Η Νόνη Δούνια θέλει μια Ευρώπη στην οποία η Ελλάδα θα έχει ισχυρή φωνή. «Μια Ευρώπη με τις ίδιες επαγγελματικές ευκαιρίες για τους νέους, χωρίς διακρίσεις – κανενός είδους. Σύγχρονη, με γρήγορα αντανακλαστικά, οικονομικά ανταγωνιστική και με ισχυρή θέση για τις γυναίκες». Και γι’ αυτήν την Ευρώπη είναι έτοιμη να παλέψει, αν την επομένη των ευρωεκλογών είναι μια εκ των 21 ευρωβουλευτών που θα στείλει στο κοινοβούλιο η χώρα μας.
Λίγα εικοσιτετράωρα πριν ανοίξουν οι κάλπες, βρέθηκα με την υποψήφια της Νέας Δημοκρατίας στον Πειραιά. Σημείο συνάντησης ήταν το Δημοτικό Θέατρο. Καθίσαμε στα σκαλιά και η συζήτηση ξεκίνησε από την τοξικότητα της κοινωνίας αλλά και τη θέση της γυναίκας μέσα σε αυτήν. Το αξιακό σύστημα και η ηθική του καθενός είναι η απάντηση στο πρώτο πρόβλημα. Για το δεύτερο «έχουμε ακόμη δρόμο μέχρι το φύλο μας να μην έχει καμία επίδραση στην επιλογή μας σε θέσεις ευθύνης, στην αμοιβή ή την επιβράβευσή μας», μου είπε. «Είμαστε, όμως, εδώ για να τον διανύσουμε. Προσωπικά, θα καταβάλλω κάθε προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή», σημείωσε.
Ένας ευρωβουλευτής οφείλει να πηγαίνει κόντρα στην πατρίδα του, αν εντοπίσει κάτι στραβό; «Οι έλληνες ευρωβουλευτές αγωνίζονται να προωθήσουν τα συμφέροντα της πατρίδας μας στο επόμενο Ευρωκοινοβούλιο. Θα προσέλθουν, δηλαδή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φορώντας, πρώτα και πάνω από όλα, τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας», απάντησε.
Η συνέντευξη της Νόνης Δούνια στο Newsbeast.
– Η ανακοίνωση για την υποψηφιότητά σας στις ευρωεκλογές έκλεινε με τη φράση «για την Ευρώπη που θέλουμε». Ποια είναι, τελικά, η Ευρώπη που θέλουμε;
Η Ευρώπη που θέλουμε και αξίζουμε είναι μια Ευρώπη, στην οποία η Ελλάδα θα έχει ισχυρή φωνή. Όπου τα αιτήματά μας θα ακούγονται και θα λαμβάνονται υπόψη. Είτε αφορούν πρωτοβουλίες, πόρους, δράσεις, προγράμματα, είτε πολιτικές. Ασφαλώς, είναι και μια Ευρώπη στην οποία θα υπάρχει πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης για το κοινό συμφέρον. Αλλά και η οποία θα διακρίνεται από μεγαλύτερη εγρήγορση στις σύγχρονες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή και η τεράστια πρόοδος της τεχνολογίας. Μια Ευρώπη που θα καταβάλλει μια ακόμα πιο συντονισμένη προσπάθεια στο μείζον θέμα του μεταναστευτικού και θα επιτύχει μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη, με την αντιμετώπιση και της διεθνούς μάστιγας της ακρίβειας. Τέλος, στην Ευρώπη που επιθυμούμε να έχουμε, είναι αναγκαίο να υπάρχουν οι ίδιες επαγγελματικές ευκαιρίες για τους νέους όλων των κρατών-μελών, καθώς και μια ισχυρή θέση για τις γυναίκες, χωρίς διακρίσεις κανενός είδους. Εν κατακλείδι, χρειαζόμαστε μια Ευρώπη σύγχρονη, με γρήγορα αντανακλαστικά και οικονομικά ανταγωνιστική. Ταυτόχρονα, όμως, μια Ευρώπη πιο κοινωνική και πιο δημοκρατική.
