εφαρμόζεται στη χώρα. Επισήμανε επιπλέον, ότι υπάρχουν οι φωνές και από τις ευρωπαϊκές χώρες και από τους θεσμικούς παράγοντες περί ανάγκης αναδιάρθρωσης του χρέους.
Για τους 8 Τούρκους
Ως προς το ζήτημα με τους 8 Τούρκους, η κ. Γεροβασίλη είπε ότι «η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι σταθερή από την πρώτη στιγμή, με την έννοια ότι, έγινε αντιληπτό και διατυπώθηκε και από τον Πρωθυπουργό και στις συνομιλίες που είχε και με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και με τον Πρωθυπουργό, γιατί η Τουρκία ζητά την έκδοση των Τούρκων στρατιωτικών. Είναι, επομένως, αντιληπτό το αίτημα της Τουρκίας». «Και εμείς», είπε, «αν κάποιοι είχαν κάνει απόπειρα πραξικοπήματος στη χώρα μας, προφανώς θα θέλαμε να τους δικάσουμε. Αυτό είναι κατανοητό».
«Από την άλλη», σημείωσε, «η ελληνική πλευρά, προφανώς θα ακολουθήσει όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται και από το ελληνικό και από το διεθνές δίκαιο» και «οι αποφάσεις θα ληφθούν και από την Επιτροπή Ασύλου, αλλά και από τους δικαστές και στη συζήτηση για την έκδοση και στη συζήτηση για την απέλαση, κατά την αυτόφωρη διαδικασία, λόγω της παράνομης εισόδου στη χώρα». Αποφάσεις, όπως είπε, που θα είναι βασισμένες πάντα στο διεθνές, αλλά και το ελληνικό δίκαιο. «Αυτή είναι η σταθερή πάγια θέση της χώρας», τόνισε και πρόσθεσε ότι «βεβαίως, βλέπουμε και στη γειτονική χώρα, λόγω της αποσταθεροποίησης που έχει υπάρξει από το αποτυχόν πραξικόπημα, τα ζητήματα της Δημοκρατίας τα οποία προκύπτουν».
«Όλα αυτά νομίζω ότι θα συνεκτιμηθούν από δικαστικούς κυρίως. Επίσης, από την πλευρά μας μπορούμε να μιλάμε πολιτικά βεβαίως…», είπε η κ. Γεροβασίλη.
Η κυβερνητική εκπρόσωπος επισήμανε ότι «είναι πολύ σημαντική η σχέση μας με τη γειτονική χώρα από πάντα, αλλά και σήμερα» και ειδικά σήμερα που οι δύο χώρες, αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Τουρκία υλοποιούν και τη συμφωνία για το Προσφυγικό, οι στιγμές είναι κρίσιμες και ιδιαίτερα ευαίσθητες.