Με τη θέση αυτή, είτε συνολικής λύσης, λύσης-πακέτου, είτε καθόλου λύσης, θα προσέλθει η Ελλάδα στις Συνόδους Κορυφής της 11ης και της 25ης Μαρτίου, όπως τόνισε κατά την εισήγησή του στην υπουργική σύσκεψη που συγκλήθηκε το απόγευμα χθες υπό την προεδρία του.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι η λύση -πακέτο είναι η λύση «που θα βοηθήσει την Ευρώπη, την Ευρωζώνη, το ευρώ και βεβαίως, την Ελλάδα και τις άλλες χώρες που χτυπιούνται από τις αγορές», προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι, αυτό απαιτεί εκ μέρους μας και την αυστηρή τήρηση των στόχων και των δεσμεύσεών μας, όπως και των αλλαγών που πρέπει να γίνουν. Όπως υπάρχει και από την ΕΕ συνολικά η ευθύνη να διαμορφώσουμε ένα ασφαλές περιβάλλον γα το Ευρώ, επομένως και για την διαχείριση του χρέους, προκειμένου να πειστούν οι αγορές».
Ο κ. Παπανδρέου είπε ότι η πρόταση που υπάρχει στο τραπέζι διαμορφώνεται στην βάση των αποφάσεων του Φεβρουαρίου, αναφέρθηκε σε διάφορα στοιχεία όπως η οικονομική διακυβέρνηση, το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας με πρόταση Μέρκελ-Σαρκοζί, ο μελλοντικός ευρωπαϊκός μηχανισμός και η διαχείριση του χρέους Ελλάδας-Ιρλανδίας και επανέλαβε επιτακτικά ότι «θέση μας είναι ότι πρέπει να υπάρχει ένα συνολικό πακέτο-λύσης και εδώ θα δώσουμε την μάχη».
«Είναι η ευκαιρία επιτέλους, να κατανοήσει η ΕΕ ότι πρέπει να πάρουμε τέτοιες αποφάσεις που θα είναι αποτελεσματικές απέναντι στις αγορές. Διότι συνεχώς παίρνουμε αποφάσεις που είναι ένα βήμα πίσω από τις συνθήκες που διαμορφώνουν οι λεγόμενες αγορές. Γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να δώσουμε αυτή τη μάχη» πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι στην ΕΕ «δίνουμε μια μάχη δημοκρατίας με την έννοια ότι ή εμείς ως πολιτικοί καλούμαστε να καθορίσουμε τις πολιτικές για να ηρεμήσουμε, να τιθασεύσουμε και να αξιοποιήσουμε τις αγορές προς όφελος των πολιτών αντί οι αγορές να συνεχίζουν να κινούνται με φόβο αλλά πολλές φορές και με ιδιοτελείς, κερδοσκοπικούς σκοπούς και να δημιουργούν προβλήματα στις πολιτικές και στις αποφάσεις μας όσο και αν είναι σωστές, τεκμηριωμένες, όσο και αν υπάρχει υποστήριξη από λαούς και κυβερνήσεις».
Ο κ. Παπανδρέου υπογράμμισε ότι «η μάχη μέχρι την 25η Μαρτίου είναι κρίσιμη, αλλά όχι το τέλος του κόσμου» καθώς «αν δεν υπάρξουν θετικές αποφάσεις, εμείς, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συνεχίσουμε το πρόγραμμά μας, αλλά να ρίξουμε όλο και μεγαλύτερο βάρος στις δικές μας δυνάμεις» ενώ «από την άλλη μεριά και καλά να πάει αυτή η μάχη, δεν σημαίνει ότι επειδή δημιουργήθηκε ένα καλύτερο κλίμα εμείς δεν θα πρέπει να κάνουμε τις μεγάλες αλλαγές ή να εφαρμόσουμε τις αλλαγές τις οποίες έχουμε αποφασίσει».
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι το χρέος -ακόμα και αν είναι πιο διαχειρίσιμο- θα είναι σε κάθε περίπτωση υπαρκτό και πολύ υψηλό, επέκρινε την ΝΔ για την «παρακαταθήκη που άφησε πίσω της” και πρόσθεσε ότι υπάρχει και η μάχη της εφαρμογής των αλλαγών, καθώς το πρόβλημα στην Ελλάδα “δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την μείωση των μισθών ή των συντάξεων, αλλά είναι κάτι πολύ ευρύτερο, ένα κρατικό σύστημα, μια δομή που δεν είναι παραγωγική, που είναι αδιαφανής, όπου υπάρχει ανομία, έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Και αυτό βεβαίως, δεν είναι κάτι το οποίο το λύνεις μόνο με νόμους».