– Όταν ένας «επώνυμος» -είτε αθλητής, είτε ηθοποιός, είτε μουσικός- αποφασίσει να πολιτευτεί, τις περισσότερες φορές τού προσάπτουν πως θέλει να εξαργυρώσει τη φήμη που του έχει προσφέρει το επάγγελμά του, δίχως να έχει σχέση με το αντικείμενο. Έχει δόση αλήθειας όλο αυτό;
Σε κάποιες περιπτώσεις ανθρώπων που δεν έχουν καμία σχέση με τα κοινά, σε οποιοδήποτε επίπεδο, ενδεχομένως να έχει. Στη δική μου περίπτωση, ξεκάθαρα και αποδεδειγμένα όχι. Δεν αντιμετωπίζω την πολιτική ευκαιριακά ή επιπόλαια. Ασχολούμαι χρόνια με αυτή, με σοβαρότητα και συνείδηση του ότι εκπροσωπώ τους συμπολίτες μου θεσμικά. Μετά την εκλογή μου ως δημοτική σύμβουλος Πειραιά, με τον συνδυασμό του Γιάννη Μώραλη, το 2019, εξελέγην η πρώτη γυναίκα βουλευτής της ΝΔ, στην απαιτητική περιφέρεια της Α’ Πειραιά και Νήσων. Τα τέσσερα χρόνια της κοινοβουλευτικής μου θητείας, εργάστηκα με απόλυτη αφοσίωση και συνέπεια. Ασχολήθηκα ιδιαίτερα με τα θέματα του αθλητισμού και της οδικής ασφάλειας, πραγματοποίησα συναντήσεις με πολυάριθμους φορείς, αρθρογράφησα και μίλησα δεκάδες φορές, τόσο στην Ολομέλεια της Βουλής, όσο και στις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές, για πολλά σημαντικά νομοσχέδια. Η τριβή μου με τα κοινά και, κυρίως η κοινοβουλευτική μου εμπειρία, είχαν ως αποτέλεσμα το να γνωρίζω πολύ καλά τα θέματα που απασχολούν τους πολίτες, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Καθώς και το να είμαι πλέον απόλυτα εξοικειωμένη με τις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων. Την πορεία μου, λοιπόν, με την πολιτική την έχω χαράξει με τον χρόνο και τη μεγάλη προσπάθεια που έχω καταβάλει. Δεν βασίζεται στην όποια δημοσιότητα, ενδεχομένως, είχα, λόγω των προηγούμενων επαγγελματικών μου ιδιοτήτων, αλλά στη σχέση εμπιστοσύνης που έχουμε αναπτύξει με τον κόσμο.
– Στην Ευρωβουλή, οι έλληνες ευρωβουλευτές οφείλουν να αποκαλύπτουν ζητήματα και καταστάσεις που ενδέχεται να είναι εναντίον της χώρας τους ή πρέπει να διαχειρίζονται διαφορετικά τα θέματα για το κοινό καλό;
Σίγουρα η ΕΕ στηρίζεται στις έννοιες της αλληλεγγύης, της σύμπνοιας και του κοινού καλού. Ωστόσο, οι έλληνες ευρωβουλευτές αγωνίζονται να προωθήσουν τα συμφέροντα της πατρίδας μας στο επόμενο Ευρωκοινοβούλιο. Θα προσέλθουν, δηλαδή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φορώντας, πρώτα και πάνω από όλα, τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας. Όπως, άλλωστε, θα κάνουν και οι υπόλοιποι ευρωβουλευτές, των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ.
– Πώς έχει καταφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην έχει αντίπαλο και η Νέα Δημοκρατία να κερδίζει εύκολα τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων;
Το έχει καταφέρει με το έργο που έχει επιδείξει, την πολιτική σταθερότητα και την πρόοδο που έχει προσφέρει στη χώρα. Μην ξεχνάμε ότι κατά τη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχουν γίνει άλματα στην οικονομία, την ψηφιακή διακυβέρνηση, την παιδεία και τη δημόσια υγεία. Έχουν υλοποιηθεί εμβληματικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η αξιοπιστία μας έχει αποκατασταθεί διεθνώς. Παράλληλα, βέβαια, δεν υπάρχει κάποια σοβαρή πρόταση από την αντιπολίτευση, η οποία ακολουθεί μια πολιτική δημιουργίας εντυπώσεων, χωρίς κανένα υπόβαθρο και καμία ουσία.
