Η προοπτική της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό αλλά και η συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου σε Υγεία, Παιδεία, Πολιτική Προστασία και Ενέργεια απασχόλησαν τις εργασίες της Ολομέλειας της 1ης Διακυβερνητικής Συνόδου Ελλάδας και Κύπρου που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου.
Κυριάκος Μητσοτάκης και Νίκος Χριστοδουλίδης, στις κοινές τους δηλώσεις επιβεβαίωσαν τη συμπόρευση των δύο χωρών σε όλα τα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος:
Κυριάκος Μητσοτάκης: Αγαπητέ μου Νίκο, «το όλον είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του». Νομίζω αυτή τη ρήση του Αριστοτέλη επιβεβαιώσαμε σήμερα, σε αυτή την πρώτη, επίσημη, πανηγυρική Διακυβερνητική Σύνοδο Ελλάδας και Κύπρου. Και έτσι, με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, υλοποιήσαμε την κοινή απόφαση την οποία λάβαμε τον Μάρτιο, ισχυροποιώντας τους άρρηκτους δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών μας, συντονίζοντας τον βηματισμό των κυβερνήσεών μας σε πολλά διαφορετικά πεδία, αλλά ενισχύοντας και τον ρόλο της Ελλάδας και της Κύπρου, της Κύπρου και της Ελλάδας, ως πυλώνες ασφάλειας στην ταραγμένη Ανατολική Μεσόγειο.
Αυτή η συμπόρευση Αθήνας και Λευκωσίας νομίζω ότι αποτυπώνεται με απόλυτη σαφήνεια και στο κοινό ανακοινωθέν για το Κυπριακό, η επίλυση του οποίου αποτελεί σταθερή εθνική προτεραιότητα.
Στόχος είναι πάντα να επανεκκινήσουν οι διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, διότι όσο διαρκεί η παρούσα κατάσταση τόσο θα αυξάνεται η ένταση. Είναι σαφές ότι η θέση περί δύο κρατών είναι μία θέση παντελώς απαράδεκτη για εμάς και προσβλέπουμε στον άμεσο διορισμό νέου Απεσταλμένου του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, που θα διερευνήσει τις προοπτικές επανέναρξης των διαπραγματεύσεων.
Στο ίδιο πλαίσιο, η Ελλάδα θα συνεχίσει να συνδράμει τις προσπάθειες να αναχαιτιστούν μεθοδεύσεις οι οποίες παραβιάζουν αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Στην επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, άλλωστε, ρόλο θα πρέπει να έχει -όπως έχουμε συζητήσει πολλές φορές- και η Ευρωπαϊκή Ένωση και με βάση τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 30ης Ιουνίου. Κοινή μας επιδίωξη είναι και θα είναι, το ευρωπαϊκό κεκτημένο να ισχύσει σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια.
Παράλληλα, η Ελλάδα συνεχίζει την προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων με την Τουρκία, με βάση πάντα τους κανόνες καλής γειτονίας και πάντα με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο. Και πιστεύουμε -και χαίρομαι γιατί συμφωνούμε και σε αυτό με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη- ότι η πρόοδος στο πεδίο αυτό θα είναι τελικά προς όφελος και του Κυπριακού.
Θα σημειώσω, πάντως, ότι σχεδόν πενήντα χρόνια από τότε που άνοιξε η «πληγή» της Κύπρου και που η Ελλάδα ελευθερώθηκε από τη δικτατορία, τα κράτη μας ανοίγουν για πρώτη φορά, πιστεύω, τόσο οργανωμένα νέους ορίζοντες, πέραν του εθνικού μας θέματος.
Έτσι, με αυτή την πρώτη Διακυβερνητική Σύνοδο οι σχέσεις μας εμπλουτίζονται και ο συντονισμός μας επεκτείνεται πλέον με τριμερή, με πολυμερή σχήματα, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και διεθνώς.
Πρόκειται, νομίζω, για μία κατάκτηση, η οποία θα έχει ένα σημαντικό ευνοϊκό αποτύπωμα στην εσωτερική ζωή των δύο κρατών μας. Εξάλλου, και οι δύο χώρες -πρώτα η Κύπρος, η αλήθεια είναι, και με μια κάποια καθυστέρηση η Ελλάδα- αφήσαμε πίσω μας περιόδους βαθιάς κρίσεως.