Ο κ. Παπανδρέου στην εισήγησή του υπογράμμισε επίσης την σημασία που έχει η «σταθεροποίηση στις χρηματοπιστωτικές αγορές της δικής μας χώρας και οικονομίας», καθώς όπως είπε η Ελλάδα αποτελεί σημείο σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής, όπου η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ρευστή και ενδεχομένως να υπάρξει ένταση των πιέσεων στη γειτονιά μας γύρω από το θέμα πιθανών προσφύγων.
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η Ελλάδα από την μεριά της κάνει αυτό που πρέπει και βρίσκεται σε ένα δρόμο που έχει αξιολογηθεί θετικά και πρόσθεσε ότι το «διαπραγματευτικό μας χαρτί είναι η αξιοπιστία μας και πάνω σε αυτή τη βάση κάνουμε την διαπραγμάτευση».
Ο κ. Παπανδρέου αναφέρθηκε εν τάχει στο ότι η κυβέρνηση ανέλαβε να διαχειριστεί μια «πολύ βαριά κληρονομιά», υπενθυμίζοντας ότι ίσως να είναι σημαδιακό πως σαν σήμερα πριν 7 χρόνια ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας η ΝΔ, ενώ πρόσθεσε: «καταφέραμε να μην χρεοκοπήσει η χώρα, να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός στήριξης στην ΕΕ, ο οποίος αυτή τη στιγμή μας επιτρέπει να συνεχίζουμε μια σχετικά κανονική πορεία χρηματοδότησης της οικονομίας μας και των αναγκών μας, σε επίπεδο κρατικών δαπανών».
Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι παράλληλα η κυβέρνηση έπρεπε να αντιμετωπίσει και χρόνιες παθογένειες της κοινωνίας και της οικονομίας καθώς και το χρέος και το έλλειμμα.
Αυτό το πρόγραμμα είχε και έχει ως στόχο «να μπορούμε το συντομότερο να σταθούμε πάλι στα πόδια μας, να μπορούμε να βγούμε στις αγορές, να μπορούμε να χρηματοδοτούμε τις ανάγκες μας μέσα από μια κανονική διαδικασία» είπε ο κ. Παπανδρέου.
Ο πρωθυπουργός στην εισήγησή του αναφέρθηκε και στο μη θετικό κλίμα των αγορών, λέγοντας πως αυτό δεν είναι απέναντι στην Ελλάδα, αλλά γενικότερα, έχουν αναδειχθεί δυσκολίες και σε άλλες χώρες, ευρύτερα στην Ευρωζώνη, ενώ υπενθύμισε ότι από την αρχή είχε επισημανθεί ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά και της ευρωζώνης, όπως και του τρόπου λειτουργίας των αγορών.
Αναφερόμενος στην υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s ο πρωθυπουργός είπε ότι «η νέα υποβάθμιση είναι αδικαιολόγητη μιας και δεν έχει καμία βάση σε σχέση και με την πορεία του προγράμματός μας».
Ο κ. Παπανδρέου εκτίμησε ότι το κλίμα στις αγορές επιβαρύνεται και από το μεγάλο πρόβλημα των τραπεζών της Ιρλανδίας καθώς αυτό επιβαρύνει και το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματά και δημιουργεί καταστάσεις που είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν μέσα από τις αγορές. Γι’ αυτό και μπήκε στον μηχανισμό.
Ο πρωθυπουργός επέκρινε τον «πελατειακό καπιταλισμό που μας έφερε εδώ», μια εκτίμηση, όπως είπε, με την οποία συμφωνεί και το Εργατικό Κόμμα Ιρλανδίας, αντιπροσωπεία του οποίου βρέθηκε στην Αθήνα στις διήμερες εργασίες του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
«Ένα τρίτο σημείο το οποίο διαμόρφωσε το κλίμα είναι η απόφαση, το ρίσκο για πιθανές μελλοντικές αναδιαρθρώσεις, να μεταφέρεται περισσότερο στους ιδιώτες, δηλαδή στις ίδιες τις αγορές, στις ίδιες τις τράπεζες» είπε ο κ. Παπανδρέου, προσθέτοντας ότι «θεωρητικά μοιάζει καλό, αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα οι αγορές να το υπολογίζουν στις προβλέψεις τους, και να το μετακυλύουν στις χώρες που έχουν υψηλότερο ρίσκο, με υψηλότερα επιτόκια, για να αντισταθμίσουν το ρίσκο».
«Σαφώς, υπάρχει και ο φόβος των αγορών, είτε αφορά στο χρέος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε στο τραπεζικό σύστημα το οποίο ακόμα, όχι μόνο εδώ αλλά και διεθνώς και στις ΗΠΑ, περνάει μια φάση έλλειψης εμπιστοσύνης ακόμα και μεταξύ των τραπεζικών ομίλων. Όλο αυτό δημιουργεί ένα κλίμα πολύ αρνητικό», πρόσθεσε, τέλος ο κ. Παπανδρέου.