– Το lifestyle του Στέφανου Κασσελάκη κάνει καλό ή κακό στην πολιτική σκηνή;
Το lifestyle του κ. Κασσελάκη δεν έχει τόση σημασία, όσο η έλλειψη των πολιτικών του θέσεων και της γνώσης των θεμάτων που απασχολούν την ελληνική κοινωνία και την Ευρώπη. Για παράδειγμα, ενόψει των ευρωεκλογών θα ήταν μια ευκαιρία να συγκρίνουμε ευρωπαϊκές πολιτικές. Δεν έχουμε ακούσει κουβέντα από τον κ. Κασσελάκη για την Ευρώπη και για τις σημαντικές προκλήσεις της επόμενης ημέρας ή για τις προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ μετά τις 9 Ιουνίου.
– Σήμερα έχετε καλύτερη ή χειρότερη εικόνα για την πολιτική από ό,τι πριν ασχοληθείτε με αυτήν;
Έχω πραγματική εικόνα και επίγνωση της δυσκολίας που υπάρχει στην πολιτική. Τόσο όσον αφορά το να ληφθούν και να υλοποιηθούν σημαντικές αποφάσεις, που θα πάνε τη χώρα μπροστά. Όσο και σε αυτή καθαυτή την ενασχόληση με τα πολιτικά. Στο πόσο απαιτητικό είναι, δηλαδή, να πολιτεύεσαι από άποψη χρόνου, κόπου, αλλά και ενέργειας και ψυχικών αντοχών.
– Γιατί η κοινωνία μας έχει γίνει τόσο τοξική;
Ζούμε σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, με συνεχείς οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις. Η πίεση που μας ασκείται καθημερινά για να τα βγάλουμε πέρα στους πολλαπλούς, απαιτητικούς ρόλους που μας ανατίθενται, αν δεν αντισταθμίζεται από κάποιες αξίες και ένα στιβαρό ηθικό σύστημα από την οικογένειά μας, μπορεί να μας οδηγήσει σε ψυχικά θέματα και, εντέλει, στο να γίνουμε τοξικοί. Πρωτίστως για τους εαυτούς μας και ύστερα για τους άλλους.
– Είναι πράγματι υποβαθμισμένη η θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία;
Δυστυχώς, είναι. Σίγουρα έχουν γίνει κάποια σημαντικά βήματα. Όμως ακόμη εμείς οι γυναίκες δεν αντιμετωπιζόμαστε ισότιμα με τους άνδρες παντού. Σίγουρα όχι στα επαγγελματικά μας, όπου, σε πολλές περιπτώσεις, μας αντιμετωπίζουν με καχυποψία. Έχουμε ακόμη δρόμο μέχρι το φύλο μας να μην έχει καμία επίδραση στην επιλογή μας σε θέσεις ευθύνης, στην αμοιβή ή την επιβράβευσή μας. Είμαστε, όμως, εδώ για να τον διανύσουμε. Προσωπικά, θα καταβάλλω κάθε προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή.
– Πόσο εύκολο είναι για ένα προβεβλημένο πρόσωπο που συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο να μην τον επηρεάζουν όσα λέγονται και γράφονται για τον ίδιο;
Είναι δύσκολο, αλλά είναι κάτι που με τα χρόνια το κατακτάς. Με την εμπειρία των χρόνων, μπορείς και το διαχειρίζεσαι. Σίγουρα είμαστε άνθρωποι και επηρεαζόμαστε από όσα λένε για εμάς. Όμως, σημασία έχει ποιος λέει τι και για ποιον λόγο. Όταν καταλαβαίνεις ότι η κριτική δεν έχει ουσία και υπόβαθρο, αλλά αποσκοπεί απλά στο να σε βλάψει, την παραβλέπεις. Αν, αντίθετα, έχει κάποια βάση, την υπολογίζεις.
– Γιατί ο κόσμος ταυτίζεται τόσο πολύ με την ομάδα που αγαπάει και χαίρεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο;
Επειδή ο αθλητισμός είναι ακριβώς αυτό: Η ομάδα, η σύμπνοια, η αγνή αγάπη. Και επειδή, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, έχουμε ανάγκη αυτή την αγνότητα και τη χαρά όσο τίποτε άλλο.