Η υπόθεση του βουλευτή Μάριου Σαλμά ήταν το βασικό θέμα της ραδιοφωνικής συνέντευξης, στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, του υπουργού Επικρατείας, Μάκη Βορίδη, ο οποίος είπε επίσης για την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν ότι δεν θα πρέπει να αναμένεται κάτι θεαματικό. Σημειώνεται, ότι ο υπουργός Επικρατείας έδωσε τη συνέντευξη πριν την ανακοίνωση της διαγραφής του κ. Σαλμά.
Αναλυτικά, η παραπομπή του βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας Μάριου Σαλμά «δεν έχει καμία σχέση με το ότι συνυπέγραψε μια κοινοβουλευτική ερώτηση, μαζί με άλλους δέκα συναδέλφους της Νέας Δημοκρατίας. Αν αυτός ήταν ο λόγος, δεν θα παραπεμπόταν μόνος», διευκρίνισε εισαγωγικώς και πρόσθεσε:
«Οι βουλευτές, προφανώς, έχουν το δικαίωμα να καταθέτουν ερωτήσεις και να ασκούν κοινοβουλευτικό έλεγχο. Ο κ. Σαλμάς έχει αναδείξει, και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα μας, και εν συνεχεία με κοινοβουλευτική ερώτηση, ένα ζήτημα, στο οποίο θεώρησε ότι δεν έχουν γίνει σωστά κάπως τα πράγματα και αφορούσε μια δημόσια προκήρυξη για τη λειτουργία κυλικείων του υπουργείου Πολιτισμού. Έκανε κοινοβουλευτική ερώτηση, και φυσικά δεν τον ήλεγξε κανείς για αυτό, έλαβε κοινοβουλευτική απάντηση από την αρμόδια υπουργό και μάλιστα είχε πει τότε ότι είχε καλυφθεί από τη συγκεκριμένη απάντηση. Θεώρησε καλό να επαναφέρει, και μάλιστα με δυσμενέστατους χαρακτηρισμούς και κρίσεις, το ζήτημα αυτό στον δημόσιο διάλογο. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι έχουν υπάρξει προσφυγές από τους ενδιαφερόμενους, οι οποίες κρίθηκαν στα διοικητικά δικαστήρια, τα οποία έκριναν ότι είναι απολύτως νόμιμη η διαδικασία».
Όμως, όταν κάτι κρίνεται σε πολιτικό και σε δικαστικό επίπεδο, «το να επαναφέρει ένας βουλευτής με δυσμενέστατους και βαρείς χαρακτηρισμούς για την υπουργό, την κυβέρνηση και τη λειτουργία της, προφανώς αυτό καθίσταται ελεγκτέο», ανέφερε ο κ. Βορίδης, σημειώνοντας ότι δεν μπορεί να ξέρει τα κίνητρα του καθενός. «Το μόνο που αξιολόγησε ο πρόεδρος της ΝΔ δεν είναι τα κίνητρα, είναι η πράξη, οι χαρακτηρισμοί» που ούτε «η αντιπολίτευση δεν το κάνει, όχι η συμπολίτευση», τόνισε.
Αμέσως μετά επεσήμανε ότι «η κυβέρνηση έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της και είναι μια Κ.Ο., και με την παρούσα σύνθεσή της και με την προηγούμενη, που εδώ και 5,5 χρόνια στηρίζει απαρέγκλιτα την κυβέρνηση και της έχει δώσει στήριξη και στις πιο δύσκολες, απαιτητικές και φιλόδοξες στιγμές της». «Εμείς δεν βλέπουμε καμία αναστάτωση», επέμεινε.