Προχωράμε στην ανάπτυξη, πάντα με μεταρρυθμιστική βούληση, και μπορούμε έτσι να ανταλλάξουμε εμπειρίες και τεχνογνωσία σε πολλούς τομείς. Το κάναμε σήμερα. Αναφέρω ενδεικτικά τη δυνατότητα που θα μπορούσε να έχει η Ελλάδα, η οποία έκανε σημαντικά βήματα στον ψηφιακό μετασχηματισμό, να μοιραστεί με την Κύπρο τις πολύ θετικές εμπειρίες του gov.gr, τη συνεργασία που έχουμε ήδη αναπτύξει και μπορούμε να ενισχύσουμε περαιτέρω στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας, όπου το «112» είναι ένα εργαλείο το οποίο σώζει ζωές.
Συνεργασία, παραδείγματος χάρη, στον τομέα της ναυτιλίας, όπου πρέπει να κάνουμε μεγαλύτερη προσπάθεια -και στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης- να αναδείξουμε τη σημασία της ελληνικής και της κυπριακής ναυτιλίας ως πυλώνες της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ και πολλά άλλα, που αν τα παρουσίαζα θα έπρεπε να αφιερώσω πολύ χρόνο.
Θέλω όμως και πάλι να εκφράσω, κ. Πρόεδρε, την ικανοποίησή μου για το βάθος και το περιεχόμενο των συζητήσεων που είχαν οι αρμόδιοι Υπουργοί και να εκφράσω έστω και καθυστερημένα την ικανοποίησή μου για ένα όργανο το οποίο ενδεχομένως θα έπρεπε να είχε θεσμοθετηθεί πριν από χρόνια. Κάλιο αργά παρά ποτέ. Έχουμε όμως τώρα μια υποχρέωση να τρέξουμε πιο γρήγορα για να καλύψουμε και το χαμένο έδαφος. Γιατί πολλές κοινές εμπειρίες, πολλές κοινές πρωτοβουλίες μπορούν να αναπτυχθούν και νομίζω ότι θα είναι αμοιβαία ωφέλιμες.
Βέβαια, δεν θα μπορούσε να λείπει από τις συζητήσεις μας και η ανάλυση των δραματικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Βρεθήκαμε, εξάλλου, μαζί με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη και χθες στο Παρίσι, στα πλαίσια της διάσκεψης που οργάνωσε ο Πρόεδρος Macron για την ανθρωπιστική υποστήριξη της Γάζας.
Εκφράσαμε και πάλι την έντονη ανησυχία μας για την επιδείνωση της ανθρωπιστικής κατάστασης στη Γάζα, τον κίνδυνο εξάπλωσης των συγκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή.
Ελλάδα και Κύπρος υποστηρίζουμε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, σύμφωνα όμως πάντα με το Διεθνές Δίκαιο και ειδικά σύμφωνα με το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, μετά την πρωτοφανή σε αγριότητα επίθεση που δέχθηκε το Ισραήλ μέσα στο έδαφός του.
Διαχωρίζουμε ωστόσο -και δεν θα κουραστούμε να το λέμε- την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς και τη δράση της, από τον παλαιστινιακό λαό και την ηγεσία του. Αθήνα και Λευκωσία τάσσονται προφανώς υπέρ της άμεσης απελευθέρωσης όλων των ομήρων χωρίς όρους.
Αλλά, θεωρούμε προτεραιότητά μας να συνδράμουμε μέσω ανθρωπιστικών παύσεων και διαδρόμων βοήθειας, ώστε να υποστηρίξουμε όσο το δυνατόν αυτούς οι οποίοι έχουν σήμερα τη μεγαλύτερη ανάγκη: και είναι οι άμαχοι της Γάζας, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Γι’ αυτό και είμαστε παρόντες, συντονίζουμε κάθε σχετική πρωτοβουλία, είμαστε κράτη με γεωγραφική εγγύτητα στην περιοχή, η Κύπρος ακόμα περισσότερο από την Ελλάδα. Έχουμε διαχρονικές σχέσεις αξιοπιστίας -και η Κύπρος και η Ελλάδα- τόσο με το Ισραήλ όσο και με τον αραβικό κόσμο. Είμαστε συνεπώς και οι δύο, αξιόπιστοι μεσολαβητές στη Μέση Ανατολή.
Θέλω να συγχαρώ τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη για την πρωτοβουλία του, για την αναζήτηση θαλασσίων διαδρόμων ανθρωπιστικής υποστήριξης προς τη Γάζα. Είναι μία πρωτοβουλία πολύ μελετημένη.
