Ευπρόσδεκτη χαρακτήρισε ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ κάθε διμερή συνάντηση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που μπορεί να συμβάλει στην διευθέτηση της ελληνικής κρίσης, αναφερόμενος στην επίσκεψη του αυστριακού Καγκελάριου Βέρνερ Φάιμαν στην Αθήνα. Επισήμανε ότι η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ βρίσκεται σε στενή επαφή και ανταλλαγή απόψεων με άλλους ευρωπαίους ηγέτες για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, αρνήθηκε ωστόσο να αποκαλύψει αν οι δύο καγκελάριοι είχαν συνομιλήσει πριν από την συνάντηση του κ. Φάιμαν με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Ο κ. Ζάιμπερτ τόνισε ότι πιο σημαντική είναι η αυριανή μέρα, με την συνεδρίαση του Eurogroup στο Λουξεμβούργο και πρόσθεσε ότι βάση της διαπραγμάτευσης αποτελεί η κοινή θέση των τριών Θεσμών, αν και σημείωσε ότι δεν υπάρχει κάποια νέα εξέλιξη. «Είναι ξεκάθαρο ότι οι προτάσεις πρέπει να οδηγούν στο επιθυμητό διαρθρωτικό και δημοσιονομικό αποτέλεσμα», δήλωσε και επανέλαβε ότι η αλληλεγγύη της ΕΕ και του ΔΝΤ δίδεται με την προϋπόθεση της πρότασης και εφαρμογής μεταρρυθμίσεων από την άλλη πλευρά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με το εάν θα πραγματοποιηθεί έκτακτη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ, ο εκπρόσωπος της καγκελαρίου παρέπεμψε στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρόσθεσε ότι θα πρέπει πρώτα να δούμε το αποτέλεσμα του Eurogroup, αλλά εξήγησε ότι, εφόσον ζητηθεί, η κυρία Μέρκελ θα βρει ασφαλώς τον χρόνο να συμμετάσχει. Ερωτηθείς αν η Καγκελάριος, κατά την αυριανή ομιλία της στην Βουλή θα «εμπνευστεί» από το σημερινό δημοσίευμα της BILD, η οποία ζητά να ανακοινώσει την εγκατάλειψη της πολιτικής διάσωσης της Ελλάδας, ο Στέφεν Ζάιμπερτ τόνισε ότι η κυρία Μέρκελ θα μιλήσει όπως επιθυμεί η ίδια. «Ας της επιτρέψουμε να μας ξαφνιάσει», δήλωσε χαρακτηριστικά και διευκρίνισε ότι η αυριανή ομιλία δεν αφορά την Ελλάδα, αλλά την Σύνοδο Κορυφής στις 25 Ιουνίου και όλα τα θέματά της. Σε ό,τι αφορά την συνεργασία με τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, διαβεβαίωσε ότι τόσο στο θέμα της Ελλάδας όσο και στα άλλα, είναι «θαυμάσια» και σε «απόλυτη εμπιστοσύνη».
Τους τελευταίους μήνες διαπιστώσαμε ότι δεν έχουν σημασία οι συνεντεύξεις, αλλά το πώς συναντιέται ο ένας με τον άλλον στις συνομιλίες, δήλωσε ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ, απαντώντας σε ερώτηση εάν η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ εξακολουθεί να εμπιστεύεται τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μετά τις χθεσινές του δηλώσεις.
«Το αποφασιστικό είναι η Ελλάδα να συμφωνήσει το συντομότερο με τους θεσμούς ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων και μέτρων και να κάνει βήματα προς τους θεσμούς, ώστε να καταστεί δυνατή η συμφωνία», δήλωσε ο κ. Ζάιμπερτ και παρέπεμψε στις χθεσινές δηλώσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου ότι η θέση του Βερολίνου εξακολουθεί να είναι υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, αλλά η αλληλεγγύη έχει ως προϋπόθεση την πρόταση και εφαρμογή μέτρων.
Κληθείς να σχολιάσει την αυριανή επίσκεψη του κ. Τσίπρα στη Ρωσία, ο κ. Ζάιμπερτ τόνισε ότι «το πώς διαμορφώνει ο Έλληνας πρωθυπουργός το πρόγραμμά του είναι δική του υπόθεση», για να προσθέσει: «Η καγκελάριος έχει πει επανειλημμένα στο παρελθόν ότι και πρωθυπουργοί άλλων κρατών-μελών πραγματοποιούν διμερείς επισκέψεις στη Μόσχα και παραταύτα παραμένουν Ευρωπαίοι».
Από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το τι θα συνέβαινε αν μια χώρα καταψήφιζε τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας, ο Μάρτιν Σέφερ δήλωσε: «Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής ισχύει ο κανόνας της ομοφωνίας. Οι κυρώσεις είναι χρονικά περιορισμένες, και όταν εκπνεύσει ο χρόνος ισχύος τους χρειάζεται νέα απόφαση, η οποία πρέπει να είναι ομόφωνη. Αν κάποιο κράτος είναι αντίθετο, δεν μπορεί να υπάρξει ομοφωνία. Αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω κανένα στοιχείο ότι υπάρχει διάσταση απόψεων για την σχεδιασθείσα περαιτέρω πορεία».
Από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, ο κ. Γιέγκερ επανέλαβε ότι δεν υπάρχει κάποια νέα εξέλιξη στις διαπραγματεύσεις, συνεπώς και οι προσδοκίες από το αυριανό Eurogroup δεν είναι μεγάλες, αλλά τόνισε ότι στόχος είναι «να προχωρήσουμε ένα βήμα πιο μπροστά». Αρνήθηκε δε να σχολιάσει εικασίες περί καταληκτικών ημερομηνιών και υπενθύμισε ότι το τρέχον πρόγραμμα εκπνέει στις 30 Ιουνίου.
«Χρειαζόμαστε μία λύση στο πλαίσιο του ισχύοντος προγράμματος. Αυτή συνίσταται μόνο στο να κάνει τώρα η Ελλάδα ένα βήμα προς τους τρεις Θεσμούς, οι οποίοι υπέβαλαν μία εξαιρετικά γενναιόδωρη πρόταση. Εγώ μπορώ μόνο να διαπιστώσω ότι στην παρούσα στιγμή δεν υπάρχει αυτή η συμφωνία μεταξύ των Θεσμών και της Ελλάδας. Υπό αυτό το πρίσμα πηγαίνουμε με ρεαλιστικές προσδοκίες στην συνάντηση», δήλωσε.