Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου αποκτούν δραματικό χαρακτήρα για το μέλλον της χώρας. Αυτή τη φορά οι πολίτες καλούνται να ψηφίσουν υπεύθυνα δίνοντας καθαρή εντολή για παραμονή της χώρας στο ευρώ και μη αφήνοντας περιθώρια με την ψήφο τους για τη συνέχιση της ακυβερνησίας.
Τι μπορεί να αλλάξει μέσα σε 40 μέρες από την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση και με βάση ποια κριτήρια θα ψηφίσουν οι πολίτες;
Κατ’ αρχήν, σύμφωνα με δημοσίευμα του Τύπου της Κυριακής, το δίλημμα Μνημόνιο ή αντι-Μνημόνιο δεν υπάρχει πια, καθώς όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα αποτελεί παρελθόν στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι κανένα κόμμα δεν υπερασπίζεται πλέον τη συνταγή του Μνημονίου αλλά άπαντες μιλούν για τις δυνατότητες επαναδιαπραγμάτευσης του.
Δεύτερον, το κύριο κριτήριο με το οποίο ψηφίζουν οι πολίτες είναι η παραμονή της χώρας στο ευρώ. Έτσι απαντά το 42,3% των ερωτηθέντων έναντι 34,3% που θεωρεί ως βασικό κριτήριο την αντίδραση στις πολιτικές που μας έφεραν ως εδώ.
Τρίτον, η δυνατότητα διακυβέρνησης του τόπου με το σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης θα αποτελέσει βασικό κριτήριο στην κάλπη της 17ης Ιουνίου. Τα διδάγματα άλλωστε από τις διερευνητικές εντολές μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου είναι σημαντικά.
Τέταρτο βασικό κριτήριο που θα λάβουν υπόψη τους οι ψηφοφόροι είναι η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση από την πλευρά της Ελλάδας του νέου ευρωπαϊκού τοπίου, ενώ το πέμπτο κριτήριο που θα καθορίσει τη στάση στο δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ είναι τα προγράμματα που κατέθεσαν ο Αντώνης Σαμαράς και ο Αλέξης Τσίπρας.
Η βασική διαφορά των δύο προγραμμάτων είναι στην κοστολόγηση και το ρεαλισμό.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχοντας το πλεονέκτημα της μη συμμετοχής στη διακυβέρνηση του τόπου τα τελευταία 30 χρόνια, αισθάνεται «ελεύθερος» να τάξει πράγματα που ξέρει ο ίδιος ότι ίσως δε γίνονται.
Από την άλλη πλευρά ο Αντώνης Σαμαράς προσπαθεί να είναι όσο το δυνατόν πιο προσεκτικός ώστε αυτά που δηλώνει ότι θα επαναδιαπραγματευθεί να κινούνται μέσα στο πλαίσιο του εφικτού.