Το περιγεννητικό πένθος, η απώλεια ενός μωρού πριν ή λίγο μετά τη γέννηση, αποτελεί μια βαθιά τραυματική εμπειρία που συχνά παραμένει παραγνωρισμένη και αποσιωπημένη από το κοινωνικό σύνολο.
Όπως επισημαίνεται σε σχετικό άρθρο στην εξειδικευμένη σελίδα ψυχολογίας Psychology Today, για τις γυναίκες, τα ζευγάρια και τις οικογένειες που το βιώνουν, η απώλεια αυτή δεν αφορά μόνο το φυσικό θάνατο ενός παιδιού, αλλά και την κατάρρευση των ονείρων και των ελπίδων που συνδέονταν με τη γέννησή του.
Τι είναι το περιγεννητικό πένθος;
Ο όρος «περιγεννητικό πένθος» περιλαμβάνει τις απώλειες που σχετίζονται με την αποβολή (πριν από τις 20 εβδομάδες κύησης), την εξωμήτριο κύηση, το θνησιγενές βρέφος (μετά τις 20 εβδομάδες) και τον θάνατο του νεογνού έως και 28 ημέρες μετά τη γέννηση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η περιγεννητική απώλεια μπορεί να επεκταθεί και σε καταστάσεις όπως οι πολύ πρώιμες αποβολές, προκαλώντας έντονο συναισθηματικό πόνο και τραύμα.
Ένα βαθύ και πολυεπίπεδο τραύμα
Η περιγεννητική απώλεια προκαλεί ένα ιδιαίτερα βαθύ και πολυεπίπεδο τραύμα. Η γυναίκα και ο σύντροφός της βρίσκονται αντιμέτωποι με μια συναισθηματική καταιγίδα που περιλαμβάνει αισθήματα ενοχής, αυτο-κατηγορίας, θυμού, θλίψης, κατάθλιψης και άγχους. Η απώλεια δεν αφορά μόνο το παιδί που δεν πρόλαβε να έρθει στη ζωή, αλλά και την απώλεια της ταυτότητας ως γονέας και τις προσδοκίες για το μέλλον που χτίζονταν γύρω από αυτό το παιδί.
Έρευνες έχουν αναδείξει τη συναισθηματική επένδυση που γίνεται στην ιδέα του παιδιού πολύ πριν από την έναρξη της εγκυμοσύνης. Η εικόνα του γονεϊκού ρόλου πλάθεται μέσα από όνειρα για τις ιδιαίτερες στιγμές με το παιδί, όπως το διάβασμα παραμυθιών, το ταΐσμα, το νανούρισμα, οι βόλτες με το καρότσι, τα παιχνίδια και εν γένει η φροντίδα του μωρού. Η απώλεια διαλύει απότομα όλες αυτες τις προσοδοκίες, προκαλώντας μια βαθιά συναισθηματική αποσύνθεση που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί.
Η κοινωνική σιωπή και η απομόνωση
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες και τα ζευγάρια που βιώνουν περιγεννητικό πένθος, είναι η έλλειψη υποστήριξης και αναγνώρισης της απώλειάς τους.
Η κοινωνία συχνά ελαχιστοποιεί τον πόνο αυτόν, αντιμετωπίζοντάς τον απλώς ως ιατρικό γεγονός. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η απώλεια ενός μωρού πυροδοτεί έντονο πένθος που μπορεί να συνοδεύεται και από αισθήματα ντροπής και προσωπικής αποτυχίας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το γεγονός ότι η εγκυμοσύνη ενδεχομένως και να μην είχε καν γνωστοποιηθεί σε άλλους, επιτείνει την απομόνωση του ζευγαριού, στερώντας τους πολύτιμη στήριξη. Οι γυναίκες συχνά νιώθουν ότι το σώμα τους τις έχει προδώσει και χωρίς τη δυνατότητα να πενθήσουν ανοιχτά, καταλήγουν να παλεύουν με τον πόνο μόνες τους, αισθανόμενες αποκομμένες από τους γύρω τους.
Πώς μπορεί να διαχειριστεί κάποιος το περιγεννητικό πένθος;
Το πένθος που συνοδεύει την περιγεννητική απώλεια είναι περίπλοκο και συχνά διαρκεί πολύ. Για πολλές γυναίκες, μια νέα εγκυμοσύνη μπορεί να λειτουργήσει ως φάρος ελπίδας μετά την απώλεια, αν και ο φόβος μιας νέας απώλειας συχνά συνοδεύει τις επόμενες εγκυμοσύνες (Cote-Arsenault & Morrison-Beedy, 2001).
Οι επέτειοι της αποβολής ή της αναμενόμενης γέννησης μπορούν επίσης να λειτουργήσουν ως ισχυρά συναισθηματικά ερεθίσματα που αναζωπυρώνουν τον πόνο. Παρόλα αυτά, με τη σωστή υποστήριξη, τα άτομα μπορούν να μάθουν να ζουν με τη θλίψη, να την τιμούν όταν χρειάζεται και ταυτόχρονα να αγκαλιάζουν τη χαρά και την ελπίδα που μπορεί να φέρει η ζωή. Η θλίψη αυτή μπορεί να ενσωματωθεί στην ιστορία της ζωής τους, χωρίς όμως να αποτελεί το τέλος της.
Η ανάγκη για υποστήριξη, τόσο από το στενό όσο και από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση του περιγεννητικού πένθους.
Η αναγνώριση της απώλειας, η δημιουργία χώρου για την έκφραση του πένθους και η υποστήριξη από επαγγελματίες υγείας και ψυχολόγους μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη διαχείριση του τραύματος. Πρόκειται για ένα βαθιά προσωπικό και ιδιαίτερα φορτισμένο συναισθηματικά τραύμα το οποίο απαιτεί χρόνο, χώρο και υποστήριξη για επουλωθεί.