Επίθεση στο υπουργείο Πολιτισμού εξαπολύει η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ) με ανακοίνωσή της που έχει τον τίτλο «Το κατάμαυρο μέλλον των πνευματικών δικαιωμάτων».
Αφορμή αποτελεί το σχέδιο νόμο «Νόμος για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων και για τη χορήγηση πολυεδαφικών αδειών για επιγραμμικές χρήσεις μουσικών έργων και άλλα πολιτιστικά θέματα» που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή.
Σύμφωνα την ανακοίνωση της ΑΕΠΙ, «ο διάλογος, η γόνιμη αντιπαράθεση, απόψεων, οι ανοικτές συζητήσεις και η έγγραφη κατάθεση προτάσεων που λαμβάνονται σοβαρά υπ ΄όψιν και δεσμεύουν τους φορείς άσκησης της κρατικής λειτουργείας είναι ο κανόνας που επικρατεί σε ΟΛΕΣ τις Ευρωπαϊκές χώρες που εκλήθησαν να εκσυγχρονίσουν και εναρμονίσουν την εσωτερική νομοθεσία τους τη σχετική με τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα και τους οργανισμούς της Συλλογικής τους διαχείρισης και Προστασίας. Αυτονοήτως μία τέτοια διαδικασία αναμενόταν και στη χώρα μας λόγω ακριβώς της κρισιμότητας και της πολυπλοκότητας του εγχειρήματος.
Αντ’ αυτού επιχειρήθηκε η νύκτωρ συγγραφή πονήματος από τον ΟΠΙ (σ.σ. Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας) που υποδύεται τον χαρακτήρα “σχεδίου Νόμου”, θαυμαστού καθ’ όλα για τη Νομική του ασυναρτησία, υποδειγματικού ως προς την αντισυνταγματικότητα του σε πολλές από τις περιλαμβανόμενες “ρυθμίσεις” του και αξιομνημόνευτου για τη χονδροειδή στρέβλωση του περιεχόμενου της Κοινοτικής Οδηγίας σε όλες σχεδόν τις “διατάξεις” του.
Χωρίς συζήτηση, δίχως την αποστολή ερωτημάτων, χωρίς τη συγκρότηση ομάδων εργασίας από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, χωρίς δημόσιο διάλογο αποφασίσθηκε η ανάρτηση στο διαδίκτυο του νομικού αυτού εξαμβλώματος, προσχηματικά σε περίοδο εορτών και για ελάχιστο χρονικό διάστημα ώστε να ονομασθεί, κατ’ ευφημισμόν “δημόσια διαβούλευση”! Η διαύγεια, η δημοκρατικότητα, το κοινωνικό συμφέρον, η πολιτιστική δημιουργία δεν υπήρξαν ποτέ το ισχυρό σημείο αυτού του ιδιότυπου Οργανισμού αλλά παραμένει απορίας άξιον γιατί οι συντάκτες του “νομοσχεδίου” στρεβλώνουν την Οδηγία παρεμβάλλοντας αυθαίρετα διατάξεις, που αντιστρατεύονται την κοινοτική νομοθεσία, υπονομεύουν τις πρόνοιες της Οδηγίας για την προστασία των δημιουργών και “νομοθετούν” διακρίσεις μεταξύ των Οργανισμών.
Σε κάθε περίπτωση, η ευθύνη του ΥΠΠΟ είναι βαρύτατη τόσο για την επαπειλούμενη κοινωνική αναστάτωση, που θα επιφέρει η τυχόν ψήφιση τέτοιου Νομοθετήματος, όσο και για τις οδυνηρές δοκιμασίες που θα υποστούν οι οδηγούμενοι στην ανέχεια και την εξαθλίωση πνευματικοί δημιουργοί:
Καθόλου συμπτωματική δεν είναι η επιδιωκόμενη απώλεια του απόλυτου και αποκλειστικού δικαιώματος του δημιουργού επί του έργου τους εφ’ όσον τους στερείται πρακτικά η δυνατότητα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τη χρήση του έργου τους.
Επίσης, η αναγκαστική εκχώρηση του έργου τους με αμοιβή που θα καθορίζουν ως “κατάλληλη” οι ίδιοι οι χρήστες και η πολυδαίδαλη και χρονοβόρα διοικητική και δικαστική διαδικασία, που θα πρέπει να ακολουθείται επαναληπτικά ανά τριετία, αποβαίνει ουσιαστικά σε δήμευση της πνευματικής τους εργασίας.
Η νομιμοποίηση Οργανισμών που δεν έχουν ως μόνο “κύριο και αποκλειστικό σκοπό” τη διαχείριση πνευματικών ή συγγενικών δικαιωμάτων αλλά και άλλες δραστηριότητες παρέχει τη δυνατότητα σε επιτηδείους να κερδοσκοπήσουν περαιτέρω υπό καθεστώς αδιαφάνειας και όρους έκνομης συναλλαγής.
Η τεχνητή διάκριση μεταξύ Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης και Ανεξαρτήτων Οντοτήτων Διαχείρισης με επιβαρυντικές, για τις δεύτερες και δυσβάσταχτες νομοθετικές ρυθμίσεις, στρεφόμενη κατά του ελεύθερου ανταγωνισμού παρεμποδίζει τους δημιουργούς να επιλέξουν ελεύθερα, κατά την κρίση τους και κατά τη διασφάλιση των συμφερόντων τους, τον αποτελεσματικότερο Οργανισμό στον οποίο και επιθυμούν να εγγράφονται.
Η ολοκληρωτική παράδοση της διοίκησης των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης αλλά και των Ανεξαρτήτων Οντοτήτων Διαχείρισης στους έχοντες το μεγαλύτερο ρεπερτόριο – και τα περισσότερα έσοδα – εκ των μελών τους κατά τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων παραδίδει κυριολεκτικά τον έλεγχο των Οργανισμών αυτών στους μεγάλους εκδότες που, κατά κανόνα, ενεργούν προς όφελος των πολυεθνικών δισκογραφικών εταιρειών, των κολοσσών των τηλεπικοινωνιών και των θυγατρικών τους. Υπ’ αυτές τις συνθήκες η εξαφάνιση του Ελληνικού ρεπερτορίου θα είναι περισσότερο από βέβαιη σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Αυτές είναι ορισμένες μόνον από τις πρόδηλα καταστροφικές συνέπειες των «διατάξεων» αυτού του ασυνάρτητου νομοθετήματος πλαισιωμένες από τις υπόλοιπες «φωτογραφικές» κατά της ΑΕΠΙ, που πρόθεση έχουν την αδρανοποίηση και εν συνεχεία τη διάλυσή της, μετά από 85 και πλέον χρόνια συνεχή έτη λειτουργίας στην πρωτοπορία της προάσπισης των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών, με πολύμοχθες προσπάθειες, πολυδάπανους δικαστικούς αγώνες, διαρκείς κοινοτικές παρεμβάσεις και αδιάλειπτη παρουσία στα διεθνή Fora.
Ερωτητέον είναι, εάν ό,τι δεν κατάφερε η Χούντα – λυσσώδης αντίπαλος της ΑΕΠΙ – θα το επιτύχει η “πρώτη φορά Αριστερά”!!!»