Ειδικά, δε, για την ερώτηση των 11 βουλευτών δεν προκαλεί «οποιοδήποτε θέμα στην κυβέρνηση το γεγονός ότι κάποιοι συνάδελφοι ήθελαν να αναδείξουν ένα θέμα με μια ερώτηση. Ίσα- ίσα, δόθηκε η δυνατότητα με αυτήν την ερώτηση να διευκρινισθούν μια σειρά από πράγματα που αφορούν στην προστασία των δανειοληπτών, τα κόκκινα δάνεια, τη μείωσή τους κ.ο.κ. Πράγματα, δηλαδή, που οι συνάδελφοι έχουν υποστηρίξει, έχουν ψηφίσει», επανέλαβε.
Και, επιστρέφοντας στην περίπτωση του κ. Σαλμά υπογράμμισε πως «δεν είναι ευχάριστο σε κανέναν να υπάρχουν τέτοιες προστριβές». Ωστόσο, όπως διευκρίνισε, ορισμένες στιγμές απαιτούνται πειθαρχικά μέτρα όταν «κάποιος υπερβαίνει ορισμένα όρια και, κυρίως, όταν υπερβαίνει το Καταστατικό και τα οριζόμενα στον κανονισμό λειτουργίας της Κ.Ο., δεν γίνεται διαφορετικά».
Συμπέρασμα; Δεν υπάρχει απολύτως κανένα ζήτημα με την Κ.Ο., όπως διαβεβαίωσε ο υπουργός Επικρατείας υπενθυμίζοντας συγχρόνως ότι «από τους βουλευτές της συμπολιτεύσεως έχουν κατατεθεί περί τις 5.000 ερωτήσεις στην κυβερνητική θητεία μας». Επιπλέον, «πρόσφατα έγινε Κ.Ο. και επίσης ακούσθηκαν τα πάντα. Ο πρόεδρός μας έχει μια ανοιχτή πόρτα για όλους, τους δίνει τη δυνατότητα να συνομιλήσουν και να πουν τα πάντα».
Μιλώντας γενικά για το τρέχον πολιτικό κλίμα, ο κ. Βορίδης ανέφερε ότι είναι η έκτη φορά, όπως είπε, που η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα και μάλιστα «με τεράστια διαφορά από το δεύτερο κόμμα». Βεβαίως, «ο πρωθυπουργός μίλησε για τα μηνύματα (σ.σ. της κάλπης), ο ανασχηματισμός, οι εξαγγελίες της ΔΕΘ ήταν ανταπόκριση στα μηνύματα αυτά σε μεγάλο βαθμό, η ένταση της κυβερνητικής προσπάθειας είναι σε αυτήν την κατεύθυνση», συμπλήρωσε. Αλλά, εν τέλει, «θα κριθούμε με βάση το πρόγραμμά μας στο τέλος της θητείας μας», σημείωσε.
Η συνέντευξη έκλεισε με τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αύριο Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου. Βάσει της έως τώρα εικόνας, στη συνάντηση «θα δώσουν έμφαση σε ζητήματα της λεγόμενης soft ατζέντας, τουρισμός, πολιτιστικά, μεταναστευτικό», είπε ο υπουργός Επικρατείας, τονίζοντας ότι είναι σημαντικό, άλλωστε, να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη.
«Η περίοδος είναι καλύτερη αλλά η Τουρκία είναι ένας απρόβλεπτος παίκτης και μεταβάλλει πολύ εύκολα τη στάση της και εμείς το έχουμε αυτό στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Λέμε “ναι” στον διάλογο, “ναι” στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και στη θετική ατζέντα», επεσήμανε. «Φυσικά και υπάρχουν απτά αποτελέσματα», αναγνώρισε, δε, και κάποια στιγμή όταν θα κριθεί ότι και οι δύο πλευρές είναι έτοιμες, μπορούν να έχουν ένα πλαίσιο διαλόγου. Συνέστησε πάντως, να προσεγγίζει κανείς τα ελληνοτουρκικά, «αγάλι αγάλι» Ειδικώς, δε, για τη συνάντηση κορυφής της Τρίτης, «δεν νομίζω ότι πρέπει να περιμένετε κάτι θεαματικό».