«Βρισκόμαστε σε μια αντιπαράθεση για το ποιος θα εφαρμόσει το νέο αντιλαϊκό μνημόνιο. Από τη μια μεριά υπάρχει η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι αυτός πρέπει να είναι που θα το εφαρμόσει, καλλιεργώντας μια ψευδαίσθηση ότι μπορεί να αμβλύνει τα σκληρά μέτρα» ανέφερε σε παρέμβασή του στην ΕΡΤ1 ο Γιάννης Γκιόκας, βουλευτής και υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος, επικαλούμενος αποστροφή υπουργών της κυβέρνησης περί «υπέρβασης του μνημονίου», έκανε λόγο για «απίστευτα σημεία εξαπάτησης και κοροϊδίας του ελληνικού λαού».
«Και η συζήτηση περί εκλογών, για αναβάπτιση της λαϊκής εντολής όπως λέγεται, ουσιαστικά θα έχει στόχο από τη μεριά της κυβέρνησης να κάνει τον λαό συνένοχο σε μια τέτοια εξέλιξη», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στη θέση της ΝΔ, για την αναγκαιότητα σχηματισμού κυβέρνησης ειδικού σκοπού, τόνισε ότι «έχουμε φτάσει σε μια τέτοια συζήτηση με ευθύνη όλων των υπόλοιπων κομμάτων, για το ποιος θα εφαρμόσει το 3ο μνημόνιο».
Είπε ότι το ΚΚΕ δεν παίρνει μέρος σε αυτήν την συζήτηση, ενώ για το κόμμα προέχει «η συζήτηση για το πώς θα οργανωθεί η πάλη του λαού σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε κλάδο, σε κάθε τμήμα του λαού που πλήττεται, γιατί δεν υπάρχει τμήμα που να εξαιρείται από αυτή την επίθεση, πώς θα οργανωθεί η αντίσταση, η πάλη ενάντια στα μέτρα, για να μπλοκαριστούν τα μέτρα».
Ο κ. Γκιόκας είπε ότι μπορεί η χώρα και ο λαός να ανταπεξέλθει μακριά από αυτήν τη συμφωνία με αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους και κοινωνικοποίηση του πλούτου και των δυνατοτήτων που έχει η χώρα, με λαϊκή εξουσία.
«Αυτό είναι το εναλλακτικό σχέδιο. Αν γίνει συνείδηση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, τότε πραγματικά μπορεί να πυροδοτήσει ένα κίνημα μαχητικό, που όχι μόνο θα βάλει φρένο στα αντιλαϊκά μέτρα που έρχονται, αλλά και θα δρομολογήσει εξελίξεις για ριζικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο λαός και η χώρα» πρόσθεσε ο κ. Γκιόκας.
Ερωτηθείς αν με λαϊκή εξουσία υπάρχει οικονομικό πλάνο αντοχής σε μια τέτοια εξέλιξη, είπε: «Αν στο μυαλό σας έχετε πχ μία ρήξη ”τύπου Βαρουφάκη”, αυτό είναι άλλης φύσης θέμα. Δεν αφορά το ΚΚΕ, όμως. Εμείς λέμε ότι μία εξουσία η οποία θα στηρίζεται στη δύναμη του λαού, θα ανήκει επί της ουσίας στο λαό, η οποία θα κοινωνικοποιήσει τις μεγάλες επιχειρήσεις, τον ορυκτό πλούτο, στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, τις υπαρκτές δυνατότητες που έχει η χώρα. Όμως αυτό προϋποθέτει αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση και μια σειρά τέτοιες προϋποθέσεις».
Ο κ. Γκιόκας παραδέχθηκε ότι μια τέτοια πρόταση απαιτεί ένα ορισμένο χρόνο «και προφανώς σε αυτή την πορεία θα πρέπει να υπάρχουν και αγώνες και θυσίες του λαού».
«Όμως με ορίζοντα, με φως στο τούνελ και με θυσίες που πραγματικά θα πιάσουν τόπο και θα οδηγήσουν πραγματικά στο ξέφωτο και τη λαϊκή ευημερία. Και όχι όπως σήμερα που ο λαός κάνει θυσίες, όχι εθελοντικά, τον βάζουν αναγκαστικά να τις κάνει στο βωμό ενός δρόμου ανάπτυξης, που τον οδηγεί σε δεινά» πρόσθεσε, αναφέροντας επίσης ότι «και ένα κίνημα με τέτοιο στόχο μπορεί να δώσει μια τέτοια προοπτική».
Ερωτηθείς για το νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ, εξέφρασε τις αμφιβολίες του «για το αν θα τελειώσει η ”ζούγκλα” στο χώρο των ΜΜΕ», επιφυλασσόμενος για τοποθέτηση με την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή και προσθέτοντας ότι «και με αυτό το νομοσχέδιο δεν αλλάζει ένα βασικό ζήτημα» το οποίο για το ΚΚΕ συνίσταται στο ότι «οι συχνότητες θα εξακολουθήσουν να ανήκουν σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, μπορεί να γίνει κάποια αναδιάταξη βεβαίως στην πίτα, δεν το αποκλείουμε, όμως οι συχνότητες, τα κανάλια, θα συνεχίσουν να τα λυμαίνονται μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και να φορτώνουν το όποιο κόστος στους εργαζόμενους, όπως γίνεται και τώρα».
«Είναι άλλο ζήτημα οι συχνότητες να είναι δημόσιο κοινωνικό αγαθό και να υπάρχουν πραγματικά συλλογικότητες, οι οποίες θα μπορούν να κάνουν χρήση αυτών των συχνοτήτων και είναι άλλο πράγμα οι συχνότητες να δίνονται σε μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Γιατί ο διαγωνισμός, ο οποίος θα γίνει -διεθνής κιόλας- εκεί οδηγεί, θα μπορεί και το CNN για παράδειγμα, να πάρει μέρος και να πάρει συχνότητα. Αυτό είναι άλλο πράγμα και ο νόμος εκεί οδηγεί» κατέληξε ο κ. Γκιόκας.