Δηλώνω και πάλι τη βούληση της Ελληνικής Κυβέρνησης να συμμετέχουμε εμπράκτως, εφόσον μπορέσουμε και αντιμετωπίσουμε τις αρκετές -η αλήθεια είναι- τεχνικές δυσκολίες που μία τέτοια πρωτοβουλία πάντα δημιουργεί.
Και βέβαια, δεν λησμονούμε ότι η οριστική λύση δεν μπορεί παρά να είναι μία λύση πολιτική. Μία βιώσιμη λύση δύο κρατών, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τις αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Διαφορετικά, η ταραγμένη αυτή ζώνη της Μέσης Ανατολής θα παράγει διαρκώς αίμα και πόνο.
Τέλος, στον τομέα της ενέργειας, θα κάνω μία ξεχωριστή αναφορά γιατί νομίζω ότι έχει ιδιαίτερη σημασία: επαναβεβαιώσαμε την εξαιρετική μας συνεργασία και την ανάγκη προώθησης μορφών παραγωγής ενέργειας φιλικών προς το περιβάλλον.
Και βέβαια, μιλήσαμε και για το εμβληματικό έργο του EuroAsia Interconnector, στο οποίο ανέλαβε κρίσιμο ρόλο ο ΑΔΜΗΕ, καθώς και για την πρωτοβουλία του East Mediterranean Gas Forum, του οποίου την προεδρία θα αναλάβει η Ελλάδα το 2024.
Αποδίδω πάρα πολύ μεγάλη σημασία στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Είναι απολύτως κρίσιμο για την ενεργειακή επάρκεια της Κύπρου. Είναι ένα έργο το οποίο δεν έχει απλά ενεργειακό, αλλά έχει βαθιά γεωπολιτικό αποτύπωμα και χαιρόμαστε που και εμείς θα συνδράμουμε πιο ενεργά στην υλοποίησή του, αλλά που και η Κυπριακή Δημοκρατία, σε επίπεδο ανώτατο, θα συμμετέχει σε αυτή την προσπάθεια.
Η παρουσία, λοιπόν, όλων των αρμοδίων Υπουργών από πολλούς διαφορετικούς τομείς -Υγεία, Παιδεία, Πολιτισμός, Άμυνα, Μεταναστατευτικό, Πολιτική Προστασία- υποδηλώνει, κ. Πρόεδρε, και θα τελειώσω με αυτό, αυτή τη βούληση των δύο κυβερνήσεών μας για μία πιο αναβαθμισμένη, πιο στενή, θα έλεγα πιο πρακτική, με συγκεκριμένα μετρήσιμα αποτελέσματα, συνεργασία.
Θέλω και πάλι να σάς ευχαριστήσω για την παρουσία σας στην Αθήνα και αναμένουμε την επομένη Διακυβερνητική, σε έναν χρόνο από τώρα, στην Κύπρο, για να μπορέσουμε να θέσουμε νέους στόχους και φυσικά να αξιολογήσουμε την πρόοδο που θα έχουμε πετύχει όλο αυτό τον χρόνο.
Νίκος Χριστοδουλίδης: Κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ μου Κυριάκο, είναι ιδιαίτερη χαρά που βρίσκομαι στην Αθήνα, σε μια ιστορική θα έλεγα συνάντηση, με την οποία υλοποιούμε την κοινή μας απόφαση για τη θεσμοθέτηση της Διακυβερνητικής συνεργασίας, του συμβουλίου ανώτατης συνεργασίας, ανάμεσα στην Κύπρο και την Ελλάδα.
Να θυμίσω ότι από την πρώτη μας συνάντηση, τον Μάρτιο του 2023, όχι μόνο διαπιστώσαμε την απουσία μιας τέτοιας θεσμοθετημένης συνεργασίας, που μάλιστα και οι δύο χώρες έχουμε με τρίτα κράτη, αλλά συμφωνήσαμε τόσο στην ανάγκη θεσμοθέτησής της, όσο και για τα πολυεπίπεδα οφέλη που θα προέκυπταν μέσα από μία τέτοια θεσμοθετημένη συνεργασία. Και χαίρομαι, που λίγους μήνες μετά βρίσκομαι σήμερα στην Αθήνα, με 11 μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, εννέα Υπουργούς, τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, την Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου, στην πρώτη Διακυβερνητική Σύνοδο Κύπρου και Ελλάδας.
Είμαι, λοιπόν, ιδιαίτερα ευτυχής γιατί η κοινή μας απόφαση παίρνει σήμερα «σάρκα και οστά». Μια απόφαση που, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έχουν συζητηθεί και τα όλα όσα συμφωνήθηκαν κατά τις διμερείς συναντήσεις των Υπουργών, αλλά και την κοινή μας συνάντηση που μόλις ολοκληρώθηκε, δεν έχει μόνο συμβολική σημασία.
