Απαντήσεις στις αιτιάσεις για το ρόλο των κυβερνήσεών του αλλά και του ιδίου προσωπικά στην υπόθεση Siemens, που κατά κύριο λόγο έχουν διατυπωθεί από τη ΝΔ στο πόρισμά της, επιχειρεί να δώσει ο Κώστας Σημίτης.
Σε δελτίο Τύπου που εξέδωσε το γραφείο του, ο πρώην πρωθυπουργός παραδέχεται ότι οι επιλογές που αφορούν σε ορισμένους συνεργάτες του «δεν ήταν επιτυχημένες όπως ήταν φυσικό» και προσθέτει:
«Είναι γνωστό ότι απομακρύνθηκαν υπουργοί και συνεργάτες από τις θέσεις που κατείχαν όταν επικρατούσε η εντύπωση μιας συμπεριφοράς ασυμβίβαστης με κανόνες πολιτικής δεοντολογίας. Η απομάκρυνση έγινε χωρίς δισταγμό παρόλο που δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένδειξη για αξιόποινες συμπεριφορές».
Τονίζει πάντως ότι «ποτέ δεν δόθηκε σε υπουργούς, κυβερνητικά στελέχη, άλλους λειτουργούς ή συνεργάτες οποιαδήποτε εντολή ή οδηγία για προνομιακή συμπεριφορά υπέρ κάποιας επιχείρησης ή για οποιεσδήποτε συναλλαγές».
Αναφερόμενος στον ΟΤΕ υποστηρίζει ότι οι προγραμματικές συμβάσεις του ’97 ήταν αποτέλεσμα εξελίξεων προηγουμένων ετών, χαρακτηρίζει ως εξοργιστικό το γεγονός πως παρουσιάζεται ως κατασκευασμένος ο χαρακτήρας του επείγοντος που είχε λάβει το ’96 το ζήτημα της ψηφιοποίησης του ΟΤΕ, ενώ αναφέρει ότι οι προγραμματικές συμβάσεις είχαν προϋπάρξει και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο Κ. Σημίτης τονίζει παράλληλα ότι δεν είχε καμία συνάντηση ή επαφή με το Μιχάλη Χριστοφοράκο και κατηγορεί τη Siemens ότι έθεσε σε λειτουργία ένα αμαρτωλό σύστημα χρηματοδοτήσεων ανά τον κόσμο.
Για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων ο κ. Σημίτης κατηγορεί τη ΝΔ ότι παραποιεί την αλήθεια, ενώ υποστηρίζει ότι το έργο επανασχεδιάστηκε μετά την τρομοκρατική ενέργεια του 2001.