Μετά από απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), που συνεδρίασε την Τρίτη 1 Φεβρουαρίου το ιερό του Δήλιου Απόλλωνα και της Αρτέμιδος στην Πάρο κηρύχτηκε αρχαιολογικός χώρος. Το μνημείο βρίσκεται βόρεια της Παροικιάς, απέναντι από το ιερό νησί της Δήλου, στη θέση «Κάστρο-Βίγλα».
Σύμφωνα με την εισήγηση της διεύθυνσης προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων, στην περιοχή του ιερού έχουν βρεθεί, εκτός από τα κατάλοιπα του ναού της Αρτέμιδας Δηλίας και κάποια επιφανειακά ευρήματα που δηλώνουν την ύπαρξη του ναού του Απόλλωνα Δηλίου, ένα τέμενος παλαιότερων χρόνων και ένα εστιατόριο ναού, που χρονολογείται τον 5ο αι. π.Χ.
Επίσης, έχουν εντοπιστεί πολύ σημαντικά ειδώλια και γλυπτά, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατέχει το μαρμάρινο κολοσσικό άγαλμα της Αρτέμιδος, που εκτίθεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Πάρου. Πρόκειται για το λατρευτικό άγαλμα του ιερού, στον τύπο της αρχαϊκής κόρης με χιτώνα (480-490 π.Χ.), που μαζί με την πλίνθο φτάνει τα 2.74 μ.
Πολύ σημαντικό θεωρείται και το άγαλμα Κόρης, που χρονολογείται γύρω στο 360 π.Χ. και στο οποίο βασίστηκε εκπαιδευτικό πρόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού το 1999, που περιέγραφε τη «διαδρομή» ενός γλυπτού, από την εξόρυξη του μαρμάρου στην αρχαιότητα μέχρι την ανακάλυψη, τη συντήρηση και την έκθεσή του στο Μουσείο της Πάρου.
Οι ανασκαφές στο Δήλιο πραγματοποιήθηκαν τέλη του 19ου αιώνα από το γερμανό αρχαιολόγο Ότο Ρούμπενζον, ο οποίος εργαζόταν για το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο από το 1897 έως το 1899. Εκτός από το Δήλιο, ο Ρούμπενζον ανέσκαψε και το Ασκληπιείο της Πάρου.
Τα μέλη του ΚΑΣ ενέκριναν ομόφωνα την κήρυξη του αρχαιολογικού χώρου για λόγους προστασίας του ιερού, οι ανασκαφές του οποίου έχουν φέρει στην επιφάνεια κινητά ευρήματα και κατάλοιπα αρχαίων ναών μεγάλης αρχαιολογικής αξίας.