Ο σκηνοθέτης μιλάει για πρώτη φορά αποκλειστικά για πολιτική. Για τα βαθιά αίτια της κρίσης. Για την αρνητική διάθεση της σημερινής Αριστεράς. Για τους λαθρομετανάστες κ.λπ. Ακολουθούν αποσπάσματα από τη συνέντευξη του Θόδωρου Αγγελόπουλο στην εφημερίδα «Το Βήμα».
– Πώς ερμηνεύετε τον διαφορετικό τρόπο προσέγγισης της σημερινής γενιάς σε σύγκριση με τη δική σας;
«Μιλάμε για μια γενιά που έρχεται λίγο νωρίτερα από το σήμερα. Να ξεκαθαρίσω ότι την καταλαβαίνω απολύτως, παρ΄ όλο που θεωρώ ότι η αποδόμηση της οικογένειας δεν μπορεί να είναι το μοναδικό θέμα. Οι ταινίες της νέας γενιάς συγγενεύουν με έναν τρόπο που είναι μεν συγκινητικός από τη μία μεριά, αλλά ανησυχητικός από την άλλη. Υπάρχει ο κίνδυνος της ομοιομορφίας. Ούτως ή άλλως αυτή τη στιγμή μπαίνουν καινούργια θέματα και αυτά είναι που θα απασχολήσουν την ακόμη πιο κοντινή στο σήμερα γενιά, αλλά και την παλαιότερη. Μπαίνουν καινούργιες προβληματικές, καινούργιοι ερεθισμοί. Προβλήματα και τραύματα. Ζούμε μια περίοδο που θα την ονόμαζα μοναδική, όχι με την καλή έννοια αλλά με την αρνητική της. Έχω αρκετά χρόνια πίσω μου και τέτοιο πράγμα δεν το έχω ξανά ζήσει. Ακόμη και στην περίοδο του Εμφυλίου, στην περίοδο της δικτατορίας ή και στην Κατοχή, ακόμη και τότε τα πράγματα είχαν μια δυναμική περίεργη, μια δυναμική υπόγεια, που δούλευε. Υπήρχε μια αντίσταση, υπήρχαν συγκρούσεις με ιδεολογικό περιεχόμενο, υπήρχε η αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου. Όταν είχαμε χούντα, πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει και ότι τα πράγματα θα ανοίξουν. Πιστέψαμε σε αυτό που έμοιαζε ότι πάει να γίνει και ποτέ δεν έγινε».
– Πού αποδίδετε το ότι δεν έγινε ποτέ;
«Πρώτα απ΄ όλα στο γεγονός ότι η πολιτική εξουσία δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Ενα δεύτερο, στο ότι μετά τη Μεταπολίτευση ο εκσυγχρονισμός αυτής της χώρας δεν έγινε ποτέ. Η Αριστερά ανέβαινε πάρα πολύ και βέβαια είχε προτάσεις. Κάτι πήγαινε να γίνει, δεν πέρασε όμως».
– Αναρωτιέται κανείς αν το κράτος αυτό λειτούργησε ποτέ σωστά.Γιατί ακούμε από την ηγεσία να μιλάει για αναδιάρθρωση της Ελλάδας,για φτιάξιμο από την αρχή.
«Μπορεί να συγχωρήσει κανείς τα πρώτα μεταπολεμικά και μετεμφυλιακά χρόνια εξαιτίας του γεγονότος ότι τα τραύματα του παρελθόντος ήταν πολύ έντονα και η ισορροπία εξαιρετικά δύσκολη. Παρ΄ όλα αυτά, σκέψου ότι το 1958 η ΕΔΑ πήρε ένα πολύ ισχυρό ποσοστό. Ήταν όμως μια Αριστερά που έμοιαζε να έχει στόχο, πρόταση, να καταλαβαίνει πού βρίσκεται. Και δεν είναι τυχαίο ότι η δεκαετία του ΄60 σε όλη την Ευρώπη ήταν μια μαγική δεκαετία. Θα την έλεγα «σχεδόν 20ετία», γιατί φθάνει περίπου στο τέλος του ΄70, όταν τα πράγματα αρχίζουν σιγά-σιγά να χάνονται».
– Αναφέρεστε μόνο στην παγκόσμια οικονομική κρίση που πλήττει και την Ελλάδα;
«Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κατ΄ αρχάς πολιτική. Με τον τρόπο που έχει συμπεριφερθεί η πολιτική εξουσία σε αυτή τη χώρα, είναι πολύ φυσικό να μην εμπνέει καμία εμπιστοσύνη. Θα ευχόμουν η σημερινή εξουσία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων».