Πρωτίστως, πρόκειται για μία Σύνοδο ουσιαστικής σημασίας με συγκεκριμένα αποτελέσματα, με σχέδια δράσης που θα ακολουθηθούν, με παραδοτέα και με τον αναγκαίο μηχανισμό παρακολούθησης για υλοποίηση των όσων έχουν αποφασιστεί.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η σημερινή πρώτη διακυβερνητική συνάντηση υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική, ιδιαίτερα αποτελεσματική. Και θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στον φίλο Κυριάκο και φυσικά σε όλους τους Υπουργούς που συμμετείχαν, για την προετοιμασία που έγινε, για τον ανοιχτό και ειλικρινή διάλογο που διεξήχθη και φυσικά για τις πολύ ουσιαστικές αποφάσεις που έχουν ληφθεί.
Οι σημερινές μας συναντήσεις επαναβεβαίωσαν τις άριστες σχέσεις και την εξαιρετική συνεργασία ανάμεσα στις χώρες μας σε μία πλειάδα θεμάτων. Την ίδια στιγμή, όμως, απέδειξαν ότι «ο εχθρός του καλού, είναι το καλύτερο» και υπάρχει πάντα πεδίο ενίσχυσης της συνεργασίας σε συγκεκριμένους τομείς, ενώ, όπως διαπιστώσαμε, σε κάποια άλλα θέματα, η εμπειρογνωμοσύνη της μίας χώρας μπορεί να βοηθήσει καθοριστικά την άλλη χώρα.
Το παράδειγμα του «112», του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας, είναι μερικοί από τους τομείς, όπως και η ψηφιοποίηση του Υπουργείου Ναυτιλίας, είναι τομείς που η εμπειρογνωμοσύνη του ενός μπορεί να βοηθήσει τον άλλον.
Μέσω της διακυβερνητικής συνεργασίας αποσκοπούμε να έχουμε ακόμη καλύτερο συντονισμό, πιο ενισχυμένη συνεργασία, όχι μόνο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, όπου όλοι αντιλαμβάνεστε ότι η συνεργασία είναι θεμελιωμένη εδώ και δεκαετίες, αλλά και σε ολόκληρο το φάσμα του κυβερνητικού έργου, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημερινές προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, και η χρονική συγκυρία της διεξαγωγής της συνάντησης καθόρισε σε μεγάλο βαθμό και κάποια από τη θεματολογία των συζητήσεών μας. Και αναφέρομαι συγκεκριμένα, στις δραματικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τις επιπτώσεις που αυτές έχουν στη ζωή χιλιάδων αθώων πολιτών. Αυτές οι εξελίξεις, όπως επίσης και το γενικότερο κλίμα αστάθειας στη Μέση Ανατολή, επηρεάζουν άμεσα την Κύπρο και την Ελλάδα, λόγω της εγγύτητάς μας με την περιοχή, αλλά και των στενών σχέσεων που διατηρούμε με όλες τις χώρες.
Οι δύο χώρες μας, όπως πολύ εύστοχα ανέφερε ο κ. Πρωθυπουργός, ως παράγοντες ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή, έχουν ήδη προβεί σε σημαντικές ενέργειες, σε σημαντικές επαφές, προσφέροντας και συγκεκριμένες λύσεις για αποκλιμάκωση της κρίσης και αντιμετώπιση των τεράστιων ανθρωπιστικών αναγκών που προκύπτουν.
Και είναι ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο που συζητήσαμε εις βάθος με τον Έλληνα Πρωθυπουργό και την πρωτοβουλία για τη δημιουργία αυτού του θαλάσσιου διαδρόμου παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Ευχαριστώ πάρα πολύ τον Έλληνα Πρωθυπουργό για τη στήριξη, για την ετοιμότητα της Ελλάδας να συμβάλλει και να συμμετάσχει ενεργά και ουσιαστικά στην προσπάθεια αυτή.
Η Κύπρος και η Ελλάδα -κι αυτή είναι αν θέλετε και μια απόφαση που λάβαμε σήμερα- δεν είναι μέρος του προβλήματος, η Κύπρος και η Ελλάδα, αξιοποιώντας τις άριστες σχέσεις με όλα τα γειτονικά κράτη, την ιδιότητά τους ως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούμε -και ακριβώς αυτό επιχειρούμε να πράξουμε- να είμαστε μέρος της λύσης, προσφέροντας λύση, συμμετέχοντας ουσιαστικά στην αντιμετώπιση των όποιων προκλήσεων προκύπτουν.
