Η προχθεσινή ομιλία του κ. Αντώνη Σαμαρά στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Ο αρχηγός της Ν.Δ. προβλέπει ότι η πολιτική της κυβέρνησης οδηγεί σε κοινωνική έκρηξη και ξεκαθαρίζει ότι εφεξής παίρνει θέση μετωπικής σύγκρουσης με τον Γ. Παπανδρέου.
Μάλιστα, σύμφωνα με την «Καθημερινή», ήταν μάλιστα τέτοια η ένταση των επιχειρημάτων και η επιθετικότητα της ρητορικής του, που αρκετοί διερωτώνται αν ο κ. Σαμαράς γνωρίζει κάτι παραπάνω. Άλλωστε, την ημέρα που στην Αθήνα αναζωπυρώθηκαν οι φήμες περί πρόωρων εκλογών, ο αρχηγός της Ν.Δ. βρισκόταν στη Φρανκφούρτη, ανταλλάσσοντας απόψεις με τον επικεφαλής της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Ο οξύς λόγος του κ. Σαμαρά την Παρασκευή, όταν αρνήθηκε την κυβερνητική πρόσκληση για συνεννόηση επί του νέου Μνημονίου και χαρακτήρισε ως «χουντική μέθοδο» την απόφαση της αστυνομικής διεύθυνσης Σερρών για απαγόρευση των συναθροίσεων αγροτών, ήταν πέραν των άλλων και μια σαφής απάντηση στο τμήμα εκείνο των βουλευτών που έσπευσαν τις προηγούμενες ημέρες να διαφοροποιηθούν από τις αντίστοιχου περιεχομένου δηλώσεις των κ. Κ. Μαρκόπουλου και Π. Παναγιωτόπουλου.
Όλα τα στοιχεία κατατείνουν στο συμπέρασμα ότι ο κ. Σαμαράς υλοποιεί ήδη μια στρατηγική που χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά υψηλούς τόνους εναντίον της κυβέρνησης, διαρκή αναζήτηση ισορροπιών μεταξύ των αιτημάτων κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων και της απαίτησης για εκσυγχρονισμό του κράτους και ενδυνάμωση του λαϊκού, πατριωτικού προφίλ της Ν.Δ.
Ωστόσο, η προσπάθεια του κ. Σαμαρά να ενδυναμώσει το αντιμνημονιακό μήνυμα της Ν.Δ. και να κεφαλαιοποιήσει τις διογκούμενες κοινωνικές αντιδράσεις, προς το παρόν δεν έχει πλήρη αποδοχή εντός του κόμματος, αφού κατά ορισμένους υιοθετούνται θέσεις που είναι αμφίβολο αν απηχούν τη συντηρητική βάση των ψηφοφόρων του κόμματος (όπως αυτή εναντίον της αστυνομικής διεύθυνσης Σερρών). Με ανάλογη επιφύλαξη αντιμετωπίζονται από ορισμένους και οι υψηλοί τόνοι που αξιοποιούνται από τα στελέχη της φιλελεύθερης πτέρυγας για την επαναφορά της κριτικής τους στο προσκήνιο.
Για παράδειγμα, το ζήτημα των «συναθροίσεων» στις Σέρρες προκάλεσε προβληματισμό τόσο στη φιλελεύθερη πτέρυγα όσο όμως και σε μερίδα της λαϊκής δεξιάς. Οι πρώτοι αμφισβήτησαν ευθέως την ορθότητα της επιλογής, διότι κατά την άποψή τους θολώνει το στίγμα αλλά και τη στρατηγική της Ν.Δ. Οι δεύτεροι, διότι είναι αμφίβολο αν η συγκεκριμένη θέση, κατά δηλαδή αστυνομικών πρακτικών –έστω και οριακών– για τη διασφάλιση της έννομης τάξης, εκφράζει το συντηρητικό κομματικό ακροατήριο.
Στελέχη που διατυπώνουν προβληματισμό για την επιλογή της εφ’ όλης της ύλης σύγκρουσης με το ΠΑΣΟΚ, διερωτώνται αν αυτή η πρακτική, ακόμη κι αν αποδώσει εκλογικά στη Ν.Δ., θα είναι επωφελής σε περίπτωση ανάληψης της εξουσίας. «Τότε, όλα αυτά θα μας γυρίσουν μπούμερανγκ», λένε.
Πάντως, ο κ. Σαμαράς δεν συμμερίζεται τους παραπάνω προβληματισμούς, έχοντας εδραία άποψη για την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών και την ένταση των κοινωνικών μετώπων. Το στοίχημα για τον ίδιο και το κόμμα του είναι να πείσει και γρήγορα τους πολίτες ότι αυτό που σήμερα εμφανίζεται ως ένα γενικευμένο «όχι» δεν είναι επανάληψη του «όχι σε όλα του ΠΑΣΟΚ» αλλά μία δραματική προειδοποίηση. «Δεν υπάρχει αυτόματη ανάπτυξη όταν έχει πληγεί η μεσαία τάξη. Δεν λέμε όχι στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, λέμε όχι στην ισοπέδωση που θα δημιουργήσει νέα καρτέλ. Δεν λέμε όχι στις περικοπές, αλλά αυτές δεν μπορεί να στρέφονται εναντίον δικαίων και αδίκων. Δεν μπορεί να ανασυγκροτηθεί η οικονομία, όταν θα έχει μείνει μόνον έρημος» τονίζει, προσθέτοντας ότι το ΠΑΣΟΚ φώναζε περισσότερο για πολύ λιγότερα.