– Τι περιμένετε από τη σημερινή πολιτική εξουσία;
«Κατ΄ αρχήν οφείλει να καταλάβει ότι ο μοναδικός τρόπος για να αλλάξει το πρόσωπο μιας χώρας είναι ο πολιτισμός. Ένας τόπος δεν αλλάζει μόνο με οικονομική άνθηση. Η εξουσία μπορεί να ενισχύσει μια έξοδο προς τον πολιτισμό. Όταν λέει ότι τα έσοδά μας είναι ο τουρισμός και ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με έναν ειδικό τρόπο τον τουρισμό, από μια μεριά είναι σωστό. Το υπουργείο όμως σήμερα λέγεται “Πολιτισμού και Τουρισμού”. Ο πολιτισμός δεν πρέπει να μπαίνει στον κανόνα του παιχνιδιού ως ο τελευταίος επαίτης. Διότι έτσι αντιλαμβάνεται πάντα η εξουσία τον πολιτισμό. Ως τον τελευταίο επαίτη. Όταν έχουμε δώσει οπουδήποτε αλλού, όταν έχουμε ξοδέψει οπουδήποτε αλλού, όταν έχουμε κλείσει στόματα εδώ, εκεί, αριστερά και δεξιά, τότε μόνο σηκώνουμε το τηλέφωνο στον πολιτισμό. Ως τότε ο πολιτισμός έχει πάρει εκατοντάδες φορές τηλέφωνο. Ο υπουργός Πολιτισμού θα πρέπει να αποδείξει ότι είναι υπουργός Πολιτισμού. Δεν είναι δεδομένο ότι είναι. Ο διορισμός δεν σημαίνει ότι η θέση αυτή του ανήκει. Θα πρέπει να το αποδείξει. Η Μελίνα Μερκούρη ήταν μια εξαίρεση λόγω του ονόματός της και λόγω της τρέλας της. Διότι εγώ πιστεύω στην τρέλα. Οι τρελοί κάνουν πολιτισμό γιατί στοχεύουν στο αόρατο».
– Πιστεύετε ότι μπορεί η κινηματική Αριστερά να παίξει κάποιον ρόλο;
«Για μένα η Αριστερά δεν σημαίνει τίποτε από τη στιγμή που δείχνει μόνο αρνητική διάθεση. Το τεράστιο πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα είναι ότι δεν έχει πρόταση. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν και εγώ δεν ξέρω πόσες συνιστώσες στη μία πλευρά. Στην άλλη πλευρά υπάρχει μόνο ένα “όχι” σε όλα τα πράγματα. Δεν σημαίνουν τίποτε αυτά χωρίς πρόταση. Και η πρόταση δεν είναι να ευνοούμε μόνο ένα μέρος της κοινωνίας αλλά ΤΗΝ κοινωνία. Είμαστε ένα σύνολο και δεν θα ήθελα να πιστέψω ότι τα κόμματα έχουν καταντήσει μαγαζιά με τους δικούς του πελάτες το καθένα».
– Πώς σχολιάζετε τις πρόσφατες κινήσεις της κυβέρνησης σχετικά με το πρόβλημα των λαθρομεταναστών;
«Οι μετανάστες είναι και αυτοί άνθρωποι. Από την άλλη μεριά,μιλάμε για μια χώρα με περιορισμένες δυνατότητες,που δύσκολα μπορεί να ισορροπήσει με αυτά που συμβαίνουν στον Εβρο,στην Πάτρα και στο Αιγαίο.Χρειάζεται κατ΄ αρχάς να αντιμετωπιστεί το θέμα με μια άλλου είδους πολιτική και την ίδια ώρα,επί πάρα πολλά χρόνια,στο συγκεκριμένο θέμα δεν υπήρξε καμία πολιτική. Ο τρόπος με τον οποίο η εξουσία αντιμετωπίζει το θέμα είναι σαν να περιμένει κατευθυντήρια γραμμή από την πλευρά των κρατών που υποτίθεται ότι είναι κυρίαρχα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Θα έλεγα ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερη πρωτοβουλία και να ξέρει πόσο χωράει και πόσο δεν χωράει ο τόπος.Γιατί πολύ φοβάμαι ότι,έτσι όπως αντιμετωπίζεται όλη η ιστορία,οδηγεί σε αντιδράσεις ρατσιστικές και βεβαίως σε άνοιγμα προς την άκρα Δεξιά.Θέλει αποφασιστικότητα και σχέδιο που να σέβεται τους ανθρώπους και ταυτόχρονα να σέβεται τη χώρα.Θέλει το δύσκολο».