Είχαμε επίσης σήμερα την ευκαιρία να συζητήσουμε, φυσικά, και το Κυπριακό, τις τελευταίες εξελίξεις. Ειδικότερα λαμβάνοντας υπόψη και την μέχρι στιγμής αντίδραση της τουρκικής πλευράς στην πρόθεση του Γενικού Γραμματέα για τον διορισμό μιας προσωπικότητας για διερεύνηση των προοπτικών επανέναρξης των διαπραγματεύσεων, όπως επίσης και τις πρόσφατες εξελίξεις στη «νεκρή ζώνη», μια υπαναχώρηση που βλέπουμε από τουρκικής πλευράς για υλοποίηση των συμφωνηθέντων.
Συζητήσαμε επίσης τα ελληνοτουρκικά και τα ευρωτουρκικά. Η οποία πρόοδος στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία είναι κάτι που θα βοηθήσει και τις δικές μας προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού.
Θεωρούμε επίσης, σε σχέση με τα ευρωτουρκικά, ενόψει και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Δεκεμβρίου, ότι αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για να επαναληφθεί στην Τουρκία το μήνυμα ότι η προοπτική ενίσχυσης της συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση -κάτι που και η Ελλάδα και η Κύπρος θέλουμε πραγματικά, θέλουμε να συνεργαστούμε με την Τουρκία και μέσα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης-, η όποια πρόοδος εκεί περνά μέσα από την πρόοδο και στα ελληνοτουρκικά και φυσικά στο Κυπριακό.
Όπως προανέφερα, σε αυτή την πρώτη Διακυβερνητική συμμετείχαν συνολικά 11 μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου. Θεωρώ ότι και αυτό αποτελεί μια ένδειξη της σημασίας που αποδίδουμε στη θεσμοθετημένη πλέον συνεργασία μας. Πέραν των όσων έχω προαναφέρει, έχουμε σήμερα δρομολογήσει αποφάσεις και σε μια σειρά από άλλα θέματα. Επιτρέψτε μου πολύ τηλεγραφικά να αναφερθώ σε κάποια από αυτά γιατί θεωρώ, αγαπητέ Κυριάκο, έγινε σημαντική προεργασία, σημαντική δουλειά από όλους τους Υπουργούς που συμμετείχαν και είναι ακόμα μια ένδειξη της σοβαρότητας με την οποία προσεγγίζουν αυτή τη θεσμοθετημένη συνεργασία.
Θα ξεκινήσω από το άσυλο και τη μετανάστευση, όπου συμφωνήθηκε η σύσταση μιας μεικτής επιτροπής για να προωθήσουμε την υλοποίηση του πρόσφατου σχεδίου δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ανατολική Μεσόγειο. Πολύ σημαντικό ότι υιοθετήθηκε, ακόμα πιο σημαντικό να προωθηθεί η εφαρμογή του. Ελλάδα και Κύπρος έχουμε συμφέρον, έχουμε κοινές επιδιώξεις και θα πρέπει να εργαστούμε για την υλοποίησή του.
Συμφωνήθηκε επίσης η ανταλλαγή εμπειρογνωμοσύνης για δομές υποδοχής και φιλοξενίας, με έμφαση στη λειτουργία κέντρων για ευάλωτους και ασυνόδευτους ανήλικους, όπως επίσης και η ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα των επιστροφών.
Θέματα πολιτικής προστασίας και πολιτικής άμυνας: είναι σημαντικό να μάθουμε και να πάρουμε την εμπειρογνωμοσύνη της ελληνικής πλευράς. Την ίδια στιγμή, να δούμε, λαμβάνοντας υπόψη και το τι βιώσαμε το καλοκαίρι, τις δύσκολες στιγμές που βιώσαμε, πώς αντιμετωπίζουμε τέτοιες προκλήσεις.
Πολύ εύστοχα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στα θέματα της ενέργειας, όπου εδώ και καιρό υπάρχει μια ενισχυμένη συνεργασία τόσο σε διμερές όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Αναφέρθηκε στο EuroAsia Interconnector, στο East Mediterranean Gas Forum του Καΐρου. Και αποφασίσαμε να προχωρήσουμε με την ανταλλαγή τεχνογνωσίας στους τομείς της αποθήκευσης, της ασφάλειας των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, των έξυπνων μετρητών. Ενώ θα συνεργαστούμε και στα θέματα των υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών.
