Με το άρθρο 25 του νομοσχεδίου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για την αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας δημιουργείται για πρώτη φορά η Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης.
Εκ των αρμοδιοτήτων της, η ονοματοθεσία της δείχνει μάλλον ακίνδυνη. Σε αυτήν εντάσσονται τα τμήματα Προστασίας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και Ευάλωτων Ομάδων, Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, Προστασίας Ανηλικότητας, Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας, Αντιμετώπισης Έμφυλης Βίας και Προστασίας Ζώων. Προφανώς, για τα εγκλήματα αυτά χρειάζεται σχεδιασμός και υλοποίηση αποτελεσματικών αστυνομικών δράσεων.
Η ίδια όμως η επιλογή του όρου «κοινωνική αστυνόμευση» είναι πολιτικά επικίνδυνη, επιστημονικά αβάσιμη και οπωσδήποτε ατυχής.
Πρώτον, το ιστορικό-πολιτικό βάρος της έννοιας της «κοινωνικής αστυνόμευσης» παραπέμπει σε εποχές που η χώρα μας έχει αφήσει πίσω της. Υπήρχαν περίοδοι όπου ο χωροφύλακας καθόριζε την ανεκτή για το κράτος κοινωνική συμπεριφορά. Αλλά και διεθνώς, η έννοια της κοινωνικής αστυνόμευσης συνδέεται με αυταρχικά ή ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Δεύτερον, η έννοια της κοινωνικής αστυνόμευσης είναι πολιτικά ασύμβατη με το δημοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας της Αστυνομίας, όπως αυτό διαμορφώθηκε κυρίως από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Η ίδια η μετονομασία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη σήμαινε μια βαθιά αλλαγή: τον αστυνομικό δίπλα στον πολίτη και όχι ως φόβητρό του.
Τρίτον, οι όροι που χρησιμοποιούνται στον πολιτικό και νομικό λόγο εκπαιδεύουν τους πολίτες. Για παράδειγμα, η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας έχει πλέον καθιερωθεί ως κάτι αποτρόπαιο στη συνείδηση της κοινωνίας. Αντίθετα, η διάδοση του όρου «κοινωνική αστυνόμευση» ενέχει τον κίνδυνο να νομιμοποιήσει στη σκέψη των πολιτών την ιδέα ότι η επιτήρηση της κοινωνίας είναι ένα «αγαθό» ή ένα «δικαίωμα». Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια επικίνδυνη νομιμοποίηση αυταρχικών πρακτικών, όπου η εκάστοτε κυβέρνηση θα ορίζει τι είναι αποδεκτό και τι όχι.
Τέταρτον, στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία της σύγχρονης αντεγκληματικής πολιτικής δεν υφίσταται ο όρος «κοινωνική αστυνόμευση». Ο όρος που χρησιμοποιείται είναι «κοινοτική αστυνόμευση» (community policing), που σχετίζεται με το αγγλοσαξωνικό μοντέλο της «ήπιας αστυνόμευσης» (soft policing). Αυτό περιλαμβάνει μέτρα πρόληψης, οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και αστυνομίας, συμμετοχή κοινωνικών δικτύων και αποκέντρωση αρμοδιοτήτων.
Δεδομένου ότι ο όρος «κοινωνική αστυνόμευση» δεν βασίζεται σε κανένα ευρωπαϊκό ή αγγλοσαξωνικό δημοκρατικό παράδειγμα αστυνομικής λειτουργίας, τίθεται το ερώτημα: πρόκειται για μια συνειδητή κυβερνητική επιλογή που σηματοδοτεί τη μετατόπιση προς μια βαθύτερη αστυνομική επιτήρηση της κοινωνίας;
Αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει, η κυβέρνηση μπορεί εύκολα να αποσύρει τον όρο και να υιοθετήσει μια πιο ακριβή και σαφή ονομασία, όπως π.χ. «Διεύθυνση πρόληψης και αντιμετώπισης σύγχρονων μορφών βίας».
Ο Μαρίνος Σκανδάμης είναι Διδάκτωρ Νομικής, Τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής