Ο εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Πάνος Παναγιωτόπουλος, απαντώντας στις εξαγγελίες του υπουργού Εσωτερικών Γιάννη Ραγκούση, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς, κατά τη συνάντηση των πολιτικών αρχηγών με τον Πρωθυπουργό, στην Προεδρία της Δημοκρατίας, το Δεκέμβριο του 2009, κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις για την αποκατάσταση της διαφάνειας στο πολιτικό σύστημα, αλλά και γενικότερα για την εξάλειψη της διαφθοράς από τις δομές και τις λειτουργίες του ελληνικού κράτους.
Για να προχωρήσουν, μάλιστα, το ταχύτερο δυνατόν, αυτές οι ριζικές αλλαγές και να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, ο Αντώνης Σαμαράς πρότεινε τη συγκρότηση Διακομματικής Επιτροπής του Κοινοβουλίου, με ειδική εντολή να επεξεργαστεί όλες τις σχετικές νομοθετικές παρεμβάσεις, μέχρι τον Ιούνιο του 2010, ώστε αμέσως μετά να έλθουν στην Ολομέλεια της Βουλής για να γίνουν νόμοι του Κράτους.
Στην πρόταση συγκρότησης αυτής της Ειδικής Επιτροπής ο πρωθυπουργός αντέτεινε την ύπαρξη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, υποστηρίζοντας ότι αυτή θα μπορούσε να φέρει σε πέρας τη συγκεκριμένη αποστολή.
Το 2010 πέρασε, και η κυβέρνηση τίποτα δεν πραγματοποίησε από τα συμφωνηθέντα. Παρόλο που ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έθεσε και πάλι το θέμα στον πρωθυπουργό, σε συναντήσεις που ακολούθησαν με άλλες αφορμές.
Σήμερα, η κυβέρνηση “ξαναθυμήθηκε” την υπόθεση της διαφάνειας, επιχειρώντας να παίξει με τις εντυπώσεις και υποβαθμίζοντας μία κορυφαία θεσμική πρωτοβουλία διακομματικού χαρακτήρα, σε απλή νομοθετική δραστηριότητα ενός υπουργού, ο οποίος έχει αποδείξει -μέχρι τώρα- ότι πυξίδα του έχει το υπό στενή έννοια κομματικό συμφέρον του ΠΑΣΟΚ.
Η Νέα Δημοκρατία έχει συγκεκριμένες προτάσεις, ικανές να αντιμετωπίσουν συνολικά το πρόβλημα. Αλλά θεωρεί ότι η εξυγίανση του πολιτικού συστήματος και γενικότερα η εξάλειψη της διαφθοράς από τις δομές και λειτουργίες του ελληνικού κράτους, δεν είναι κομματική, αλλά εθνική υπόθεση. Γι’ αυτό και πρέπει η προσπάθεια να έχει υπερκομματικό χαρακτήρα και να εξασφαλίζει την, όσο το δυνατόν, ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση.
Η κραυγαλέα αργοπορία της κυβέρνησης και η ορατή πρόθεσή της να κινηθεί μέσα στα στενά πλαίσια κομματικών και επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων δημιουργούν εύλογα ερωτήματα».