Η παιδεία, ένας τομέας που και η Κύπρος και η Ελλάδα, αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία. Συμφωνήσαμε να αναβαθμίσουμε τη συνεργασία που υπάρχει, μελετώντας ανάμεσα σε άλλα και τη δημιουργία ενός μηχανισμού άμεσης επίλυσης προβλημάτων των φοιτητών μας που σπουδάζουν είτε στην Ελλάδα, είτε στην Κύπρο.
Είχα σήμερα μια συνάντηση με την Εθνική Φοιτητική Ένωση Κυπρίων και ενημερώθηκα για αριθμό θεμάτων-προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Είμαι σίγουρος ότι παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι Ελλαδίτες φοιτητές στην Κύπρο και είναι σημαντική η ύπαρξη αυτού του μηχανισμού για να επιλύονται τα προβλήματα.
Θέματα πολιτισμού: έχουμε πολλά να μάθουμε από τη δική σας εμπειρογνωμοσύνη, να βοηθηθεί το νεοσύστατο Υφυπουργείο Πολιτισμού στην Κύπρο, τόσο σε θέματα δομής αλλά και σε θέματα ουσίας.
Ενώ στον τομέα της υγείας, θα προβούμε σε μια αναθεώρηση μιας διακρατικής συμφωνίας που έχουμε από το 1987, ώστε να ανταποκρίνεται στα σημερινά δεδομένα και στις προκλήσεις.
Ναυτιλία: συμφωνώ απόλυτα με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, πέραν της εξαιρετικής συνεργασίας που υπάρχει είναι σημαντικό Κύπρος και Ελλάδα, Ελλάδα και Κύπρος, να αναδείξουν τη σημασία της ευρωπαϊκής ναυτιλίας, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για στρατηγική αυτονομία, αλλά και γενικότερα τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Τέλος, και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, οι συντονιστές του κυβερνητικού έργου, η Υφυπουργός παρά τω Προέδρω και ο Υπουργός Επικρατείας, αντάλλαξαν βέλτιστες πρακτικές. Αλλά θεωρώ το σημαντικότερο είναι η παρακολούθηση υλοποίησης όλων όσων έχουν συμφωνηθεί σήμερα.
Αγαπητέ Κυριάκο, κλείνω επαναλαμβάνοντας ότι είμαι ιδιαίτερα ευτυχής γιατί σήμερα κάναμε ένα σημαντικό βήμα για την περαιτέρω θεσμοθέτηση και ενίσχυση της συνεργασίας μας, κατά τρόπο πλέον δομημένο.
Με την πραγματοποίηση αυτής της πρώτης διακυβερνητικής συνάντησης υλοποιούμε έναν στρατηγικό στόχο για περαιτέρω ενίσχυση των μηχανισμών συνεργασίας των χωρών μας, για αποτελεσματικότερη ανταπόκριση στις προκλήσεις και στα θέματα που προκύπτουν μέσα από το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον.
Και θα χαρώ πολύ να σε φιλοξενήσω στην Κύπρο το 2024, στη δεύτερη διακυβερνητική συνάντηση. Είμαι σίγουρος ότι πριν από τη δεύτερη αυτή συνάντηση θα βρεθούμε πολλές άλλες φορές. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για όλα.
Στις εργασίες της Ολομέλειας έλαβαν μέρος, από την πλευρά της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, ο Υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Κυριάκος Πιερρακάκης, ο Υπουργός Υγείας Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιάννης Οικονόμου, η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Δημήτρης Καιρίδης, ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Χρήστος Στυλιανίδης, ο Υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας, οι Υπουργοί Επικρατείας Σταύρος Παπασταύρου και Άκης Σκέρτσος, και ο Υφυπουργός Άμυνας Γιάννης Κεφαλογιάννης.
Από την πλευρά της Κυπριακής Δημοκρατίας συμμετείχαν ο Υπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Κόμπος, ο Υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Ιωάννου, ο Υπουργός Άμυνας Μιχάλης Γιωργάλλας, η Υπουργός Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας Αθηνά Μιχαηλίδου, ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας Γιώργος Παπαναστασίου, η Υπουργός Υγείας Πόπη Κανάρη, η Υφυπουργός παρά τω Προέδρω Ειρήνη Πική, η Υφυπουργός Ναυτιλίας Μαρίνα Χατζημανώλη και η Υφυπουργός Πολιτισμού Βασιλική Κασσιανίδου.