Για διαδικτυακές πωλήσεις ταυτοτήτων που έχουν εκδώσει οι γερμανικές αρμόδιες αρχές για πρόσφυγες κάνει λόγο το Spiegel Online. Σύμφωνα με πληροφορίες του γερμανικού περιοδικού, που επικαλείται στοιχεία εσωτερικής ανάλυσης της γερμανικής Ομοσπονδιακής Αστυνομίας, «η εμπορία τέτοιου είδους εγγράφων γίνεται κυρίως στην Ελλάδα». Το δημοσίευμα αναφέρει ότι από την Ελλάδα «μπορεί κανείς με αυτά τα χαρτιά να επιβιβαστεί σε αεροσκάφη, χωρίς περαιτέρω ελέγχους, με προορισμό τη Στοκχόλμη, τη Φραγκφούρτη ή το Άμστερνταμ. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, αυξήθηκε ο αριθμός των διαπιστωμένων παράνομων αφίξεων με αεροπλάνα (στη Γερμανία) κατά 9% το 2016 και 22% το 2017. Κύρια χώρα αναχώρησης των πτήσεων ήταν η Ελλάδα, αναφέρει η ανάλυση». Το ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού επικαλείται την περίπτωση ενός 35χρονου Σύρου που αναφέρεται με το ψεύτικό όνομα Χασάν Ραχίμι και είχε λάβει άσυλο στη Γερμανία λαμβάνοντας προσφυγική ταυτότητα, προσφυγικό διαβατήριο και κάρτα υγείας, τα οποία είχαν εκδοθεί από τις αρμόδιες γερμανικές υπηρεσίες. Η αδυναμία του να φέρει την οικογένειά του στη Γερμανία και να βρει δουλειά τον έκανε να πάρει την απόφαση να πετάξει το καλοκαίρι του 2017 από το Βερολίνο στη Θεσσαλονίκη. «Όταν έφθασε εκεί εμπιστεύθηκε έναν διακινητή. Αυτός επρόκειτο να τον βοηθήσει να πάει στην Τουρκία, τη χώρα διέλευσης (σ.σ. προς τη Συρία)», γράφει το γερμανικό περιοδικό, επισημαίνοντας ότι κάποιος σαν αυτόν, που έχει αναγνωριστεί ως πρόσφυγας στη Γερμανία, δεν μπορεί απλά να εισέλθει στην Τουρκία. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο διακινητής συμβούλευσε τον σύρο πρόσφυγα να πουλήσει τα έγγραφά του προκειμένου να αποκρύψει την ταυτότητά του σε περίπτωση ελέγχου, αλλά και για να κερδίσει χρήματα. Όπως γράφει το περιοδικό, ο σύρος πρόσφυγας «απέστειλε τα έγγραφά του ταχυδρομικώς στον ξάδερφό του που ζει στη Λειψία. Και εκείνος τα πούλησε μετά σε κάποιον ξένο για 1500 ευρώ. Το ποσό εστάλη αργότερα στον Ραχίμι. Τότε βρισκόταν ήδη πίσω στη Συρία». Το δημοσίευμα κάνει λόγο για έξαρση της «εμπορίας γνήσιων προσφυγικών εγγράφων – κυρίως μέσω του διαδικτύου. Στο Facebook υπάρχουν ομάδες, στις οποίες συναντώνται πωλητές και αγοραστές, διαπραγματεύονται κατά κανόνα στα αραβικά». Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, συχνότεροι αγοραστές των εγγράφων είναι Σύροι που θέλουν να διαφύγουν στη Γερμανία. «Σύμφωνα με τη Europol, το τελευταίο διάστημα κατάσχονταν ολοένα και περισσότερα πλαστά ή παρατύπως χρησιμοποιηθέντα έγγραφα σε αεροδρόμια. Για αυτόν τον λόγο έχει αποστείλει η Ομοσπονδιακή Αστυνομία συνοριοφύλακες στα αεροδρόμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης προκειμένου να αποτρέπουν τις παράνομες αφίξεις στη Γερμανία». Μάλιστα, όπως γράφει το ρεπορτάζ, «σε λίγες περιπτώσεις, οι οποίες έχουν γίνει γνωστές στην Υπηρεσία Δίωξης του Εγκλήματος (BKA), ύποπτοι για τρομοκρατία έκαναν χρήση προσφυγικών ταυτοτήτων ώστε να φτάσουν στη Γερμανία με ψεύτικες ταυτότητες». «Ελλάδα και Τουρκία σε τροχιά αντιπαράθεσης» Παράλληλα, σύμφωνα με δημοσίευμα της deutsche welle, ο γερμανικός Τύπος αναφέρεται στη νέα ένταση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας με αφορμή το περιστατικό με την ελληνική σημαία στη βραχονησίδα Μικρός Ανθρωποφάγος στην περιοχή των Φούρνων. Σε ανταπόκριση που δημοσιεύεται σε πολλές γερμανικές εφημερίδες (μεταξύ άλλων στις Hannoversche Neue Presse, Kieler Nachrichten και Dresdner Neueste Nachrichten) επισημαίνεται ότι «η Ελλάδα και η Τουρκία ερίζουν για νησιά του Αιγαίου». Οι δύο χώρες «βρίσκονται σε τροχιά αντιπαράθεσης. Αμφότερες εγείρουν αξιώσεις για βραχονησίδες στο Αιγαίο. Αυτές θέλουν εν ανάγκη να τις επιβάλουν στρατιωτικά. