Με την υπουργό Εργασίας Νίκη Κεραμέως να καλεί την αντιπολίτευση να ξεκαθαρίσει, αν θέλει να δημιουργηθεί ένα δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζομένους με κατώτατο μισθό τα 1.000 ευρώ ή να καταργηθεί αυτή η διασφάλιση και να μείνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσής του κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, ολοκληρώθηκε η επεξεργασία, στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, του νομοσχεδίου για την «Ενσωμάτωση ευρωπαϊκής οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ε.Ε. και αναπροσαρμογή μισθών στον δημόσιο τομέα».

Από την πλευρά τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης την κατηγόρησαν για παραπλανητική επικοινωνιακή τακτική, δηλώνοντας ότι το καταψηφίζουν, επειδή δεν ενσωματώνει σωστά την κοινοτική οδηγία, εστιάζοντας την έντονη κριτική τους, κυρίως, στα ασαφή -όπως ισχυρίστηκαν- δημοσιονομικά κριτήρια τα οποία θα λαμβάνει υπόψη του ο αλγόριθμος για τον καθορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού.

Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, ενώ από τα κόμματα της αντιπολίτευσης το καταψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Νέα Αριστερά, ενώ το ΠΑΣΟΚ μαζί με Ελληνική Λύση, ΝΙΚΗ, Πλεύση Ελευθερίας και Σπαρτιάτες επιφυλάχθηκαν για τη συζήτησή του στην Ολομέλεια, η οποία έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει αύριο το μεσημέρι.

«Στην Ολομέλεια θα δοθούν πλέον οι απαντήσεις γιατί δεν θέλουν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας για κατώτατο μισθό 950 ευρώ και πάνω και από κει και πέρα να αποφασίζουν οι κοινωνικοί εταίροι για περαιτέρω αυξήσεις. Γιατί να μην περιορίσουμε τη σύναψη σύμβασης εργασίας με παραπάνω και όχι παρακάτω μισθούς; Γιατί να μη θέλετε στην αντιπολίτευση ένα δίχτυ προστασίας, ασφάλειας στα 1.000 ευρώ για τους εργαζόμενους; Έχετε απάντηση στο ερώτημα, αν η συλλογική σύμβαση εργασίας οδηγήσει σε χαμηλότερο νούμερο, τι γίνεται; Αν καταργηθεί ο κατώτατος μισθός και συμφωνήσουν οι εταίροι στα 800 ευρώ; Αυτό θέλετε να είναι το μήνυμα στην αγορά το 2025, το 2026 το 2027;» ανέφερε χαρακτηριστικά η υπουργός Εργασίας, σχολιάζοντας τη στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Η κ. Κεραμέως μίλησε για «έναν εξαντλητικό, υποδειγματικό, πλήρη, εκτενή και απολύτως ειλικρινή διάλογο που προηγήθηκε με τους κοινωνικούς εταίρους» και κάλεσε την αντιπολίτευση να μην λαϊκίζει, ισχυριζόμενη ότι η Ελλάδα βρίσκεται στον πάτο της Ε.Ε. σε σχέση με τον κατώτατο μισθό.

«Ούτε στον πάτο, ούτε στην καλύτερη θέση είναι οι έλληνες εργαζόμενοι»

«Σε σχέση με την Ε.Ε., η Ελλάδα είναι στην 11η θέση. Ναι, δεν είμαστε στη καλύτερη θέση, ναι, θέλουμε να βρισκόμαστε ψηλότερα, αλλά δεν είμαστε και στα τάρταρα» τόνισε η κ. Κεραμέως.

Παράλληλα, απέρριψε τις κατηγορίες ότι στον αλγόριθμο δεν προσμετρώνται σημαντικά δημοσιονομικά δεδομένα της Ελλάδας, όπως είναι η ακρίβεια, αντιτείνοντας ότι «εμείς λέμε ότι η ελληνική φόρμουλα πρέπει να συνδέει δύο πολύ βασικά στοιχεία, τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας, ώστε να γίνει ακόμα πιο ευνοϊκή η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού».

Η κ. Κεραμέως διέψευσε κατηγορηματικά αιτιάσεις «για παράθυρο παρεκκλίσεων που αφήνει η κυβέρνηση για μείωση μισθών», υπογραμμίζοντας ότι «το ενωσιακό δίκαιο το απαγορεύει ρητά και ορίζει ότι δεν επιτρέπεται καμία μείωση μισθού».

Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Παύλος Χρηστίδης έκανε λόγο για «φοβική, συντηρητική, νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης».

«Η Ν.Δ. κάνει μία οφθαλμοφανή πολιτική απάτη εις βάρος των εργαζομένων και της οικονομίας. Προσπαθεί όλους να τους εξαπατήσει, ενσωματώνοντας κατά το δοκούν την κοινοτική οδηγία, χωρίς να υιοθετεί πλήρως την ουσία και το πνεύμα της, που είναι η διασφάλιση και η επάρκεια του κατώτατου μισθού των εργαζομένων και η οικονομία. Ισχυρίζεται ότι διαμορφώνει ένα δίχτυ ασφαλείας. Ωστόσο, το δίχτυ αυτό είναι τρύπιο» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χρηστίδης.

Όπως είπε, «το ΠΑΣΟΚ είναι αντίθετο με τον αλγόριθμο που εισηγείται η κυβέρνηση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, καθώς, αντίθετα από την κοινοτική οδηγία, δεν λαμβάνει υπόψη του σειρά συγκεκριμένων δημοσιονομικών και οικονομικών δεδομένων, ώστε οι αυξήσεις να υπερβαίνουν τον πληθωρισμό και επί της ουσίας νομοθετεί τη φτώχεια».

