Οι άνθρωποι συχνά πιστεύουμε ότι έχουμε πλήρη έλεγχο των αποφάσεων και της συμπεριφοράς μας. Ωστόσο, οι δυνάμεις που μας επηρεάζουν δεν είναι όλες συνειδητές. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που διαμορφώνουν την ψυχολογία μας είναι τα γονίδιά μας, τα οποία δρουν σε βάθος, πέρα από την καθημερινή μας αντίληψη.
Από τη δεκαετία του 1950, οι επιστήμονες μελετούν τον τρόπο που τα γονίδια επηρεάζουν την υγεία μας, οδηγώντας σε καινοτομίες όπως η εξατομικευμένη ιατρική. Μέσω της εξατομικευμένης ιατρικής, οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να προσαρμόσουν τη θεραπεία βάσει των γενετικών χαρακτηριστικών κάθε ατόμου, προσφέροντας καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία των ασθενών.
Όμως, ενώ η γενετική επιρροή στην υγεία έχει αναγνωριστεί, η σχέση μεταξύ γονιδίων και ψυχολογίας έχει υποτιμηθεί. Όπως αναφέρει στο Conversation η επίκουρη καθηγήτρια Ψυχολογίας, Jessica D. Ayers, του Πανεπιστημίου του Μπόιζ στο Αϊντάχο, ελάχιστοι κατανοούν το πόσο βαθιά τα γονίδιά μας επηρεάζουν την ψυχική μας κατάσταση, τον τρόπο σκέψης και τη συμπεριφορά μας.
Η θεωρία της γενετικής σύγκρουσης
Η θεωρία της γενετικής σύγκρουσης εξηγεί πώς τα γονίδια που κληρονομούμε από τη μητέρα και τον πατέρα μας δεν λειτουργούν πάντα αρμονικά. Καθώς αναπτυσσόμαστε, αυτά τα γονίδια βρίσκονται σε μια συνεχή «διαπραγμάτευση» για το τι είναι καλύτερο για τον φορέα τους. Διατηρώντας την «ταυτότητα» της «καταγωγής» τους, μητέρα ή πατέρα, τα γονίδια είτε συνεργάζονται είτε παλεύουν μεταξύ τους, καθώς μεγαλώνουμε και εξελισσόμαστε.
Η έρευνα στη γενετική σύγκρουση μέχρι σήμερα επικεντρώνεται κυρίως στην εγκυμοσύνη, καθώς είναι μια από τις λίγες περιόδους στην ανθρώπινη ανάπτυξη που η επίδραση διαφορετικών συνόλων γονιδίων μπορεί να παρατηρηθεί ξεκάθαρα σε ένα άτομο.
Τα μητρικά και πατρικά γονίδια κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχουν διαφορετικές ιδανικές στρατηγικές για την ανάπτυξη. Συχνά, τα γονίδια της μητέρας προωθούν την προστασία της μητρικής υγείας και την εξοικονόμηση πόρων για μελλοντικές κυήσεις, ενώ τα γονίδια του πατέρα μπορεί να προωθούν την απόκτηση όσο το δυνατόν περισσότερων πόρων από τη μητέρα για την ανάπτυξη του εμβρύου.
Παρότι τις περισσότερες φορές βρίσκουν τρόπους συνεργασίας, ώστε να εξελιχθεί φυσιολογικά η διαδικασία, όταν αυτό δεν συμβαίνει, μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα, όπως σωματικά και ψυχικά ελλείμματα για το μωρό ή ακόμα και αποβολή.
Αυτό το φαινόμενο, όπως σημειώνει η Jessica D. Ayers, έχει καταγραφεί στη μελέτη των συνδρόμων Prader-Willi και Angelman, που αναδεικνύουν τη σημαντική επιρροή των γονιδίων στην ανθρώπινη ψυχολογία.