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ένας από τους δύο νατοϊκούς εταίρους θα μπορούσε να υποχωρήσει», γράφει το δημοσίευμα, σχολιάζοντας ότι «ο ψυχρός πόλεμος στην περιοχή των Φούρνων θα μπορούσε να κλιμακωθεί σε θερμή διένεξη». Ο γερμανός ανταποκριτής παίρνει αφορμή από την παρούσα κατάσταση στο Αιγαίο για να υπενθυμίσει την κρίση των Ιμίων το 1996, η οποία, όπως αναφέρει, «είχε ξεκινήσει με μια παρόμοια αντιπαράθεση για σημαίες». Το δημοσίευμα παρατηρεί ότι «τώρα σκληραίνουν τα μέτωπα. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στη βαθμιαία επιθετικότερη εξωτερική πολιτική του τούρκου προέδρου Ερντογάν. Και η Αθήνα ακολουθεί τροχιά αντιπαράθεσης», επισημαίνει ο αρθρογράφος, αναφερόμενος στη σκληρή ρητορική του υπουργού Άμυνας Πάνου Καμμένου». Οι επιπτώσεις του Airbnb στην Ελλάδα Για τις σοβαρές δυσκολίες που προκαλεί στους ντόπιους η εξάπλωση της διαδικτυακής πλατφόρμας ενοικίασης καταλυμάτων Airbnb στην ελληνική αγορά ακινήτων, κάνει λόγο ανταπόκριση του Spiegel Online από την Ελλάδα. «Σε ελληνικούς τουριστικούς τόπους οι τιμές των ενοικίων εκτινάσσονται εξαιτίας της Airbnb. Οι ντόπιοι μένουν στο περιθώριο», επισημαίνει το ρεπορτάζ, αναφέροντας το παράδειγμα της Ρωξάνης Χατζηδημητρίου, η οποία αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την εργασία της ως δασκάλας μουσικής σε σχολείο της Μυκόνου επειδή της ήταν αδύνατο να καλύψει τα έξοδα του ενοικίου. «Περίπου το ίδιο διάστημα που η Ρ. Χατζηδημητρίου έλαβε την ειδοποίηση για δουλειά, η Airbnb ανακοίνωσε ότι η Μύκονος συγκαταλέγεται στους 20 κορυφαίους ταξιδιωτικούς προορισμούς της Ευρώπης. Τα προηγούμενα χρόνια αυξήθηκε ραγδαία ο αριθμός των κρατήσεων. (…) Η ζήτηση για σπίτια και διαμερίσματα είναι τεράστια. Πολλοί ιδιοκτήτες έχουν αποσύρει τα διαμερίσματά τους από την αγορά ενοικιαζόμενων κατοικιών προκειμένου να τα προσφέρουν σε τουρίστες στην Airbnb», γράφει ο ανταποκριτής του γερμανικού περιοδικού. «Όμως άνθρωποι όπως η Ρ. Χατζηδημητρίου υποφέρουν εξαιτίας της εξάπλωσης του διαδικτυακού κολοσσού», υπογραμμίζει το δημοσίευμα, αναφέροντας ότι η πρώην δασκάλα μουσικής έπρεπε να δαπανά 500 από τα 600 ευρώ του συνολικού της εισοδήματος για το ενοίκιο, ώσπου αποφάσισε να παραιτηθεί και να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου εργάζεται ευκαιριακά ως τραγουδίστρια σε μπαρ. Το Spiegel Online σημειώνει ότι «η ιστορία της Ρ. Χατζηδημητρίου δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση». Όπως σημειώνει το γερμανικό περιοδικό, «η ελληνική κυβέρνηση μέχρι στιγμής δεν λαμβάνει μέτρα εναντίον της διαδικτυακής πλατφόρμας». Ο αρθρογράφος υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα του αναπτυσσόμενου τουριστικού κλάδου για την εθνική οικονομία και προβαίνει στην εκτίμηση ότι «προφανώς οι πολιτικοί δεν θέλουν να θέσουν σε κίνδυνο αυτή την ανάπτυξη».