«Η κυβέρνηση βλέπει με παραμορφωτικούς φακούς την κοινοτική οδηγία, που στόχος της είναι η διασφάλιση του κατώτατου μισθού των εργαζομένων μέσα από τη διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Ζητήσαμε και δώσαμε χρόνο στην κυβέρνηση να την ενσωματώσει ορθά. Η θέση μας είναι όχι στη διάθεση που έχει η κυβέρνηση να την παραβιάσει και να νομοθετήσει υπέρ μόνο των εργοδοτών, εις βάρος των εργαζομένων, οδηγώντας, ειδικά τους ευάλωτους, σε περαιτέρω φτωχοποίηση» δήλωσε, από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Χαράλαμπος Καλαματιανός.

Υποστήριξε ακόμα ότι, «δεν υπάρχει καμία κατοχύρωση για αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ αντίθετα δίνει τη δυνατότητα, με επίκληση δημοσιονομικών λόγων να προχωρήσει, είτε σε πάγωμα είτε ακόμα και σε μείωση του κατώτατου μισθού».

Καταψηφίζουμε και ζητάμε ο κατώτατος μισθός να καθορίζεται με γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μετά από διαβούλευση των κοινωνικών εταίρων» υπογράμμισε.

«Την απόσυρση του προκλητικού, αντιλαϊκού, αντιεργατικού και αντιδραστικού νομοσχεδίου, το οποίο διαλύει τα εργασιακά δικαιώματα και καταδικάζει σε διαρκή λιτότητα και ανέχεια τους εργαζομένους» ζήτησε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Χρήστος Κατσώτης.

«Η κυβέρνηση ενσωματώνει την κοινοτική οδηγία με τον ψευδεπίγραφο τίτλο επαρκείς κατώτατους μισθός για τους εργαζόμενους, ενώ στην ουσία αυτούς που διασφαλίζει είναι μόνο τους επιχειρηματικούς ομίλους και τα κέρδη τους.

Ο αλγόριθμος που υιοθετεί, θα κρατά στα κατώτατα επίπεδα τους μισθούς, ενώ ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να γίνεται επίκληση δημοσιονομικών στοιχείων για να μειωθούν» ανέφερε ο κ. Κατσώτης.

Για «ασάφειες, παρεκκλίσεις και αοριστίες σε σειρά ρυθμίσεων» έκανε λόγο η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης Μαρία Αθανασίου, τονίζοντας ότι «το νομοσχέδιο είναι απλά ένα ευχολόγιο, χωρίς δεσμευτικές πρόνοιες για ουσιαστική διασφάλιση για αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων».

Τόνισε ακόμη ότι «παρά την κοινοτική οδηγία που επιβάλλει εξίσωση των μισθών των εργαζομένων στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, αυτό δεν πρόκειται να γίνει, καθώς έχει καταργηθεί ο 13ος και 14ος μισθός στους δημοσίους υπαλλήλους, άρα η προσπάθεια της κυβέρνησης, όπως ισχυρίζεται, δεν είναι εφικτή».

Η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς Θεανώ Φωτίου δήλωσε ότι το κόμμα της «καταψηφίζει, γιατί πρόκειται για υποτιθέμενη ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας, με πολιτικές όμως της κυβέρνησης που εμποδίζουν, αντί να διευκολύνουν, την αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων, συνεχίζοντας να τα πλήττει βάναυσα».

«Όλη η προσπάθεια της κυβέρνησης είναι η παραχάραξη της κοινοτικής οδηγίας, ώστε να μην αλλάξει τίποτα στις πολιτικές φτωχοποίησης των εργαζομένων. Παραμένει αναλλοίωτο το συντηρητικό, νεοφιλελεύθερο μοντέλο της που παγιώνει και μονιμοποιεί τις μνημονιακές πολιτικές» συμπλήρωσε η κ. Φωτίου.

«Το νομοσχέδιο δεν εκπληρώνει τους πραγματικούς στόχους της κοινοτικής οδηγίας που είναι, επαρκείς μισθοί για αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων και αυξήσεις μέσα από την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μέσα από διαβούλευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων» ανέφερε ο ειδικός αγορητής της ΝΙΚΗΣ Νικόλαος Παπαδόπουλος.

«Στην ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας προκύπτουν προβλήματα και κενά. Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό των εργαζομένων δεν θα γίνονται μετά από διαβούλευση των κοινοτικών εταίρων, ούτε προβλέπεται πουθενά στο νομοσχέδιο ότι η γνώμη τους θα είναι δεσμευτική για την κυβέρνηση» υποστήριξε ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών Πέτρος Δημητριάδης.

Από την πλευρά της Πλεύσης Ελευθερίας, ο Αλέξανδρος Καζαμίας επιφυλάχθηκε για την Ολομέλεια, τονίζοντας ότι το κόμμα του «θεωρεί ότι οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων είναι σε προβληματικό επίπεδο σε σχέση με την Ε.Ε. και θα αντιμετωπίσει το νομοσχέδιο μέσα από τη σκοπιά της υπεράσπισης των δικαιωμάτων και των εισοδημάτων τους».

Τέλος, ο γενικός εισηγητής της Ν.Δ. Σταύρος Παπασωτηρίου επιτέθηκε στην αντιπολίτευση κατηγορώντας την ότι «κρατά μία θέση που είναι και με τον χωροφύλακα και με τον αστυφύλακα».