Το παράδειγμα των συνδρόμων Prader-Willi και Angelman
Τα σύνδρομα Prader-Willi και Angelman αποτελούν σπάνιες γενετικές διαταραχές που επηρεάζουν περίπου 1 στα 10.000 με 30.000 άτομα παγκοσμίως. Και τα δύο σύνδρομα συνδέονται με την απώλεια ενός αντιγράφου γονιδίου στο χρωμόσωμα 15, το οποίο είναι κρίσιμο για την ισορροπημένη ανάπτυξη. Κάποιος που κληρονομεί μόνο την έκδοση του γονιδίου από τον μπαμπά του θα αναπτύξει σύνδρομο Angelman, ενώ κάποιος που έχει μόνο το γονίδιο από τη μαμά θα αναπτύξει σύνδρομο Prader-Willi.
Εν ολίγοις στο Prader-Willi έχουμε καταστολή της πατρικής εκδοχής του γονιδίου, ενώ στο Angelman της μητρικής εκδοχής του γονιδίου. Και στις δύο περιπτώσεις καταγράφονται προβλήματα ομιλίας, γνωστικής λειτουργίας, διατροφής και ύπνου. Ωστόσο, καταγράφονται και κάποιες σαφείς διαφορές στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά.
Για παράδειγμα, τα παιδιά με σύνδρομο Angelman έχουν τάση προς το κοινωνικό παιχνίδι, το χαμόγελο και τη χαρά, κάτι που ενισχύει την ικανότητά τους να αποκτούν πόρους από το περιβάλλον τους. Από την άλλη, τα άτομα με Prader-Willi έχουν δυσκολίες στη συμπεριφορά, με άγχος και ξεσπάσματα. Αυτές οι συμπεριφορές συνδέονται με αυξημένες δυσκολίες για τις μητέρες νωρίς στη ζωή του ατόμου, καθυστερώντας δυνητικά την απόκτηση άλλου παιδιού. Αυτό αυξάνει την πρόσβαση του παιδιού σε πόρους, όπως στο φαγητό και στην προσοχή των γονέων.
Η γενετική σύγκρουση στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά
Οι διαφορές στη συμπεριφορά που παρατηρούνται στα σύνδρομα αυτά αποδεικνύουν πόσο μεγάλη είναι η επίδραση της γενετικής σύγκρουσης στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά. Τα γονίδια που κληρονομούμε δεν καθορίζουν μόνο την εμφάνισή μας, αλλά επηρεάζουν και τις κοινωνικές μας δεξιότητες, τον τρόπο που αντιδρούμε στο στρες και την προσωπικότητά μας.
Η αλληλεπίδραση αυτή ξεκινά πριν από τη γέννηση, όταν το έμβρυο ακόμη αναπτύσσεται στη μήτρα. Καθώς διαμορφώνονται οι πρώτες σχέσεις γονέα-παιδιού, τα γονίδια παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της ανταπόκρισης του παιδιού στις κοινωνικές καταστάσεις, διαμορφώνοντας μακροχρόνια την ψυχική του κατάσταση.
Ένα ανεξερεύνητο και συναρπαστικό πεδίο
Η γενετική επιρροή στην ψυχολογία είναι ένα πεδίο που, αν και παραμένει αρκετά ανεξερεύνητο, προσφέρει συναρπαστικές προοπτικές για την κατανόηση του ανθρώπινου νου. Η θεωρία της γενετικής σύγκρουσης και η μελέτη σπάνιων γενετικών συνδρόμων όπως το Prader-Willi και το Angelman, δείχνουν ότι η γενετική παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην ψυχολογία μας από όσο νομίζαμε.
Με την περαιτέρω έρευνα, όπως σημειώνει η Jessica D. Ayers, μπορούμε να μελετήσουμε πώς η βιολογία μας μας κάνει μοναδικούς ανθρώπους. Μπορούμε να ανακαλύψουμε νέους τρόπους για την κατανόηση και θεραπεία ψυχολογικών προβλημάτων, αναγνωρίζοντας την κρίσιμη συμβολή των γονιδίων στη διαμόρφωση του ψυχισμού μας.